Έκθεση-καταπέλτης για τον Μπλερ για την εμπλοκή της Βρετανίας στο Ιράκ

Η στρατιωτική επέμβαση της Δύσης στο Ιράκ ίσως να ήταν απαραίτητη κάποια στιγμή, αλλά τον Μάρτιο του 2003 η απειλή από το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν δεν ήταν επικείμενη, σύμφωνα με το πόρισμα της εξαιρετικά επικριτικής έκθεσης της επιτροπής υπό τον σερ Τζον Τσίλκοτ για τις συνθήκες εμπλοκής της Βρετανίας στον πόλεμο στο Ιράκ.

Παρουσιάζοντας τα πορίσματα της επταετούς έρευνάς του, ο σερ Τζον σημείωσε ότι ο Σαντάμ Χουσεΐν ήταν αναμφισβήτητα ένας βάναυσος δικτάτορας, ωστόσο «η Βρετανία επέλεξε να εμπλακεί στον πόλεμο του Ιράκ πριν εξαντληθούν οι επιλογές για ειρηνικό αφοπλισμό του καθεστώτος – η στρατιωτική δράση εκείνη τη στιγμή δεν ήταν η έσχατη επιλογή».

Ο σερ Τζον είπε ότι η σοβαρότητα της απειλής που αποτελούσε το Ιράκ, ιδίως ως προς τη δυνατότητα άμεσης χρήσης όπλων μαζικής καταστροφής, παρουσιάστηκε από τον τότε Πρωθυπουργό Τόνι Μπλερ «με βεβαιότητα που δεν ήταν δικαιολογημένη». Ταυτόχρονα, οι συνέπειες της εισβολής «υποτιμήθηκαν», ενώ ήταν «εντελώς ανεπαρκής» ο σχεδιασμός για τη μετά-Σαντάμ εποχή.

Ο σερ Τζον ανέφερε μεταξύ άλλων πως όταν έγινε η συνάντηση Μπλερ-Μπους στο Κρόφορντ του Τέξας τον Απρίλιο του 2002 η βασική στρατηγική εξακολουθούσε να είναι ο περιορισμός του Σαντάμ Χουσεΐν.

Ο κ. Μπλερ πρότεινε την επιδίωξη έκδοσης ενός τελεσίγραφου από τα Ηνωμένα Έθνη για συνεργασία του Σαντάμ Χουσεΐν με τους διεθνείς επιθεωρητές όπλων, κάτι που έγινε, ωστόσο τον Ιούλιο, οκτώ μήνες πριν από την εισβολή, ο κ. Μπλερ έγραψε στον Αμερικανό Πρόεδρο ότι θα ήταν μαζί του «ό,τι και αν γινόταν».

Ο σερ Τζον κατηγορεί τον τότε βρετανό πρωθυπουργό ότι ενήργησε αγνοώντας προειδοποιήσεις για τις δυνητικές συνέπειες του πολέμου και υπερβάλλοντας τα στοιχεία για την ιρακινή απειλή, βασιζόμενος αντίθετα υπερβολικά στις δικές του πεποιθήσεις.

Η έκθεση Τσίλκοτ δεν εκφράζει άποψη για το κατά πόσο ήταν νόμιμη η εισβολή, καθώς αυτό είναι ζήτημα που αφορά τη δικαιοσύνη, όπως είπε ο σερ Τζον. Παρόλα αυτά η επιτροπή διαπίστωσε ότι «δεν ήταν καθόλου ικανοποιητικές οι συνθήκες επί των οποίων κρίθηκε ότι δικαιολογούταν νομικά η εισβολή στο Ιράκ». Σημείωσε επίσης ότι η πολιτική έναντι του Ιράκ δε συζητήθηκε στο υπουργικό συμβούλιο.

Ως προς τον ρόλο των υπηρεσιών πληροφοριών
ασφαλείας, σημείωσε ότι θα έπρεπε να είχε επισημανθεί στον κ. Μπλερ από την ηγεσία των υπηρεσιών αυτών ότι «δεν υπήρχαν αποδείξεις πέραν αμφιβολίας» για την ικανότητα χρήσης όπλων μαζικής καταστροφής από το ιρακινό καθεστώς, όπως υποστήριξε ο πρώην πρωθυπουργός. «Είναι τώρα ξεκάθαρο ότι οι αποφάσεις για ανάληψη στρατιωτικής δράσης έναντι του Ιράκ λήφθηκαν στη βάση ‘ελαττωματικών’ πληροφοριών ασφαλείας και εκτιμήσεων», ανέφερε ο σερ Τζον.

Σε ό,τι αφορά το σχεδιασμό πέραν του πολέμου, η έκθεση τονίζει ότι οι Βρετανοί υπουργοί είχαν επίγνωση των ανεπαρκών προετοιμασιών των ΗΠΑ τόσο για την εισβολή όσο και για την επόμενη ημέρα στο Ιράκ. Επιπλέον, ο κ. Μπλερ «δεν φρόντισε για ένα ευέλικτο και επαρκές βρετανικό σχέδιο» για τη διαχείριση των συνθηκών μετά την πτώση του Σαντάμ Χουσεΐν. «Ο λαός του Ιράκ έχει υποφέρει πολύ», είπε ο σερ Τζον.

Τα πορίσματα της έκθεσης θα σχολιάσουν στη Βουλή των Κοινοτήτων ο Πρωθυπουργός Κάμερον και ο ηγέτης των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν, ενώ συνεντεύξεις Τύπου θα γίνουν από συγγενείς των 179 Βρετανών στρατιωτών που σκοτώθηκαν στο Ιράκ, αλλά και από τον Τόνι Μπλερ.

Η επιτροπή υπό τον σερ Τζον Τσίλκοτ, που συστήθηκε το 2009 από τον διάδοχο του κ. Μπλερ Γκόρντον Μπράουν κατόπιν πιέσεων από τον πολιτικό κόσμο και την κοινή γνώμη, χρειάστηκε επτά χρόνια για να ολοκληρώσει το έργο της, δεχόμενη έντονες επικρίσεις για την καθυστέρηση.

Ο σερ Τζον είπε ότι επρόκειτο για πρωτοφανών διαστάσεων έρευνα που είχε να μελετήσει 150.000 κυβερνητικά έγγραφα, να πάρει συνεντεύξεις από περίπου 150 ανθρώπους και να διεκδικήσει πρόσβαση σε απόρρητα αρχεία. Συνολικά η έκθεση του σερ Τζον αριθμεί 12 τόμους και 2,6 εκατομμύρια λέξεις, ενώ η όλη διαδικασία κόστισε 10 εκατομμύρια λίρες.
Πηγή: skai.gr - Θανάσης Γκαβός, Λονδίνο