Eσωκομματικές ενστάσεις για το αδίκημα του βιασμού στον νέο Ποινικό Κώδικα

Παρά την ομοφωνία των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ περί ανάγκης προώθησης του νέου Ποινικού Κώδικα και Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κατά τη συζήτησή τους στην επιτροπή της Βουλής, δεν έλειψαν και οι εσωκομματικές ενστάσεις από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, με επίκεντρο το αδίκημα του βιασμού, εν μέσω έντονων αντιδράσεων και κινητοποιήσεων από φεμινιστικές οργανώσεις.

Διευκρινίσεις για τον ορισμό του βιασμού και τις ποινές που θεσπίζονται, ζήτησαν από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, η Αννέτα Καββαδία και η Μαρία Θελερίτη, στη σκιά ανακοινώσεων οργανώσεων, που μιλούν για διάκριση των βιασμών με τον νέο Κώδικα σε κακουργηματικού και πλημμεληματικού χαρακτήρα.


«Υπάρχει ένα μεγάλο “αλλά”. Το θύμα βιασμού είναι θύμα βιασμού σε κάθε περίπτωση, είτε πρόκειται για τετελεσμένη πράξη βίας, είτε πρόκειται για την απειλή παράνομης πράξης. Με αυτό καταλαβαίνω όταν λέμε “απειλή παράνομης πράξης”, την ψυχολογική βία που ασκείται. Άλλωστε το αναγνωρίζει αυτό και ο νέος ποινικός κώδικας. Επομένως το ερώτημα το οποίο τίθεται είναι γιατί υπάρχει αυτή η διαφοροποίηση, γιατί υπάρχει αυτή η κλιμάκωση μεταξύ κακουργήματος και πλημμελήματος», σημείωσε χαρακτηριστικά η κ. Καββαδία.

Η ίδια βουλευτής, πρόσθεσε εν είδει ερωτήματος ότι «σε κάθε περίπτωση, η απουσία συναίνεσης συνιστά βιασμό και σ' αυτό φαντάζομαι δε διαφωνεί κανείς και καμία από μας. Ο βιασμός, δηλαδή, ο οποίος δεν μπορεί να αποδειχθεί δεν είναι βιασμός;».

Στη διεύρυνση του τι νοείται βιασμός μέσω της κύρωσης της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, που ορίζει το δεσμευτικό νομικό πλαίσιο για την πρόληψη όλων των μορφών βίας κατά των γυναικών και την προστασία των θυμάτων έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας, στάθηκε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Μαρία Θελερίτη, υπογραμμίζοντας ότι αυτή η διάσταση της διεύρυνσης θα έπρεπε να αποτυπώνεται και στον νέο Ποινικό Κώδικα. «Ο βιασμός ακόμα και όταν δεν μπορεί να αποδειχθεί δεν παύει να είναι βιασμός», τόνισε.  

Ο Μιχάλης Καλογήρου πάντως υπεραμύνθηκε των διατάξεων του νέου Ποινικού Κώδικα, υποστηρίζοντας ότι διασφαλίζουν πλήρως τα δικαιώματα του θύματος.

Συγκεκριμένα, επισήμανε ότι πέρα από το αδίκημα σε βαθμό κακουργήματος για βιασμό  μέσω σωματικής βίας ή σωματικής απειλής και το αδίκημα σε βαθμό πλημμελήματος, προβλέπεται έκτιση ποινής 3 ετών, εξηγώντας ότι αφορά τις περιπτώσεις που ο δράστης όταν δεν καταργεί δια της βίας τη βούληση του θύματος περιορίζει την ελευθερία επιλογής του, όπως για παράδειγμα ο εκβιασμός για την αποφυγή δημοσιοποίησης ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων.

Τόνισε, δε, ότι στο νέο Ποινικό Κώδικα τιμωρείται η κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους συγκεκριμένων προσώπων προκειμένου να επιτύχουν γενετήσια επαφή με πρόσωπα που εξαρτώνται από αυτούς.

Τη διαφωνία του με τη μεταφορά των βασανιστηρίων από το κεφάλαιο περί εγκλημάτων  που προσβάλλουν το δημοκρατικό πολίτευμα σε εκείνα της κατάχρησης υπαλληλικής εξουσίας, είχε διατυπώσει νωρίτερα και ο βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ και πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης, Νίκος Παρασκευόπουλος, αποσπώντας τελικά την υπόσχεση του κ. Καλογήρου για νομοτεχνικές βελτιώσεις.

«Διαφωνώ με την επιλογή να υπάρχουν μορφές βασανιστηρίων, οι οποίες θεωρούνται ότι δεν βλάπτουν το πολίτευμα. Οι πράξεις των βασανιστηρίων έχουν αποδέκτη  το ίδιο το πολίτευμα. Μια πράξη βασανισμού αναιρεί τον ίδιο τον αυτοπροσδιορισμό. Εξαναγκάζεται ο πολίτης  να κάνει το "α" η το "β" επειδή πονάει το σώμα του. Μηδέν αυτοπροσδιορισμός. Η ύπαρξη αυτοπροσδιορισμού είναι το κομβικό στοιχείο για το πολίτευμά μας. Πολύ σωστά στον απόηχο της δικτατορίας αυτό είχε τοποθετηθεί στα εγκλήματα κατά του πολιτεύματος», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Πηγή: Ναντίν Χαρδαλιά