Τι περιμένει η ελληνική αγορά από το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας

Το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας συστάθηκε πρόσφατα και επισήμως και αποτελεί άλλη μια μνημονιακή δέσμευση η οποία βαίνει προς υλοποίηση. Η θεσμοθέτηση όμως του εν λόγω Χρηματιστηρίου σημαίνει πολλά και για την ελληνική αγορά. Η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου και ΑΠΕ μετασχηματίζεται και η Ελλάδα «τρέχει» να προλάβει τις εξελίξεις η οποίες οδεύουν προς την ενοποίηση της ευρωπαϊκής αγοράς. Αυτός είναι ένας όρος ο οποίος δεν πρέπει να μας τρομάζει.

Στις ημέρες μας, οι περισσότερες χώρες της ΕΕ έχουν ενοποιήσει σε σημαντικό ποσοστό τις αγορές τους και έχουν θεσμοθετήσει Χρηματιστήρια Ενέργειας μέσω των οποίων διεξάγονται διασυνοριακές συναλλαγές με διαφάνεια και αξιοπιστία, εξασφαλίζοντας μεγαλύτερη ρευστότητα στην αγορά ενέργειας και συγχρόνως παρέχοντας ένα πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον προς τους τελικούς καταναλωτές.

Πρωταρχική επιδίωξη του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας είναι να καταφέρει να παρέχει στους συμμετέχοντες ένα ασφαλές, σταθερό και φιλικό για το χρήστη περιβάλλον πλήρως εναρμονισμένο με τις διεθνείς πρακτικές και το Ευρωπαϊκό κανονιστικό πλαίσιο. Το θεσμικό πλαίσιο και οι εποπτικοί φορείς που διέπουν τη λειτουργία τόσο του Χρηματιστηρίου Ενέργειας αλλά και των συμμετεχόντων σε αυτό, διαχωρίζονται σε τρείς κατηγορίες. Ο παρακάτω πίνακας συγκεντρώνει τους φορείς εποπτείας, ανάλογα με το εάν αυτοί εμπίπτουν στην Ευρωπαϊκή Χρηματοοικονομική Νομοθεσία, στην Κρατική και Ευρωπαϊκή Εποπτεία ή την Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Νομοθεσία.

Αν εξετάσει κανείς την ευρωπαϊκή πραγματικότητα, θα μπορούσε να διαπιστώσει ότι τα κυριότερα Χρηματιστήρια Ενέργειας στην Ευρώπη θεωρούνται το NORDPOOL στη Σκανδιναβία από το 2001, το EPEX SPOT στην Κεντρική Ευρώπη (2008), το ΕΕΧ στη Γερμανία (2002), το GME στην Ιταλία (2009), το OMIE στην Ισπανία και την Πορτογαλία (1997) και το TGE στην Πολωνία (1999). Τα περισσότερα από τα προαναφερθέντα Χρηματιστήρια Ενέργειας διενεργούν δημοπρασίες σε καθημερινή βάση, όπου διαπραγματεύονται ενεργειακά προϊόντα, όπως για παράδειγμα η ηλεκτρική ενέργεια, το φυσικό αέριο, οι ρύποι του διοξειδίου του άνθρακα και πρόσφατα τα λεγόμενα πράσινα πιστοποιητικά. Ο μεγαλύτερος όγκος των συναλλαγών εντοπίζεται στο EEX, στο NordPool και το EPEX SPOT. Πέραν όμως του σημαντικού όγκου των συναλλαγών, στα παραπάνω Χρηματιστήρια Ενέργειας παρατηρείται χαμηλό κόστος συναλλαγών, χαρακτηριστικό που σε συνδυασμό με την επιτυχή διαχείριση κινδύνων από τους οίκους εκκαθάρισης, ενισχύει τη θέση και την αξιοπιστία τους.

Σε αντίθεση με αυτές τις εξελίξεις, στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης παρατηρείται περιορισμένη απελευθέρωση των αγορών, στοιχειώδεις διασυνοριακές συναλλαγές, ενώ δεν έχουν αναπτυχθεί ακόμη τα αντίστοιχα προηγμένα συστήματα χρηματιστηριακών συναλλαγών. Λαμβάνοντας υπόψιν την υφιστάμενη κατάσταση, μεμονωμένα χρηματιστήρια στην περιοχή, όπως το SOUTHERN POOL στη Σλοβενία (2008), το CROPEX στην Κροατία (2016), το SEEPEX στη Σερβία (2015) και το IBEX στη Βουλγαρία (2014), αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη λειτουργία τους, κυρίως λόγω έλλειψης ρευστότητας.
Στην Ελλάδα, το περιβάλλον της αγοράς ενέργειας μορφοποιήθηκε ριζικά στις 21 Φεβρουαρίου 2017, οπότε και υπογράφηκε Μνημόνιο Συνεργασίας μεταξύ του ΛΑΓΗΕ και του Χρηματιστηρίου Αθηνών για την εκπόνηση επιχειρησιακού σχεδίου, αναφορικά με τη δημιουργία του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας, το οποίο αντικαθιστά πλέον το σύστημα της υποχρεωτικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού (ΗΕΠ). Μέσω της υπάρχουσας λειτουργίας της αγοράς, τα περιθώρια ουσιαστικής διαφοροποίησης του ενεργειακού κόστους για τους συμμετέχοντες είναι περιορισμένα, διότι όλοι λαμβάνουν την ίδια τιμή, γνωστή και ως οριακή τιμή συστήματος. Οι τέσσερις νέες αγορές που ορίστηκαν στη θέση του υφιστάμενου ΗΕΠ είναι οι εξής: Αγορά Επόμενης Ημέρας, Ενδοημερήσια Αγορά, Προθεσμιακή Αγορά και Αγορά Εξισορρόπησης.

Η ηλεκτρική ενέργεια, θεωρείται ως η κυριότερη αγορά ενέργειας στην Ελλάδα, γεγονός που την καθορίζει ως πυλώνα στήριξης, πάνω στον οποίο αναμένεται να προσκολληθούν και οι λοιπές αγορές, όπως αυτή του φυσικού αερίου. Με βάση την απελευθέρωση της αγοράς του φυσικού αερίου από τις αρχές του 2018, η ενσωμάτωση του στην πλατφόρμα του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας αναμένεται να προσδώσει πολλαπλά οφέλη τόσο προς τους μεγάλους ενεργειακούς ομίλους αλλά και στους μικρότερους συμμετέχοντες στην λιανική αγορά.

Οι προαναφερθείσες τέσσερις αγορές αναμένεται να προσδώσουν τα κατάλληλα εργαλεία διαχείρισης κινδύνου στους συμμετέχοντες της αγοράς, γεγονός που συνεπάγεται περισσότερη ευελιξία. Πιο συγκεκριμένα, στην Αγορά Επόμενης Ημέρας εκτελούνται συναλλαγές μεταξύ πωλητών και αγοραστών για τη φυσική παράδοση ηλεκτρικής ενέργειας την επόμενη ημέρα, ενώ στην Ενδοημερήσια Αγορά εκτελούνται συναλλαγές εντός της ημέρας παράδοσης. Επιπλέον, η ύπαρξη Προθεσμιακής Αγοράς διευκολύνει την εκκαθάριση συναλλαγών ενέργειας με παράδοση σε μελλοντικές περιόδους. Συμμετέχοντας στη συγκεκριμένη αγορά, ένας προμηθευτής έχει τη δυνατότητα να προκαθορίσει “σήμερα” την τιμή και τη συμφωνημένη ποσότητα που υποχρεούται να παραδώσει ανάλογα με το συμφωνηθέν συμβόλαιο που μπορεί να είναι μηνιαίο, τριμηνιαίο ή ετήσιο. Ταυτόχρονα έχει πλήρη ευελιξία, ώστε να διαφοροποιήσει τη θέση του εντός του συγκεκριμένου ορίζοντα. Τέλος, εφόσον ο Διαχειριστής προβλέπει ότι η συνολική παραγωγή δεν ισοδυναμεί με τη συνολική ζήτηση, διενεργούνται οι κατάλληλες διαδικασίες για την εξισορρόπηση της παραγωγής και της ζήτησης στην αποκαλούμενη Αγορά Εξισορρόπησης.
Ο στόχος για μια ενιαία Ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας βρίσκεται ήδη σε προχωρημένη φάση ολοκλήρωσης στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, ενώ όπως είναι εμφανές από τις πρόσφατες εξελίξεις, στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης έχει καθυστερήσει σημαντικά η υλοποίηση του. Έπειτα από τη σύζευξη των αγορών στις εκάστοτε περιφέρειες, θα ακολουθήσει και η σύγκλιση τιμών μεταξύ των διασυνδεμένων αγορών. Η συγκεκριμένη τόνωση του διασυνοριακού εμπορίου, αποσκοπεί στη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης και πλήρως ανταγωνιστικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Συνεπώς, η δημιουργία του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας θεωρείται ως καίρια προϋπόθεση για την επίτευξη των παραπάνω σκοπών και ταυτόχρονα, είναι ένα γεγονός που θα σηματοδοτήσει την ωρίμανση της Ελληνικής ενεργειακής αγοράς.

Του Δρ. Κώστα Ανδριοσόπουλου, προέδρου της HAEE και καθηγητή Χρηματοοικονομικών και Ενεργειακής Οικονομίας στο ESCP Europe Business School στο Λονδίνο


Πηγή: Κώστας Ανδριοσόπουλος