Από τη λαοκρατία στη βορβοροκρατία

“O λαός βρήκε τελικά μια λέξη: Λαοκρατία! Ο λαός ν' ανέβει ψηλότερα, να ζήσει καλύτερα, να γίνει αφέντης, να πάψουν οι κακοί να αδικούν το λαό, να τον περιφρονούν, να τον σκοτώνουν, αυτό, έτσι αόριστο, είναι το λαϊκό αίτημα που νιώθει κανείς μες' τον αέρα...”

Απόσπασμα υπομνήματος του Γιώργου Θεοτοκά στον Γεώργιο Παπανδρέου - 19 Οκτωβρίου 1944

Ήταν Οκτώβρης του '44 όταν μέσα από τις ωδίνες της Κατοχής η “λαοκρατία” αναδείχθηκε σε κεντρικό σύνθημα του κόσμου που πίστευε στην Αριστερά. Ένα σύνθημα ρομαντικό, αγνό, ρωμαίικο, όσο κι αν τελικά τσαλαπατήθηκε και έγινε κουρελού από αντιπάλους, αλλά και από τον Ζαχαριαδικό Σταλινισμό. Είναι Οκτώβρης του 2014... Ποιο άραγε είναι το σύνθημα του πολιτικού μας κόσμου που θα εμπνεύσει την κοινή γνώμη αυτή τη φορά; Μάλλον η “βορβοροκρατία”... Αυτό το καμωμένο από λάσπη σπασμένο τηλέφωνο, αυτή η πνιγηρή ατμόσφαιρα που έχει σκεπάσει την πολιτική ζωή του τόπου και εξαπλώνεται σαν ιός στην κοινωνία και την οικονομία αναδίδοντας αφόρητη δυσωδία, μα και εμφυλιοπολεμικές νοοτροπίες, με σκοτεινό ορίζοντα τις εκλογές.

“Ο μπατζανάκης της εξαδέλφης της αδελφής του πατέρα μου μού είπε ότι ο Ταδόπουλος είναι λαμόγιο. Εγώ δεν το υιοθετώ αυτό φυσικά, ούτε ξέρω κάτι. Απλώς το άκουσα και το λέω παντού”. Αυτή είναι η σημερινή κατάσταση του σημερινού μας πολιτικού πολιτισμού(;). Πολιτικό κουτσομπολιό νέας εσοδείας, που δηλητηριάζει σκέψεις και καταφέρει προληπτικά χτυπήματα σε υπολήψεις, φύτρωσε σαν το μανιτάρι στα τηλεπάνελ και στο Σύνταγμα και άπλωσε τις ρίζες του παντού. Βορβοροκρατία. Βόθρος. Εμέσματα με προφανείς στόχους από προφανώς ανήθικους ανθρώπους που έχουν στο προσκεφάλι τους, μα και μέσα στο κεφάλι τους, τον Μακιαβέλι (“Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα μόνο όταν τα μέσα αγιάζουν το σκοπό” έλεγε πάλι ο Τρότσκι...) Δεν θα έπρεπε τόσο να μας ανησυχεί η “αντίδραση των αγορών” όταν κάποιοι δεν βάζουν φρένο στη γλώσσα τους. Είναι η μη-αντίδραση της κοινωνίας σε τέτοια παρακμιακά φαινόμενα που θα έπρεπε να ανησυχεί περισσότερο. Στην καλύτερη περίπτωση παθητική συμπεριφορά, αν όχι υιοθέτηση της διχαστικής λογικής και της λασπολογίας από μέρος του κόσμου, όχι πια για τον “πολιτικό του” αλλά και για το διπλανό του. Αυτή η ζοφερή κατάσταση υποβοηθάται βέβαια και από την απεχθή ανάγκη του δημοσιογραφικού απορρήτου, έναν θεσμό προαπαιτούμενο μεν για να προστατεύσει τις πηγές του ένας δημοσιογράφος, επικίνδυνο όπλο δε σε ασυνείδητους που επιδιώκουν την εντυπωσιοθηρία και τη faux “δημοσιογραφική επιτυχία” με αντίκρισμα τα “νούμερα” και μερικές φυλλάδες παραπάνω.

Λέμε ότι “είμαστε ότι τρώμε”. Επί πολλά χρόνια τρώγαμε ευχαρίστως κουτόχορτο, τώρα τρώμε με λύσσα τα λυσσακά μας. Τι μάς κάνει αυτό; Κανίβαλους; Και τι συμβαίνει σε ένα κοινωνικό σώμα που καταναλώνει μανικά τον εαυτό του;

Πηγή: Στέλιος Ν. Κάνδιας