Η Κομισιόν «κόβει» βαθιά τις προβλέψεις για την ανάπτυξη της Ελλάδας

Σε βαθιά και προς το χειρότερο αναθεώρηση των προβλέψεών της για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας φέτος και το επόμενο έτος προχώρησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προειδοποιώντας παράλληλα πως τυχόν νέες καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης παραμένουν η μεγαλύτερη πηγή κινδύνου.

Στις εαρινές προβλέψεις της, η Κομισιόν εκτιμά πως το ελληνικό ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,1% φέτος, δηλαδή 0,6 μονάδες χειρότερα από ό,τι προέβλεπε τον χειμώνα. Εξίσου μεγάλη είναι η αναθεώρηση για το 2018, με τις Βρυξέλλες να υπολογίζουν πλέον ανάπτυξη 2,5%.

Επί τα χείρω αναθεωρήθηκε επίσης η πορεία της ανεργίας και των επενδύσεων.

Οι αλλαγές προς το χειρότερο πηγάζουν εν μέρει από τις καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Η Κομισιόν επισημαίνει πως η αβεβαιότητα διατηρεί σε «μέτρια» επίπεδα τις προοπτικές ανάκαμψης της οικονομίας, καθώς καθυστέρησε την ανάκτηση της επενδυτικής και καταναλωτικής εμπιστοσύνης.

Η Επιτροπή σημειώνει χαρακτηριστικά πως οι επενδύσεις έδωσαν πολύ μικρή ώθηση στο ΑΕΠ το 2016, αφού αυξήθηκαν κατά μόλις σε 0,1% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Προειδοποιεί μάλιστα πως περιορισμοί που ταλανίζουν το τραπεζικό σύστημα, οι οποίοι θα αρθούν μόνο σταδιακά, θα συνεχίσουν να πλήττουν το σχηματισμό νέου κεφαλαίου.

Ο δεύτερος παράγοντας που επικαλείται η Κομισιόν για την αναθεώρηση ήταν η απροσδόκητα μεγάλη πτώση της οικονομικής δραστηριότητας το τελευταίο τρίμηνο του 2016, με τις Βρυξέλλες να αναφέρουν πως η η θετική επίδραση από το περσινό έτος θα είναι πολύ χαμηλότερη από ό,τι αναμενόταν.

Σε ένα θετικό μήνυμα πάντως, η Επιτροπή επιβεβαιώνει την πρόβλεψή της ότι η Αθήνα θα πετύχει τους στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος το 2017 και το 2018.

Σημειώνει δε πως η εκτίμησή της δεν λαμβάνει υπόψη τις εν εξελίξει αλλαγές στη φορολογική διοίκηση και το ενδεχόμενο καλών επιδόσεων στην απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων, κάτι που σημαίνει ότι υπάρχουν περιθώρια για καλύτερη δημοσιονομική πορεία.

Στον αντίποδα, οι κίνδυνοι για χειρότερη δημοσιονομική επίδοση οφείλονται στον ενδεχόμενο υπο-απόδοσης στις μεταρρυθμίσεις και σε περαιτέρω καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
Πηγή: skai.gr