Κλείσιμο

ΔΝΤ: Η Ελλάδα δεν πετυχαίνει ούτε στο μισό τους δημοσιονομικούς στόχους της

Η Ελλάδα δεν πρόκειται να πετύχει ούτε στο μισό τους τελικούς στόχους για πρωτογενή πλεονάσματα που έχουν θέσει οι Ευρωπαίοι, ενώ το χρέος της θα παραμείνει σε πολύ υψηλά επίπεδα και μετά την ολοκλήρωση του Μνημονίου, επισημαίνει στις νεότερες εκτιμήσεις του το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Στην εξαμηνιαία έκθεσή του για τις δημοσιονομικές εξελίξεις, το Ταμείο ουσιαστικά στέλνει νέο μήνυμα στους ευρωπαίους εταίρους ότι πρέπει να χαλαρώσουν τους δημοσιονομικούς στόχους και να ελαφρύνουν το χρέος, καθώς εκτιμά ότι η Αθήνα δεν πρόκειται να πετύχει τα επιθυμητά πρωτογενή πλεονάσματα τουλάχιστον έως και το 2021, δηλαδή τόσο κατά τη διάρκεια του Μνημονίου όσο και τα πρώτα τρία χρόνια μετά τη λήξη του.

Το πρωτογενές πλεόνασμα συνδέεται άρρηκτα με τη βιωσιμότητα του χρέους, καθώς επαρκώς μεγάλα πλεονάσματα επιτρέπουν την απρόσκοπτη εξυπηρέτηση των οφειλών κάθε χρόνο.

Το πρόγραμμα προβλέπει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 αλλά και τα έτη που ακολουθούν. Το ΔΝΤ ωστόσο υπολογίζει ότι η Αθήνα δεν πρόκειται να φτάσει ούτε στο μισό αυτόν το στόχο, κάνοντας λόγο για πλεονάσματα της τάξης του 1,6% από το 2018 έως το 2020. Μάλιστα, οι ελληνικές επιδόσεις θα υποχωρήσουν ελαφρά το 2021, στο 1,5%.

Το ΔΝΤ έχει επανειλημμένα ζητήσει μείωση του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα στο 1,5%, ή στη χειρότερη περίπτωση στο 2% του ΑΕΠ, και παράλληλη ελάφρυνση του χρέους, προκαλώντας την ενόχληση των εταίρων.

«Μία ρεαλιστική πορεία πολιτικής [για την Ελλάδα] πρέπει να συμπληρώνεται από ελάφρυνση χρέους» δήλωσε ο υπεύθυνος της έρευνας, Βίτορ Γκάσπαρ, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στην Ουάσιγκτον.

Ο επικεφαλής οικονομολόγος του, Μορίς Ομπστφελντ, τόνισε χθες την ανάγκη να συμφωνηθούν στόχοι που θα είναι «πολιτικά βιώσιμοι» για την Ελλάδα, και κάλεσε για συζήτηση πάνω στο χρέος πέρα από πολιτικές σκοπιμότητες.

Το γεγονός ότι το Ταμείο εξακολουθεί να αμφισβητεί ανοιχτά τους δημοσιονομικούς στόχους παρά το ότι χθες αναθεώρησε προς το καλύτερο τις προβλέψεις για την πορεία της οικονομίας φανερώνει την πεποίθησή του ότι η ανάκαμψη δεν αρκεί για να λύσει τα μεγάλα δημοσιονομικά προβλήματα που βλέπει στην Ελλάδα. Στην ανάλυσή του το Σεπτέμβριο το ΔΝΤ είχε σταθεί στην υπέρογκη ασφαλιστική δαπάνη, το άδικο φορολογικό σύστημα και την κακή κουλτούρα πληρωμής.

Το χρέος παραμένει ψηλό

Αυτές οι δημοσιονομικές αστοχίες έχουν αντίκτυπο και στο κρίσιμο μέτωπο του χρέους, που το ΔΝΤ προβλέπει ότι θα αυξηθεί κατά σχεδόν οκτώ μονάδες τα χρόνια του τρίτου Μνημονίου, φτάνοντας στο 184,7% του ΑΕΠ το 2018, από 176,9% που ήταν το 2015.

Τα επόμενα χρόνια θα δουν σταδιακή μείωση του βάρους, με το Ταμείο να εκτιμά πως το χρέος θα πέσει στο 169,2% της οικονομικής δραστηριότητας το 2021, επίπεδο όμως που δεν θεωρείται σε καμία περίπτωση βιώσιμο από τη σκοπιά του διεθνούς οργανισμού.

Το ΔΝΤ αναμένεται να παρουσιάσει νέα ανάλυση για τη βιωσιμότητα και την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους έως το τέλος του έτους, και ζητά επίμονα από τους Ευρωπαίους να καταρτίσουν συγκεκριμένα μακροχρόνια μέτρα που θα το καθιστούν βιώσιμο.

Ο οργανισμός έχει καταστήσει σαφές ότι δεν θα συμμετάσχει με νέα δάνεια στο τρίτο πρόγραμμα στήριξης εάν οι Ευρωπαίοι δεν δεχτούν βαθιά ελάφρυνση του χρέους και εάν η ελληνική κυβέρνηση δεν εφαρμόσει βαθιές μεταρρυθμίσεις. Το Ταμείο θεωρεί ότι οι αλλαγές που ψηφίστηκαν την άνοιξη στο ασφαλιστικό και το φορολογικό είναι είτε ανεπαρκείς είτε σε λάθος κατεύθυνση.
Πηγή: skai.gr - Αλέξανδρος Μαράκης