Ιερή «ύλη» ασεβούς πρωτεύουσας

Ο ελαιώνας της Αθήνας, το ιερό δάσος της αρχαίας πόλης-κράτους που σφράγισε με πνευματικά, πολιτικά και στρατιωτικά επιτεύγματα την παγκόσμια ιστορία, κατέχει μια νευραλγική θέση στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον. Τρία χιλιόμετρα από την Ομόνοια και δύο από την Ακρόπολη και τον Κεραμεικό, αποτελεί γρίφο μαζί και μήλον της έριδος για τις αρχές της πόλης, το κράτος, τα ιδιωτικά συμφέροντα και τους πολίτες μιας βεβαρυμμένης μεγαλούπολης. Στην πρωτεύουσα του ελληνισμού της τρίτης χιλιετίας, αρχαιολόγοι, χωροτάκτες, πολεοδόμοι, αρχιτέκτονες τοπίου και πολιτικοί άρχοντες καλούνται να σταθούν με σεβασμό μπροστά σε έναν χώρο που αποτελεί μνημείο πολιτισμικής και φυσικής ιστορίας.
 
Τα δένδρα της θεάς
Οι πολίτες της αρχαίας Αθήνας αναφέρονταν στον ελαιώνα ως «ύλη», δηλαδή δάσος – τόσο πυκνοφυτεμένος ήταν. Το σημαντικότερο στοιχείο αυτού του είδους αρχαίου αστικού πρασίνου, τα ίχνη του οποίου διαρθρώνουν το πολεοδομικό συγκρότημα της πρωτεύουσας μέχρι σήμερα, αποτελούσαν περί τις 120.000 ελαιόδενδρα, πρόγονοι πολλών από τα αιωνόβια δένδρα που επιζούν ακόμα σήμερα στην περιοχή. Τα δένδρα αυτά για τους Αθηναίους ήταν στην κυριολεξία ιερά. Άμεσα συνδεδεμένα με την προστάτιδα θεά της πόλης, Αθηνά, θεωρούνταν ενσαρκώσεις της θεότητας.
 
Η μεταφυσική οικολογική συνείδηση των αρχαίων κατοίκων της πόλης οριζόταν και από την ανάγκη διαμόρφωσης τοπίου. Η Αττική ήταν άδενδρη έως τον έκτο, περίπου, πΧ αιώνα. Τότε, με απόφαση του Πεισίστρατου, άρχισε η φύτευση ελαιόδενδρων για την προστασία των οποίων είχε θεσπιστεί ειδική νομοθεσία. Η περιοχή που σήμερα καλείται ελαιώνας φυτεύτηκε με απόφαση του ίδιου του Περικλή, λίγο μετά το 500 πΧ. Αρχικά κάλυπτε την πεδιάδα της ιστορικής κοίτης του Κηφισού ποταμού, που πλέον έχει χαθεί, από το ύψος των Λιοσίων έως και το Αλίπεδο του φαληρικού όρμου.
 
Με το πέρασμα των χιλιετιών, κληροδοτήθηκε στους σύγχρονους Έλληνες μικρό μόνο μέρος του όλου σχεδίου του Περικλή. Οι φυτεμένες περιοχές εκτείνονταν στους πρόποδες του Υμηττού, του Βριλησσού και της Πάρνηθας κι εκατέρωθεν της οροσειράς Αιγάλεω, ενώ μέσω του ανοίγματος μεταξύ Πεντελικού και Υμηττού επικοινωνούσαν με τα Μεσόγεια. Το γιγάντιο αυτό περιβαλλοντικό εγχείρημα του χρυσού αιώνα αποτέλεσε βάση της οικονομικής ηγεμονίας της αθηναϊκής «υπερδύναμης», της οποίας ο εμπορικός στόλος πωλούσε το πολύτιμο ελαιόλαδο στα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου.
 
Ο ελαιώνας του μέλλοντος?
Δυστυχώς, το παρόν έγινε αντίποδας του παρελθόντος. Καθώς η σύγχρονη Ελλάδα έχει βαλθεί να αντικαταστήσει το πράσινο της Αττικής με σκυρόδεμα, η οικονομική δραστηριότητα αποτελεί τώρα την πιο σημαντική απειλή για την περιοχή. Στα 9.000 στρέμματα του ελαιώνα εργάζονται χιλιάδες άνθρωποι σε εκατοντάδες βιομηχανίες, βιοτεχνίες και επιχειρήσεις. Δίπλα τους ζουν χιλιάδες μόνιμοι κάτοικοι, αθίγγανοι και παράνομοι μετανάστες. Στην περιοχή εντοπίζονται Οργανισμοί Κοινής Ωφέλειας, στρατιωτικές εγκαταστάσεις και ανώτατες σχολές. Η οικιστική υποβάθμιση, η ρύπανση, η διάβρωση του κοινωνικού ιστού και η καταστροφή της φύσης είναι αποκαρδιωτικές.
 
Παρά τις επάλληλες υπουργικές αποφάσεις για ανάδειξη και αξιοποίηση του οικολογικού θησαυρού του ελαιώνα εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, στην επαύριο του νομικού ναυαγίου μιας «ανάπλασης» με άξονα ένα νέο γήπεδο για τον Παναθηναϊκό, το μέλλον της περιοχής παρουσιάζεται θλιβερά αβέβαιο. Χαρακτηριστικό είναι, πως κοινό παρονομαστή των περισσότερων μελετών ως σήμερα συνιστά η απώλεια πρασίνου προς όφελος οικοδομικής δραστηριότητας, με προτάσεις για τελική διατήρηση μέρους του, που, στην καλύτερη περίπτωση, ανάγεται στο το 65% της κατάφυτης έκτασης.
 
Εντούτοις, ο σύγχρονος αρμόδιος δεν έχει παρά να αντλήσει έμπνευση από τους πρώτους, μακρινούς πατέρες του ελαιώνα. Στην Αθήνα που όρισε τον δυτικό πολιτισμό, οι χώροι αστικού πρασίνου λειτουργούσαν ως κέντρα πνευματικής και αθλητικής εκπαίδευσης, προσελκύοντας πολίτες κάθε κοινωνικής τάξης. Στην μεταβιομηχανική, δοκιμαζόμενη Ελλάδα του 2011, στεκόμαστε μπροστά στην πιο επίκαιρη πρόκληση: Οι αποφάσεις μας να εναρμονιστούν με το παράδειγμα ενός παρελθόντος, που καλούμαστε να αποδείξουμε ότι δεν είναι για πάντα χαμένο, θαμμένο κάτω από σκουπίδια, ιδιωτική αναλγησία, δόλο και κρατική αδιαφορία.
Πηγή: Κωνσταντίνος Μπογδάνος