ΚΑΙΡΟΣ

Ταμείο Ανάκαμψης: Προς ναυάγιο η Σύνοδος Κορυφής; Εκκλήσεις Βερολίνου

Πριν από την έναρξη της έκτακτης Συνόδου Κορυφής της ΕΕ πληθαίνουν οι φωνές στη Γερμανία που επισημαίνουν τη σημασία να ολοκληρωθεί με επιτυχία. Ενδεικτικές είναι οι δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών Χάικο Μάας στις εφημερίδες του ομίλου Funke όπου προειδοποιεί για ενδεχόμενη αποτυχία της επικείμενης Συνόδου Κορυφής της ΕΕ. Θεωρεί ότι πρόκειται για μια ιστορική ευκαιρία προκειμένου να δείξει η ΕΕ ως μια κοινότητα αξιών και αλληλεγγύης, ότι δεν αφήνει αβοήθητα τα κράτη μέλη που έχουν πληγεί ιδιαίτερα από την κρίση του κορωνοϊού. Σε ανάλογο πνεύμα κινούνται και δηλώσεις του γενικού διευθυντή της Ένωσης της Γερμανικής Βιομηχανίας (BDI) Γιοάχιμ Λανγκ. Η δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης είναι «βασική προϋπόθεση» για την έγκαιρη οικονομική ανάκαμψη στην ΕΕ δηλώνει. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του BDI η ευρωπαϊκή οικονομία θα συρρικνωθεί φέτος κατά 9%.

Γενέθλια χωρίς happy end;

Παρά όμως τις όποιες εκκλήσεις η διάσταση απόψεων στο θέμα του Ταμείου Ανάκαμψης και τον κοινοτικό προϋπολογισμό 2021-2027 εξακολουθεί να είναι σημαντική. Αυτό προκύπτει από την ενημέρωση του γερμανού υφυπουργού Εξωτερικών Μίχαελ Ροτ χθες Τετάρτη βράδυ μετά την τηλεδιάσκεψη που είχε προηγουμένως με τους ομολόγους του επί των ευρωπαϊκών θεμάτων από τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ. Σύμφωνα με τον κ. Ροτ οι βασικές διαφορές αφορούν το ύψος του ποσού του Ταμείου Ανάκαμψης που είναι 750 δισ. ευρώ, την αναλογία ανάμεσα σε επιχορηγήσεις (500 δισ. ευρώ) και τα δάνεια (250 δισ. ευρώ) όπως και το αν η βοήθεια από το Ταμείο θα παρέχεται υπό τον όρο της αυστηρής εφαρμογής μεταρρυθμίσεων. Οι «φειδωλές» χώρες Αυστρία, Δανία, Ολλανδία και Σουηδία εξακολουθούν να επιμένουν σε ένα μικρότερο πακέτο βοήθειας, στη μείωση του ποσού των επιχορηγήσεων και την αύξηση του ποσού των δανείων και σε πολύ αυστηρούς όρους για την παροχή βοήθειας.

Σύμφωνα με γερμανικές εκτιμήσεις, με αυτά τα δεδομένα είναι ελάχιστες οι πιθανότητες να επιτευχθεί αύριο λύση στις Βρυξέλλες που είναι και η ημέρα των γενεθλίων της Άνγκελα Μέρκελ.


Πηγή: DW - Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο