ΚΑΙΡΟΣ

Χαρακόπουλος: Ούτε σπιθαμή ακαλλιέργητης γης υπό τον κίνδυνο της σιτοδείας

Στη στάση της Ελλάδας στον πόλεμο της Ουκρανίας, αλλά και στις συνέπειες στην οικονομία και την πρωτογενή παραγωγή που επιβάλλουν την καλλιέργεια κάθε σπιθαμής γης στην ΕΕ, αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής, βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας, κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος μιλώντας στη «Φωνή της Ελλάδας».

Ο κυβερνητικός βουλευτής ερωτηθείς σχετικά τόνισε ότι «η Ελλάδα, βεβαίως και μπορεί να θέσει τις καλές της υπηρεσίες στη διάθεση όλων των εμπλεκόμενων πλευρών. Η Ελλάδα, όμως, είναι μέλος της ΕΕ και η ΕΕ έχει πάρει μια σαφή θέση απέναντι στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Θα έλεγα ότι το κάνει όχι μόνο γιατί είναι με την πλευρά του δικαίου, της εφαρμογής του διεθνούς δικαίου, αλλά και γιατί ο ελληνισμός έχει και την οδυνηρή εμπειρία μιας αντίστοιχης εισβολής, της τουρκικής εισβολής το 1974, σε ένα ανεξάρτητο κράτος, που είναι η Κύπρος και σαράντα οχτώ χρόνια τώρα, είναι μια ανοιχτή πληγή για τον ελληνισμό. Άρα, η Ελλάδα  εκ των πραγμάτων όφειλε να πάρει μία σαφή θέση και να είναι με την πλευρά του θύματος και όχι με την πλευρά του θύτη».

Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος υπογράμμισε, ωστόσο, ότι «η Τουρκία από τη μία αγοράζει όπλα από τη Ρωσία κι από την άλλη πουλάει μη επανδρωμένα αεροσκάφη στην Ουκρανία. Δεν ακολούθησε τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο στην επιβολή κυρώσεων προς την Ρωσία, επιδιώκει να κάνει business και με τις δύο πλευρές. Είναι μία πιο ιδιάζουσα κατάσταση. Είδατε ότι ακόμη και χώρες οι οποίες είχαν ιδιαίτερες σχέσεις με τη Ρωσία, όπως η Ουγγαρία για παράδειγμα, που το προηγούμενο διάστημα καυχιόνταν ότι έπαιρνε το φυσικό αέριο σε πολύ καλύτερες τιμές από άλλες χώρες της ΕΕ, είναι σταθερά στο πλευρό της Ουκρανίας. Οι χώρες αυτές, επειδή ακριβώς και κατά την σοβιετική περίοδο αλλά και νωρίτερα βίωσαν την επεκτατική πολιτική της τσαρικής Ρωσίας, είναι πάρα πολύ επιφυλακτικές, για να μη χρησιμοποιήσω βαρύτερη έκφραση, απέναντι στη Ρωσία. Βλέπετε τις αντιδράσεις της Πολωνίας των χωρών της Βαλτικής και αυτό τον αντίκτυπο τον εισπράττουμε και εμείς στην οργάνωσή μας στη Διακοινοβουλευτική Συνέλευση Ορθοδοξίας. Μακάρι να επικρατήσει το ταχύτερο η ειρήνη, να βρεθεί μία λύση με βάση το διεθνές δίκαιο για να μην υψωθεί ένα νέο σιδηρούν παραπέτασμα, όπως είχε χαρακτηρίσει κάποτε ο Τσώρτσιλ την διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην ανατολική και τη δυτική Ευρώπη, μετά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο».

Κίνδυνος επισιτιστικής κρίσης 

Σχετικά μα τις επιπτώσεις του πολέμου στην παγκόσμια οικονομία ο Θεσσαλός πολιτικός επισήμανε ότι «έχουμε σοβαρό κίνδυνο σιτοδείας, επισιτιστικής ασφάλειας στην Ευρώπη και στην περιοχή μας γιατί και η Ουκρανία και η Ρωσία είναι από τους βασικούς σιτοβολώνες της Ευρώπης. Το 30% των δημητριακών, των σιτηρών παράγονται σε αυτές τις χώρες και υπάρχει σοβαρός κίνδυνος. Ήδη βλέπετε ότι σε πολλές χώρες της Ευρώπης υπάρχει ο φόβος αυτός και καταφεύγουν στην προμήθεια τροφίμων που έχουν σχέση με τα δημητριακά. Θα έχουμε έλλειψη σε ηλιέλαιο για παράδειγμα που παράγεται, επίσης, σε μεγάλο βαθμό στην Ουκρανία και ανοίγει και μία συζήτηση ευρύτερα όσον αφορά την Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΕ. Μέχρι πρότινος, υπήρχε η άποψη ότι θα πρέπει να δώσουμε περισσότερο χώρο στο λεγόμενο “πρασίνισμα”, στη λεγόμενη “αγρανάπαυση”, να αφήνουμε γη ακαλλιέργητη, να δασώνουμε χωράφια και μάλιστα με επιδοτήσεις. Μετά το σοκ του πολέμου και τον κίνδυνο της επισιτιστικής ασφάλειας, άκουσα τις προάλλες τον Γάλλο υπουργό Γεωργίας να λέει ότι, δεν πρέπει να μείνει ούτε σπιθαμή ευρωπαϊκής γης ακαλλιέργητη.

Η εξίσωση είναι ακόμα πιο δυσεπίλυτη διότι ένα μεγάλο μέρος επίσης των λιπασμάτων, των αγροτικών εφοδίων, παράγεται στην Ρωσία. Οι αυξήσεις που, ήδη, είχαν συντελεστεί στην ενέργεια από την εκτίναξη της τιμής του φυσικού αερίου οδήγησαν τέσσερα εργοστάσια παραγωγής λιπασμάτων σε αδράνεια γιατί ήταν εξωφρενικές οι τιμές των λιπασμάτων. Τώρα διατρέχουμε τον κίνδυνο, ενώ θα έχουμε ελλείψεις σε εισαγωγές δημητριακών από το εξωτερικό και η εγχώρια παραγωγή να μην είναι η αναμενόμενη, γιατί οι αγρότες θα δυσκολευτούν σε μεγάλο βαθμό να ρίξουμε τα λιπάσματα που χρειάζεται η γη για να καρποφορήσει. Δεν θα λιπάνουν τόσο πολύ δηλαδή τη γη, τα χωράφια τους, λόγω κόστους, με αποτέλεσμα να έχουμε και μικρότερες παραγωγές, και άρα το πρόβλημα να ενταθεί έτι περαιτέρω».
 

Πηγή: skai.gr