ΚΑΙΡΟΣ

Στο στόχαστρο της ΕΕ οι έμποροι έργων τέχνης για ξέπλυμα μαύρου χρήματος

Τα έργα τέχνης είναι ένα ελκυστικό μέσο για να νομιμοποιηθούν έσοδα από διαφόρων ειδών παράνομες δραστηριότητες. Οι πιο γνωστές και πολυσυζητημένες υποθέσεις αφορούν στον Βραζιλιάνο Edmar Cid Ferriera, ιδρυτή και πρώην πρόεδρο της Banco Santos ο οποίος αγορασε δεκάδες έργα τέχνης γνωστών καλλιτεχνών με χρήματα που είχε αποκτήσει παράνομα από την Banco Santos, καθώς επίσης και στον Μαλαισιανό Πρωθυπουργό Najib Razak ο οποίος διοχέτευσε παράνομα μέρος της περιουσίας του ταμείου κρατικών επενδύσεων της Μαλαισίας αξίας $1 δις. σε πίνακες του Basquiat, Rothko και Van Gogh.

Μια σειρά εγγενών χαρακτηριστικών της αγοράς της τέχνης εξηγούν γιατί ο χώρος αυτός γίνεται ολοένα και πιο ευάλωτος στο ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Βασικοί παράγοντες είναι ότι τα έργα τέχνης είναι κινητά αντικείμενα μεγάλης αξίας που μπορούν εύκολα να περάσουν διεθνή σύνορα. Βάζοντας στην εξίσωση τη μεταβλητότητα της αγοράς και το γεγονός ότι οι τιμές μπορούν να οριστούν και να αλλάξουν ανά πάσα στιγμή, η ευκολία με την οποία μπορεί κάποιος να ξεπλύνει βρώμικο χρήμα μέσω των έργων τέχνης είναι εμφανής. Άλλοι παράγοντες που παίζουν ρόλο είναι η κουλτούρα ανωνυμίας / μυστικότητας όπου ο πωλητής και ο αγοραστής συχνά δεν γνωρίζουν ο ένας τον άλλον αλλά και η συχνή χρήση υπεράκτιων εταιριών και λογαριασμών που διευκολύνει ακόμα περισσότερο τους στόχους εκείνων οι οποίοι προσπαθούν να νομιμοποιήσουν έσοδα από παράνομες δραστηριότητες.

Όπως ήταν αναμενόμενο, λοιπόν, η αγορά της τέχνης τράβηξε την προσοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η 5η Οδηγία σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (η «5η Οδηγία») τέθηκε σε ισχύ στις 9 Ιουλίου 2018 και τα κράτη μέλη υποχρεούνται να την ενσωματώσουν στις εθνικές νομοθεσίες τους μέχρι τις 10 Ιανουαρίου 2020. Η Φοίβη Κουβελά, δικηγόρος στο γραφείο ArtSecure με εξειδίκευση στο δίκαιο της τέχνης αναφέρει: «Μεταξύ άλλων αλλαγών, η 5η Ευρωπαϊκή Οδηγία διευρύνει το πεδίο εφαρμογής του πλαισίου καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και επιβάλλει ρητά υποχρεώσεις στους εμπόρους έργων τέχνης. Φυσικά, η 4η Οδηγία επηρέαζε - έστω και έμμεσα - τις επιχειρήσεις τέχνης, παραλείποντας όμως να αναφερθεί στον κλάδο. Όμως, βασικές αλλαγές που εισάγει η 5η Οδηγία θα γίνουν αισθητές (πιθανώς για πρώτη φορά) από τους εμπόρους έργων τέχνης σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση». 

Οι Έμποροι Τέχνης Στοχοποιούνται 

Για πρώτη φορά, οι υπόχρεες οντότητες σύμφωνα με την 5η Οδηγία συμπεριλαμβάνουν πρόσωπα που εμπορεύονται ή ενεργούν ως μεσάζοντες στο εμπόριο έργων τέχνης όταν η αξία της συναλλαγής ή σειράς συνδεδεμένων πράξεων ανέρχεται σε 10,000 Ευρώ ή περισσότερο. «Αυτό σημαίνει ότι οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο ή εταιρία εμπλέκεται στην πώληση έργου τέχνης αξίας 10,000 Ευρώ ή περισσότερο (είτε εμπορεύεται άμεσα, είτε ενεργεί ως ενδιάμεσος) θα πρέπει να διεξάγει τη δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη όταν συνάπτει επιχειρηματική σχέση ή όταν πραγματοποιεί περιστασιακή συναλλαγή ανεξάρτητα από το εάν η συναλλαγή γίνεται τοις μετρητοίς ή με άλλο μέσο» λέει η Φοίβη Κουβελά. «Στην πράξη, οι έμποροι έργων τέχνης θα πρέπει να εξακριβώνουν και να επαληθεύουν την ταυτότητα του πελάτη και του πραγματικού δικαιούχου, να αξιολογούν τον σκοπό και τη σκοπούμενη φύση της επιχειρηματικής σχέσης και να ασκούν συνεχή εποπτεία όσον αφορά την επιχειρηματική σχέση». 

Κρίσιμο είναι το γεγονός ότι, όπου η συναλλαγή φαίνεται ύποπτη (είτε έχει ολοκληρωθεί είτε όχι), ο έμπορος τέχνης θα πρέπει - ανεξαρτήτως ποσού - να την αναφέρει στην αρμόδια αρχή και θα υποχρεούται να παρέχει σε αυτήν όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες.
Τι σημαίνει αυτό για τις επιχειρήσεις τέχνης; Η Φοίβη Κουβελά αναφέρει ότι «Από τον Ιανουάριο 2020, οι έμποροι έργων τέχνης, συμπεριλαμβανομένων των οίκων δημοπρασιών και των ενδιάμεσων, θα πρέπει ενσωματώσουν στις λειτουργίες τους και να εφορμόζουν ειδικά σχεδιασμένες διαδικασίες που θα τους επιτρέπουν να διεξάγουν δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη, να κρατούν αρχεία, να εντοπίζουν ύποπτες συναλλαγές, να  εκτιμούν τους κινδύνους και να αναφέρουν ύποπτες συναλλαγές στις αρμόδιες αρχές». 

Είναι ξεκάθαρο ότι αυτές οι νέες νομικές υποχρεώσεις προσθέτουν ένα σημαντικό βάρος –λειτουργικό και οικονομικό - στις επιχειρήσεις τέχνης. Κυρίως, όμως, θέτουν τους ιδιοκτήτες και τους υπαλλήλους  μιας επιχείρησης σε κίνδυνο να διαπράξουν το αδίκημα ξεπλύματος βρώμικου χρήματος εάν δεν τηρήσουν τις υποχρεώσεις αυτές. «Είναι, λοιπόν, σημαντικό οι έμποροι έργων τέχνης να δράσουν έγκαιρα και να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα έτσι ώστε να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της νέας Οδηγίας (όπως αυτή θα εφαρμοστεί στο εθνικό δίκαιο) έτσι ώστε να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο να διαπράξουν ποινικό αδίκημα», αναφέρει η Φοίβη Κουβελά.

Πηγή: skai.gr