Παπαθανασίου στο skai.gr: Χαμένοι από το Μεσοπρόθεσμο Παπανδρέου - Βενιζέλος

Για άγρια επίθεση στον ιδιωτικό τομέα που οδηγεί την οικονομία, την αγορά και την κοινωνία σε αδιέξοδο κατηγορεί το κυβερνών κόμμα ο βουλευτής της ΝΔ στη Β’ Αθηνών, και πρώην υπουργός Οικονομίας, Γιάννης Παπαθανασίου σε συνέντευξη που παραχώρησε στο skai.gr.

«Αν δεν αλλάξουν πολιτική οι κ. Παπανδρέου και Βενιζέλος θα βγουν χαμένοι», επισημαίνει ο βουλευτής της ΝΔ, με αφορμή το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Σταθερότητας το οποίο έχει κατατεθεί προς ψήφιση στην εθνική αντιπροσωπεία.

Ο κ. Παπαθανασίου σημειώνει ότι τα κόμματα είτε θα πάρουν διαζύγιο από το λαϊκισμό, τον κρατικισμό, την αναξιοκρατία και τις πελατειακές σχέσεις, είτε θα εξαφανιστούν, ενώ δεν διστάζει να επισημάνει την συνευθύνη των πολιτών στην σοβούσα κρίση, αναφέροντας ότι «όλα τα προηγούμενα χρόνια οι ψηφοφόροι μαύριζαν τους πολιτικούς που τολμούσαν να τους πουν την αλήθεια κι ακόμη περισσότερο αυτούς που προσπαθούσαν να λάβουν δύσκολες αποφάσεις».

Ερωτηθείς δε για το «έλλειμμα συνεννόησης» μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων αναφέρει ότι «χρειάζεται συναίνεση για να βγει η χώρα από το αδιέξοδο. Όμως προσθέτει πως η συναίνεση προϋποθέτει διάλογο και συνεννόηση πριν τη λήψη των αποφάσεων.

Όσον αφορά το αν το οικονομικό πρόγραμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αποτελεί ρεαλιστική εναλλακτική λύση, δηλώνει ότι είναι πλήρες και κοστολογημένο και προβλέπει, μεταξύ άλλων, μείωση της μισθολογικής δαπάνης του Δημοσίου, των λειτουργικών εξόδων, καταργήσεις και συγχωνεύσεις φορέων και εξορθολογισμό των δαπανών.

Η συνέντευξη αναλυτικά:


Έχουν αποκαλέσει τη νέα κυβέρνηση "κυβέρνηση με ημερομηνία λήξης, κυβέρνηση του πραγματικού ΠΑΣΟΚ, (συγ)κυβέρνηση Παπανδρέου – Βενιζέλου". Ποια η δική σας άποψη για το νέο κυβερνητικό σχήμα;

Ο κ. Παπανδρέου, σε μια προσπάθεια να κρατηθεί στην καρέκλα του, αποφάσισε να μοιραστεί την εξουσία με τον κ. Βενιζέλο. Και ο κ. Βενιζέλος, στην προσπάθεια του να κρατήσει ζωντανό το όνειρο της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, δέχτηκε να καθίσει στην ηλεκτρική καρέκλα του Υπουργού Οικονομικών. Η δική μου εκτίμηση είναι, ότι όσο δεν αλλάζουν πολιτική, θα χάσουν και οι δύο. Ούτε ο κ. Παπανδρέου θα μπορέσει να κρατηθεί για πολύ στην πρωθυπουργία, ούτε ο κ. Βενιζέλος θα καταφέρει να ηγηθεί του ΠΑΣΟΚ.

Το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στήριξης φαίνεται ότι θα ψηφιστεί στη Βουλή κατ' ουσίαν με την υπάρχουσα μορφή, παρά την αλλαγή σκυτάλης στο ΥΠΟΙΚ. Πιστεύετε ότι το Μεσοπρόθεσμο διέπεται από την ίδια λογική με το αρχικό Μνημόνιο;

Η κυβέρνηση ακολουθεί την ίδια λάθος συνταγή. Οι πάντες αναγνωρίζουν, ότι ο μεγάλος ασθενής της οικονομίας μας είναι ο δημόσιος τομέας. Και η κυβέρνηση, αντί να μειώσει δραστικά το μέγεθος και τις δαπάνες του κράτους, επιτίθεται - και μάλιστα άγρια - στον ιδιωτικό τομέα, οδηγώντας την οικονομία, την αγορά και την ελληνική κοινωνία σε αδιέξοδο. Ταυτόχρονα, περικόπτει δραματικά το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων Με αποτέλεσμα να μην υπάρχει στον ορίζοντα ούτε προοπτική, ούτε ελπίδα ανάκαμψης. Το ΠΑΣΟΚ ήταν και παραμένει οπαδός του μεγάλου κράτους και εχθρός της ιδιωτικής οικονομίας.

Ο σχηματισμός κυβέρνησης εθνικής συνεργασίας θεωρήθηκε σαν μια δυνατότητα "επανεκκίνησης" της χώρας. Δεν φέρει ευθύνες και η ΝΔ για το ναυάγιο των συζητήσεων; Ευσταθεί τελικά η κατηγορία ότι η αξιωματική αντιπολίτευση δεν "βάζει πλάτη" στην κυβέρνηση;

Είναι σαφές ότι το βαθύ ΠΑΣΟΚ δεν άφησε τον κ. Παπανδρέου να προχωρήσει σε κυβέρνηση συνεργασίας με τη Νέα Δημοκρατία. Ο κ. Παπανδρέου, ο οποίος υποτίθεται ότι ήθελε τη συναίνεση, τελικά προτίμησε να μοιραστεί την εξουσία με τον κ. Βενιζέλο, παρά με τον κ. Σαμαρά και τη Νέα Δημοκρατία. Σε κάθε περίπτωση, εμείς δεν κάνουμε αντιπολίτευση τύπου ΠΑΣΟΚ. Όλες τις διαρθρωτικές αλλαγές που έχει φέρει για ψήφιση το ΠΑΣΟΚ, τις έχουμε ψηφίσει. Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι η στάση της Νέας Δημοκρατίας. Είναι ότι εδώ και έξι μήνες δεν υπάρχει κυβέρνηση, δεν υπάρχει Πρωθυπουργός. Το πρόβλημα είναι, ότι η πολιτική που ακολουθεί το ΠΑΣΟΚ είναι σε λάθος κατεύθυνση. Αντί να θεραπεύσει το Δημόσιο, εξοντώνει τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Και κάτι ακόμα: ασφαλώς και χρειάζεται συναίνεση για να βγει η χώρα από το αδιέξοδο. Όμως η συναίνεση προϋποθέτει διάλογο και συνεννόηση πριν τη λήψη των αποφάσεων. Η τακτική της κυβέρνησης να ζητά από την αντιπολίτευση να συμφωνήσει σε τετελεσμένα γεγονότα ασφαλώς δεν βοηθά την επίτευξη συμφωνίας επί της πολιτικής που πρέπει να ακολουθηθεί. Και η πολιτική αυτή δεν μπορεί να στηρίζεται στην αύξηση των φόρων, αλλά στο δραστικό περιορισμό του κράτους.

Προμετωπίδα των προτάσεων του κ. Σαμαρά είναι η ανάγκη επαναδιαπραγμάτευσης του μνημονίου και του μεσοπρόθεσμου προγράμματος. Είναι κάτι τέτοιο εφικτό δεδομένων των δηλώσεων υψηλόβαθμων αξιωματούχων των Βρυξελλών - όπως ο επίτροπος Ρεν - που διαμηνύουν ότι δεν υπάρχει τέτοια δυνατότητα;

Ο κ. Σαμαράς λέει πρώτα απ’ όλα ότι συμφωνούμε με τους στόχους για τη μείωση του ελλείμματος. Η διαφορά είναι ότι για την επίτευξη αυτών των στόχων, εμείς προτείνουμε μεγαλύτερες περικοπές στις κρατικές δαπάνες και λιγότερους φόρους. Αυτό το μείγμα πολιτικής πιστεύουμε ότι μπορεί να προσφέρει καλύτερα αποτελέσματα και κυρίως γρηγορότερη έξοδο της οικονομίας από την ύφεση. Από εκεί και πέρα, όλα είναι ανοικτά και διαπραγματεύσιμα. Η κυβέρνηση, για παράδειγμα, υπό την πίεση των βουλευτών της, κάθε μέρα προχωρεί σε αλλαγές. Πως μπορεί λοιπόν να προεξοφλεί ότι μια άλλη, μελλοντική κυβέρνηση δεν θα έχει δυνατότητες διαπραγμάτευσης;

Η πρόταση για μείωση των φορολογικών συντελεστών και των ασφαλιστικών εισφορών, όπως διατυπώθηκε στο "Ζάππειο ΙΙ", έτυχε θετικής υποδοχής από την κοινή γνώμη, όπως καταδεικνύεται και από πρόσφατη δημοσκόπηση της Public Issue για τον ΣΚΑΪ. Είναι όμως δυνατόν να βρεθούν μέτρα ισοδύναμου δημοσιονομικού αποτελέσματος; Μήπως επιστρέφουμε σε μία γαλάζια εκδοχή του "λεφτά υπάρχουν";

Χρειάζεται ως πολιτικοί να επενδύσουμε στην ειλικρίνεια και τη σοβαρότητα έναντι του λαϊκισμού. Αλλά και ως πολίτες θα πρέπει να μάθουμε, όχι μόνο να απαιτούμε την αλήθεια, αλλά και να την αναγνωρίζουμε και να την τιμούμε με την ψήφο μας. Μόνο έτσι θα ωριμάσει πραγματικά το πολιτικό σύστημα και η ίδια η δημοκρατία μας

Η Νέα Δημοκρατία ουδέποτε ακολούθησε τη λογική του «λεφτά υπάρχουν». Αντίθετα, πίεσε και πιέζει από την πρώτη στιγμή την κυβέρνηση να πάρει μέτρα και να προχωρήσει σε διαρθρωτικές αλλαγές, αποκρατικοποιήσεις και αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και, ταυτόχρονα, παρουσίασε πλήρες και κοστολογημένο πρόγραμμα εξόδου από την κρίση, που προβλέπει μεταξύ άλλων, για παράδειγμα, μείωση της μισθολογικής δαπάνης του Δημοσίου, των λειτουργικών εξόδων, καταργήσεις και συγχωνεύσεις φορέων, εξορθολογισμό των δαπανών υγείας, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, μείωση των φοροαπαλλαγών. Όλα αυτά όμως προτιμούν να τα ξεχνούν όσοι επιχειρούν να εμφανίσουν τη Νέα Δημοκρατία ως ανεύθυνη αντιπολίτευση.

Το βαρόμετρο της Public Issue κατέδειξε επίσης ότι παρά το δημοσκοπικό προβάδισμα της ΝΔ, συνολικά η επιρροή των δύο μεγάλων κομμάτων συρρικνώνεται σημαντικά, χωρίς να καρπώνονται σημαντικά οφέλη τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης. Πιστεύετε ότι υπάρχει ένα πολιτικό κενό στην κοινωνία, που δεν καλύπτεται από τους υπάρχοντες κομματικούς σχηματισμούς;

Η κρίση και τα αδιέξοδα που σήμερα βιώνουμε είναι αποτέλεσμα της αδυναμίας και της αναποτελεσματικότητας του πολιτικού μας συστήματος. Οι πολίτες, όχι μόνο μας γυρνούν την πλάτη, αλλά είναι και εξοργισμένοι μαζί μας. Όλα πλέον αλλάζουν. Και είναι προφανές ότι ούτε οι πολιτικοί, ούτε τα κόμματα μπορούν να συνεχίσουν με τις αντιλήψεις και τις πρακτικές του χθες. Για να κερδίσουμε ξανά την εμπιστοσύνη των συμπολιτών μας, θα χρειαστούν μεγάλες αλλαγές σε επίπεδο νοοτροπίας και προτεραιοτήτων, αλλά και σε επίπεδο αποτελεσματικότητας. Τα κόμματα είτε θα πάρουν διαζύγιο από το λαϊκισμό, τον κρατικισμό, την αναξιοκρατία και τις πελατειακές σχέσεις, είτε θα εξαφανιστούν.

Πώς αντιμετωπίζετε το κίνημα των "Αγανακτισμένων", αλλά και φαινόμενα όπως προπηλακισμούς πολιτικών;

Είναι λογικό να υπάρχει οργή και αγανάκτηση, ιδίως όταν στον ιδιωτικό τομέα υπάρχουν περισσότεροι από 260.000 νέοι άνεργοι και δεκάδες χιλιάδες χρεωκοπημένες επιχειρήσεις. Είναι λογικό, όταν η πολιτική που ασκείται δεν δίνει καμία ελπίδα και προοπτική. Αυτό όμως που δεν είναι λογικό, ούτε αποδεκτό, είναι να μετατρέπεται η οργή σε βία και σε προπηλακισμούς εναντίον ανθρώπων. Είτε πρόκειται για πολιτικούς, είτε για δημοσιογράφους είτε για οποιονδήποτε άλλον. Αυτό που έδειξε η κρίση είναι ότι οφείλουμε να αλλάξουμε όλοι. Όχι μόνο οι πολιτικοί, αλλά και οι πολίτες. Ας θυμηθούμε, ότι όλα τα προηγούμενα χρόνια οι ψηφοφόροι μαύριζαν τους πολιτικούς που τολμούσαν να τους πουν την αλήθεια κι ακόμη περισσότερο αυτούς που προσπαθούσαν να λάβουν δύσκολες αποφάσεις. Και την ίδια ώρα, βλέπαμε να εκλέγονται πανηγυρικά κόμματα και πολιτικοί, οι οποίοι μοίραζαν ψεύτικες υποσχέσεις. Χρειάζεται επομένως όλοι να αναθεωρήσουμε τη στάση μας. Χρειάζεται ως πολιτικοί να επενδύσουμε στην ειλικρίνεια και τη σοβαρότητα έναντι του λαϊκισμού. Αλλά και ως πολίτες θα πρέπει να μάθουμε, όχι μόνο να απαιτούμε την αλήθεια, αλλά και να την αναγνωρίζουμε και να την τιμούμε με την ψήφο μας. Μόνο έτσι θα ωριμάσει πραγματικά το πολιτικό σύστημα και η ίδια η δημοκρατία μας.

Διεθνή ΜΜΕ κάνουν λόγο για "κακοφωνία" της Ευρώπης σε θέματα όπως η μορφή της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα στη νέα χρηματοδότηση της Ελλάδας. Είστε ικανοποιημένος από τη στάση που τηρεί ώς τώρα η Ευρώπη στο θέμα της διάσωσης της Ελλάδας;

Οι ευρωπαίοι ηγέτες έχουν στραμμένη την προσοχή τους στο εσωτερικό της χώρας τους και στις επικείμενες εθνικές εκλογές, παρά στο κοινό συμφέρον και στο κοινό μέλλον της Ενωμένης Ευρώπης. Δεν είναι τυχαίο ότι όπου γίνονται εθνικές εκλογές, έχουμε αλλαγή ηγεσίας και κυβερνήσεων. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στο γεγονός, ότι δεν υπάρχει συνοχή και σαφής κατεύθυνση. Αν και η Ευρώπη προσπάθησε να βοηθήσει την Ελλάδα, θεωρώ ότι η άρνηση έκδοσης των ευρωομολόγων επιτείνει την αβεβαιότητα. Σε κάθε πάντως περίπτωση, τη λύση στο δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας πρέπει και μπορούμε να το δώσουμε στηριζόμενοι στις δικές μας δυνάμεις και στις δικές μας αποφάσεις.

Πώς κρίνετε τη στάση των οίκων αξιολόγησης; Αυστριακή εφημερίδα έκανε πρόσφατα λόγο για "οίκους αρουραίων" που υποβαθμίζουν τη δανειοληπτική ικανότητα της Ελλάδας χαμηλότερα από εκείνη της Γρενάδας. Μήπως οι τρεις οίκοι ρίχνουν "λάδι στη φωτιά" της ευρωπαϊκής κρίσης;

Θα μπορούσα και εγώ να ενώσω την φωνή μου με όλους αυτούς που, από το πρωί ως το βράδυ, τα βάζουν με τους οίκους αξιολόγησης. Αυτός είναι ο εύκολος δρόμος. Ο δύσκολος δρόμος είναι να λάβουμε τις αποφάσεις που πρέπει, ώστε να διαψεύσουμε στην πράξη αυτές τις εκτιμήσεις.

Προ ημερών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατέθεσε κάποιες προτάσεις για τους βουλευτές όπως μείωσή τους σε 200 από 300, κατάργηση της βουλευτικής σύνταξης και των επιδομάτων από τη συμμετοχή σε επιτροπές και κατάργηση σειράς άλλων προνομίων. Εξ όσων γνωρίζουμε, υπήρξαν εντονότατες αντιδράσεις από συναδέλφους σας, την ίδια στιγμή που ο ελληνικός λαός έχει υποστές σκληρότατες θυσίες ώς τώρα. Μήπως οι βουλευτές είναι η πιο σκληρή συνδικαλιστική ομάδα;

Από τη στιγμή που η πλειοψηφία του ελληνικού λαού υφίσταται θυσίες, θα ήταν παράλογο να ζητήσει κανείς να εξαιρεθούν οι βουλευτές από την πολιτική περικοπών. Ορισμένοι ξεχνούν μάλιστα, ότι εγώ, ως υπουργός Οικονομίας το 2009 μείωσα τη βουλευτική αποζημίωση κατά 5%. Όπως σε όλα τα πράγματα όμως, χρειάζεται μέτρο. Πρέπει να προσέξουμε ώστε να αποφύγουμε τον κίνδυνο να ασχολούνται με την πολιτική μόνο οι πλούσιοι ή όσοι έχουν ισχυρούς σπόνσορες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και να διασφαλίσουμε ότι θα υπάρχουν στη Βουλή αντιπρόσωποι από όλους τους επαγγελματικούς χώρους και όλες τις εισοδηματικές τάξεις. Επειδή όμως μεγάλο μέρος της οργής του κόσμου στρέφεται εναντίον των βουλευτών, θέλω να επισημάνω δύο πράγματα. Πρώτον ότι δεν ισχύει η λογική ότι «όλοι ίδιοι είναι». Και δεύτερον ότι είναι λάθος η συνολική απαξίωση της πολιτικής. Γιατί σε κάθε περίπτωση, πολιτικοί θα έχουν την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας και όχι – ευτυχώς – κάποιος συνταγματάρχης ή άλλοι εξωθεσμικοί παράγοντες. Έχουμε διαπιστώσει άλλωστε με οδυνηρό τρόπο, ότι πολλές φορές αυτό που είναι προσωρινά δημοφιλές, δεν είναι πάντα η καλύτερη επιλογή για τη χώρα.
Πηγή: Συνέντευξη: Στέλιος Κάνδιας