Οι δευτεροβάθμιες επιτροπές δεν θα μπορούν να μειώνουν (πάντα) το ποσοστό αναπηρίας

Απόφαση για την αποτίμηση των ποσοστών αναπηρίας εξέδωσε το Α Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, κρίνοντας επί συγκεκριμένης υπόθεσης, που έφθασε στο ανώτατο δικαστήριο, ότι οι δευτεροβάθμιες επιτροπές του ΙΚΑ δεν μπορούν να μειώσουν το ποσοστό αναπηρίας, που έχει προσδιοριστεί από την πρωτοβάθμια επιτροπή του ίδιου ασφαλιστικού φορέα, όταν την προσφυγή ασκεί μόνον ο ενδιαφερόμενος ασφαλισμένος και όχι ο ασφαλιστικός φορέας.

Με άλλα λόγια δεν επιτρέπεται η χειροτέρευση της θέσης του ασφαλισμένου από την κρίση της δευτεροβάθμιας υγειονομικής επιτροπής, αν η προσφυγή έγινε μόνον από τον ασφαλισμένο και όχι και από τον ασφαλιστικό φορέα που μπορεί - και αυτός- κατά νόμο να προσφύγει.

Η υπόθεση που απασχόλησε το δικαστήριο, αφορούσε μία 58χρονη ασφαλισμένη από το ΙΚΑ που είχε υποβάλει αίτηση για να λάβει σύνταξη και παραπέμφθηκε στην πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή που γνωμοδότησε ότι έπασχε από συγκεκριμένο ποσοστό, 50%, αναπηρίας που προσδιορίστηκε ιατρικώς επακριβώς, όπως προβλέπεται, άλλωστε από το νόμο.

Στη συνέχεια η 58χρονη προσέφυγε στην δευτεροβάθμια υγειονομική επιτροπή ελπίζοντας σε γνωμάτευση που θα της έδινε μεγαλύτερο ποσοστό αναπηρίας, όμως συνέβη το αντίθετο. Το ποσοστό που εκτιμήθηκε ότι έχει προσδιορίστηκε στο 25%.

Η ένσταση της 58χρόνης κατά της απόφασης της δευτεροβάθμιας υγειονομικής επιτροπής απορρίφθηκε και υπόθεση έφθασε στο ΣτΕ.

Οι σύμβουλοι Επικρατείας με την υπ΄ αριθμ. 29/2017 απόφασή τους αποφάνθηκαν ότι η δευτεροβάθμια υγειονομική επιτροπή υπό προϋποθέσεις, δεν δύναται να καταστήσει χειρότερη τη θέση» της υποψηφίας συνταξιούχου.

Όπως διαλαμβάνουν στην απόφασή τους οι σύμβουλοι Επικρατείας, προβλέπεται η δυνατότητα του ασφαλιστικού οργανισμού να ασκήσει προσφυγή κατά της γνωματεύσεως της πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής, προκειμένου να μειωθεί το ποσοστό της ιατρικής αναπηρίας του ασφαλισμένου.


Επομένως, υπογραμμίζεται στην δικαστική απόφαση, «σε περίπτωση που η δευτεροβάθμια υγειονομική επιτροπή, επιλαμβανόμενη προσφυγής μόνο του ασφαλισμένου, κρίνει ότι η ιατρική του αναπηρία πρέπει να προσδιορισθεί σε ποσοστό υψηλότερο εκείνου που προσδιόρισε η πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή, θα δεχθεί την προσφυγή κατά της γνωματεύσεως της τελευταίας ως άνω επιτροπής και θα καθορίσει το κατά την κρίση της προσήκον ποσοστό της ιατρικής αναπηρίας του ασφαλισμένου».

Διαφορετικά, καταλήγει η απόφαση του ΣτΕ, «αν δηλαδή κρίνει ότι η εν λόγω αναπηρία θα έπρεπε να προσδιορισθεί στο αυτό ή και σε χαμηλότερο ποσοστό, θα απορρίψει την προσφυγή, με συνέπεια να οριστικοποιηθεί το ποσοστό της ιατρικής αναπηρίας του ασφαλισμένου, που προσδιορίστηκε από την πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή».
Πηγή: skai.gr - Ιωάννα Μάνδρου