Το χρονοδιάγραμμα των φορολογικών μειώσεων

Κάθε χρόνο και λιγότεροι φόροι από το 2019 μέχρι και το 2023 προβλέπονται στους σχεδιασμούς του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, αναλαμβάνοντας, επί της ουσίας, την υποχρέωση της «λογοδοσίας» της κυβέρνησης σε ετήσια βάση για τα πεπραγμένα, αλλά και κρατώντας για την κυβέρνηση το δικαίωμα να «αιφνιδιάζει» θετικά τους πολίτες με τη μείωση των φορολογικών συντελεστών νωρίτερα από ό,τι προβλέπει το χρονοδιάγραμμα των δεσμεύσεων.

Τα «αποκαλυπτήρια» για τη φορολογική πολιτική της επόμενης χρονιάς αναμένεται να γίνουν μέσα στον Οκτώβριο, καθώς την ίδια περίοδο που θα κατατίθεται το προσχέδιο του προϋπολογισμού στη Βουλή (σ.σ. προγραμματίζεται για τη Δευτέρα 7 Οκτωβρίου), θα ολοκληρώνεται και η σύνταξη του μεγάλου φορολογικού νομοσχέδιου. Σε αυτό θα ενσωματώνεται και η νέα κλίμακα φορολόγησης των φυσικών προσώπων με τον χαμηλό συντελεστή του 9% για το τμήμα του εισοδήματος έως και τις 10.000 ευρώ, τον μειωμένο ανώτατο συντελεστή αλλά και μια διάταξη που θα υποχρεώνει τους πολίτες να πραγματοποιούν περισσότερες και μεγαλύτερης αξίας ηλεκτρονικές πληρωμές προκειμένου να διασφαλίζουν την έκπτωση φόρου.

Ηδη, στο υπουργείο Οικονομικών εργάζονται πυρετωδώς για την οριστικοποίηση του νέου μαθηματικού τύπου υπολογισμού των απαιτούμενων ηλεκτρονικών πληρωμών, με γνώμονα από τη μία να υπάρξει σημαντική τόνωση –ήδη οι ηλεκτρονικές πληρωμές έχουν ξεπεράσει τα 30 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση– και από την άλλη να μη θιγούν ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες με μειωμένη πρόσβαση σε POS, τραπεζικά καταστήματα και e-banking.

Το χρονοδιάγραμμα των φορολογικών μειώσεων θα προσαρμόζεται ανάλογα με τις εξελίξεις των οικονομικών δεικτών (σ.σ. ανάπτυξη, εκτέλεση προϋπολογισμού) αλλά και την πορεία των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς. Οι μειώσεις των φορολογικών βαρών θα έρθουν μέσα στην 4ετία από τα ακόλουθα μέτρα:

Τη θέσπιση της νέας φορολογικής κλίμακας. Ο σχεδιασμός έχει ήδη ξεκινήσει και μέχρι τώρα είναι τρεις οι δεδομένες αλλαγές που θα αποτυπωθούν στον νέο κώδικα φορολογίας εισοδήματος:

• Πρώτον, η θέσπιση του νέου κλιμακίου για εισοδήματα από 0 έως 10.000 ευρώ και με συντελεστή 9%. Από τον πρώτο χρόνο ενεργοποίησης της νέας κλίμακας θα κερδίσουν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι με ετήσιες αποδοχές υψηλότερες του σημερινού αφορολογήτου (8.636 ευρώ), καθώς θα μειωθεί η παρακράτηση που γίνεται από τον μισθό. Το οικονομικό όφελος θα ανέλθει περίπου στα 120-130 ευρώ για όσους βέβαια πραγματοποιήσουν τον απαιτούμενο αριθμό ηλεκτρονικών πληρωμών. Στο εκκαθαριστικό της επόμενης χρονιάς (σ.σ. το νωρίτερο στο εκκαθαριστικό του 2021) θα φανεί το φορολογικό όφελος για τους αυτοαπασχολουμένους, το οποίο όμως θα είναι αισθητά μεγαλύτερο. Στη συντριπτική τους πλειονότητα, οι επαγγελματίες δηλώνουν κέρδη έως και 10.000 ευρώ για να μην πληρώνουν περισσότερες ασφαλιστικές εισφορές από το ελάχιστο όριο των 175 ευρώ. Ενώ λοιπόν με το ισχύον καθεστώς επιβαρύνονται με έως και 2.200 ευρώ φόρο, με τη θέσπιση του νέου κλιμακίου η επιβάρυνση θα πέσει στα 900 ευρώ. Σε πρακτικό επίπεδο, ο φόρος για επαγγελματία που δηλώνει κέρδη 7.000 ευρώ, θα μειωθεί από τα 1.540 ευρώ στα 630 ευρώ, δηλαδή κατά 910 ευρώ, ενώ ο φορολογούμενος με αποδοχές από 10.000 ευρώ και άνω θα κερδίζει τουλάχιστον 1.300 ευρώ, κάτι βέβαια που θα εξαρτηθεί και από την τελική μορφή της κλίμακας.

Σύμφωνα με ανώτατο κυβερνητικό στέλεχος, ο βασικός στόχος είναι να αυξηθεί η «φορολογητέα ύλη» (δηλαδή τα δηλωθέντα εισοδήματα) κυρίως από αυτούς που δηλώνουν αποδοχές έως και 12.000 ευρώ τον χρόνο, καθώς με αυτόν τον τρόπο θα καλυφθεί μεγάλο μέρος του δημοσιονομικού κόστους από την εφαρμογή του χαμηλού συντελεστή.

• Δεύτερον, η μετατροπή της έκπτωσης φόρου σε μείωση από το φορολογητέο εισόδημα. Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί για τη διατήρηση στα σημερινά επίπεδα (8.636 ευρώ περίπου) αλλά μπορεί να διατυπωθεί εκ νέου ο κώδικας φορολογίας εισοδήματος, ώστε να επανέλθουμε στο παλαιό καθεστώς του αφορολογήτου. Αυτό μάλιστα θα αυξάνεται κατά 1.000 ευρώ επιπλέον για κάθε ανήλικο τέκνο που βαρύνει φορολογικά τον φορολογούμενο, σύμφωνα με τη δέσμευση που έχει ήδη αναλάβει η κυβέρνηση.

• Τρίτον, η μείωση του ανώτατου συντελεστή από το 45% που είναι σήμερα στο 42%. Η μείωση αυτή αφορά τους έχοντες ατομικό εισόδημα άνω των 40.000 ευρώ με την ισχύουσα μορφή της κλίμακας. Ο αριθμός τους είναι περιορισμένος αλλά το δημοσιονομικό κόστος είναι αυξημένο λόγω του όγκου της φορολογητέας ύλης. Είναι πιθανό η μείωση να γίνει προοδευτικά σε βάθος χρόνου, ωστόσο και αυτή θεωρείται εμβληματικού χαρακτήρα αλλαγή για την κυβέρνηση καθώς συμβάλλει στη δημιουργία «καλών» θέσεων εργασίας στην Ελλάδα.

Η καινούργια φορολογική κλίμακα θα προβλέπει διαφοροποιημένα κλιμάκια και φορολογικούς συντελεστές σε σχέση με την υφιστάμενη, με μέριμνα να προκύψουν ελαφρύνσεις (ακόμη και σε βάθος χρόνου) για τα λεγόμενα μεσαία εισοδήματα. Αρμόδιος κυβερνητικός παράγοντας με τον οποίο συνομίλησε η «Κ» διαβεβαιώνει ότι από τη αναδιάρθρωση της κλίμακας δεν θα υπάρχει φορολογούμενος ο οποίος θα βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να πληρώσει περισσότερο φόρο από αυτόν που του αναλογεί σήμερα.

Στο φορολογικό νομοσχέδιο αναμένεται να συμπεριληφθεί και η διάταξη για τις υπεραποσβέσεις, οι οποίες θα βοηθήσουν τις επιχειρήσεις με αυξημένη επενδυτική δραστηριότητα να μειώσουν τα φορολογητέα εισόδημα κατά συνέπεια το τελικό ποσό του φόρου. Το μέτρο αυτό, σε συνδυασμό με τη μείωση του συντελεστή φορολόγησης από το 29% στο 24% το 2020 και προοδευτικά στο 20% εκτιμάται ότι μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική τόνωση της επενδυτικής δραστηριότητας. Μόνο από τη μείωση του φορολογικού συντελεστή, απελευθερώνονται πόροι περίπου 690 εκατ. ευρώ κατά την πρώτη φάση μείωσης του φορολογικού συντελεστή (εν προκειμένω μέσα στο 2020) και κατά επιπλέον 500 εκατ. ευρώ το δεύτερο έτος.

Οι διατάξεις για τα ακίνητα

Ξεχωριστή θέση στον κυβερνητικό σχεδιασμό έχει το κεφάλαιο «ακίνητη περιουσία». Μετά τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 22% εκκρεμεί η δεύτερη δόση ελάφρυνσης που θα ανεβάσει το ποσοστό ελάφρυνσης στο 30%, κάτι που αναμένεται να συμβεί είτε το 2020 είτε το 2021. Στο φορολογικό νομοσχέδιο του φθινοπώρου θα ενσωματωθούν σε κάθε περίπτωση οι διατάξεις για το «πάγωμα» του φόρου υπεραξίας στα ακίνητα αλλά και για την αναβολή του ΦΠΑ στις νέες οικοδομές (με εξαίρεση την πρώτη κατοικία, η οποία ούτως ή άλλως απαλλάσσεται από τον ΦΠΑ). Αυτά τα μέτρα είναι δημοσιονομικά ανέξοδα (ο φόρος υπεραξίας δεν έχει ενεργοποιηθεί και ο ΦΠΑ αποδίδει κάτω από 30 εκατ. ευρώ τον χρόνο) και εκτιμάται ότι αν οι κατασκευαστές αποκτήσουν έναν «καθαρό διάδρομο» τριών ετών χτίζοντας οικοδομές με διαμερίσματα που θα εξαιρούνται του ΦΠΑ, θα δοθεί σημαντική ώθηση στην κτηματαγορά και κατά συνέπεια στις επενδύσεις, οι οποίες έχουν βουλιάξει τα τελευταία χρόνια και εξαιτίας της αναδουλειάς στον χώρο της οικοδομής. Ενα ακόμη μέτρο που θα ψηφιστεί άμεσα θα είναι η παροχή έκπτωσης 40% για τα τιμολόγια που θα κοπούν μέσα στο 2020 και θα σχετίζονται με τις επισκευές ακινήτων. Και αυτό το μέτρο θα είναι ανέξοδο δημοσιονομικά ειδικά για το 2020, έτος κατά το οποίο μπορεί να προκύψει δημοσιονομικό όφελος. Και αυτό επειδή τα τιμολόγια θα κόβονται από το νέο έτος με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα έσοδα από τον ΦΠΑ, ενώ οι εκπτώσεις θα δοθούν μέσω των εκκαθαριστικών του 2021.

Πηγή: kathimerini.gr