Κρίσιμη συμφωνία για τη δόση και το χρέος, αλλά με μετάθεση κρίσιμων αποφάσεων

Σε συμφωνία που δρομολογεί την τμηματική εκταμίευση 10,3 δισεκατομμυρίων ευρώ για την Ελλάδα και δημιουργεί ένα οδικό χάρτη για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους συμφώνησαν τα ξημερώματα οι ευρωπαίοι εταίροι και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Μετά από σχεδόν 11 ώρες διαπραγματεύσεων στις Βρυξέλλες, οι θεσμοί κατέληξαν σε μία συμφωνία που λύνει το πρόβλημα ρευστότητας της Ελλάδας για το υπόλοιπο του έτους και ταυτόχρονα προβλέπει σειρά παρεμβάσεων για το χρέος. Ωστόσο, πολλές κρίσιμες αποφάσεις αναβλήθηκαν για μετά τη λήξη του Μνημονίου, το 2018, και τις γερμανικές εκλογές του 2017.

Μετά το 2018 οι αποφάσεις μετά την υποχώρηση ΔΝΤ

Η συμφωνία απαίτησε δύο σημαντικές υποχωρήσεις από την πλευρά του ΔΝΤ. Πρώτον, τη μετάθεση των αποφάσεων για βαθιά ελάφρυνση του χρέους μετά το 2018, παρά το γεγονός ότι το Ταμείο αρχικά ζητούσε άμεση και σημαντική αναδιάρθρωση. Δεύτερον, το Ταμείο δέχτηκε τη διατήρηση του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% του ΑΕΠ το 2018 κι έπειτα, ενώ ζητούσε «κόψιμο» του ποσοστού στο 1,5%.

Σαν αντάλλαγμα, το Eurogroup δέχτηκε να εξετάσει κάποια μέτρα για το χρέος που έχει προτείνει το ΔΝΤ, όπως επιμήκυνση των ευρωπαϊκών δανείων, επέκταση της περιόδου χάριτος και επιβολή «ταβανιού» στα επιτόκια. Ωστόσο, οι σχετικές αποφάσεις θα ληφθούν μόνο αφού ολοκληρωθεί το Μνημόνιο και εφόσον η νέα ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους φανερώσει ότι απαιτείται περαιτέρω ελάφρυνση.

Στο κοινό ανακοινωθέν του Eurogroup τα εν λόγω μέτρα δεν συνοδεύονται από κανέναν αριθμό, που θα τους έδινε σαφή ποσοτική διάσταση.

Αντίθετα, έως το 2018 οι παρεμβάσεις για ελάφρυνση του χρέους θα είναι πιο μικρές και κυρίως τεχνικές, εστιάζοντας στο να βελτιώσουν τους όρους αποπληρωμής. Μακροπρόθεσμα, δηλαδή για μετά το 2030, οι εταίροι δέχτηκαν να δημιουργήσουν ένα μηχανισμό που θα διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του χρέους. Και σε αυτή την περίπτωση το ανακοινωθέν δεν περιλαμβάνει κάποιο σαφές μέτρο.

«Κάναμε μία μεγάλη παραχώρηση, και μπορώ να είναι ανοιχτός για αυτό», δήλωσε μετά το Eurogroup ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Πόουλ Τόμσεν, αναφερόμενος στην αναβολή των αποφάσεων για το χρέος. Διαμήνυσε πάντως στους εταίρους ότι «είναι σημαντικό» όλες οι πλευρές να αναγνωρίσουν πως το ελληνικό χρέος «δεν είναι βιώσιμο».

Παρά τις υποχωρήσεις του όμως, το ΔΝΤ θα εξετάσει τη χρηματοδοτική συμμετοχή του στο τρίτο Μνημόνιο έως το τέλος του έτους, κάτι που ήταν πολιτικά απαραίτητο για το Βερολίνο.

Έρχεται η δόση, με κάποια προαπαιτούμενα

Στο μέτωπο της δόσης, το κοινό ανακοινωθέν αναφέρει πως τα χρήματα θα εκταμιευθούν σε υποδόσεις, με τα πρώτα 7,5 δισεκ. ευρώ να έρχονται τον Ιούνιο, αφού το Euro-working Group ελέγξει πλήρως τα νέα μέτρα που περιελάμβανε το τελευταίο πολυνομοσχέδιο.

Τόσο ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Πιερ Μοσκοβισί, όσο και ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ τόνισαν ότι η τελική έγκριση της αποταμίευσης θα εξαρτηθεί από κάποιες μικρές «τεχνικές διορθώσεις» σε κάποιες διαστάσεις της ελληνικής νομοθεσίας που ψηφίστηκαν τις τελευταίες ημέρες.

Μεγάλο μέρος των 7,5 δισεκ. ευρώ θα διατεθεί για την πληρωμή χρεών στην ΕΚΤ τον Ιούλιο αλλά και για την πληρωμή οφειλών του Δημοσίου σε ιδιώτες, ώστε να τονωθεί η πραγματική οικονομία.

Οι επόμενες υποδόσεις όμως θα συνδέονται με την επίτευξη επιμέρους στόχων στην αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες, με το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, με το καθεστώς διοίκησης των τραπεζών, με την ανεξαρτησία της γενικής γραμματείας Εσόδων και με τον κλάδο της ενέργειας.

Για σημαντική συμφωνία που βάζει τέλος στην ύφεση έκανε λόγο, από την πλευρά του, ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος. Τόνισε ότι τα 10,3 δισεκατομμύρια ευρώ που θα λάβει η χώρα αναμένεται να αμβλύνουν τον υφεσιακό χαρακτήρα των μέτρων που έλαβε η κυβέρνηση.

«Υπάρχει συμφωνία και για το χρέος» ανέφερε ο κ. Τσακαλώτος, επισημαίνοντας ότι πρόκειται για μια σημαντική στιγμή για την Ελλάδα.

Νέα φόρμουλα για το χρέος

Σημειώνεται ότι η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους δεν θα υπολογίζεται πλέον με βάση την αναλογία του με το ΑΕΠ, αλλά με γνώμονα το κόστος ετήσιας εξυπηρέτησής του.

Συγκεκριμένα, το ετήσιο κόστος αποπληρωμής χρέους δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα – δηλαδή ως το 2030 – και θα πρέπει να είναι κάτω από το 20% του ΑΕΠ μετέπειτα.

Αναλυτικά το κοινό ανακοινωθέν ΕΔΩ
Πηγή: skai.gr