Στα πρόθυρα νέου παγκόσμιου νομισματικού πολέμου

Της Ρουμπινας Σπαθη

Πυκνώνουν οι προειδοποιήσεις για τον κίνδυνο ενός νέου συναλλαγματικού πολέμου, καθώς η ανησυχία πυροδοτήθηκε μέσα στην εβδομάδα από την αλλαγή πολιτικής που ανακοίνωσε η Τράπεζα της Ιαπωνίας, και αναμένεται να οδηγήσει σε αποδυνάμωση του γιεν. Αποφασίζοντας μετά από επισταμένες πιέσεις του νέου πρωθυπουργού, Σίντζο Αμπε, να διπλασιάσει τον στόχο για τον πληθωρισμό στο 2% και να προχωρήσει σε απεριόριστες αγορές ομολόγων από την αρχή του επόμενου έτους, η Τράπεζα της Ιαπωνίας έδωσε λαβή σε αντιδράσεις, που στην περίπτωση της Γερμανίας ήταν οξύτατες. Ακολούθησαν προειδοποιήσεις από τη βρετανική εφημερίδα Financial Times, στην οποία έσπευσε να διαψεύσει ότι προτίθεται να αποδυναμώσει το γιεν ο Ιάπωνας υπουργός Οικονομίας, Ακίρα Αμάρι.

Επικρίνοντας ανοικτά τη στάση του Ιάπωνα πρωθυπουργού και τις πιέσεις που αυτός άσκησε στην Τράπεζα της Ιαπωνίας, ο επικεφαλής της γερμανικής κεντρικής τράπεζας, Γενς Βάιντμαν, έσπευσε πρώτος να προειδοποιήσει πως οι «πολιτικές παρεμβάσεις» στην ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών εγκυμονούν τον κίνδυνο μιας «πολιτικοποίησης των συναλλαγματικών ισοτιμιών» και ενός πολέμου ανταγωνιστικών υποτιμήσεων. Ο Μάικλ Μέιστερ, υψηλόβαθμο στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος της κ. Μέρκελ, εξέφρασε την πρόθεση της Γερμανίας να καταφύγει στο G20 για να ασκηθούν πιέσεις στην Ιαπωνία. Ακόμη και η ίδια η καγκελάριος, δύο ημέρες μετά, δήλωσε από το Νταβός πως της εμπνέει ανησυχία η στάση της Ιαπωνίας και υπενθύμισε πως «στη Γερμανία πιστεύουμε ότι δεν είναι δουλειά των κεντρικών τραπεζών να επανορθώνουν τις εσφαλμένες πολιτικές αποφάσεις και την έλλειψη ανταγωνιστικότητας».

Από βρετανικής πλευράς, ο επικεφαλής της Τράπεζας της Αγγλίας, Μέριβιν Κινγκ, εξέφρασε άμεσα την ανησυχία της κυβέρνησης του για το ενδεχόμενο μιας επιζήμιας αλληλουχίας ανταγωνιστικών υποτιμήσεων.
Μολονότι ο Ιάπωνας υπουργός Οικονομίας, Ακίρα Αμάρι, έσπευσε να διαψεύσει στους Financial Times πως η χώρα του επιδιώκει αποδυνάμωση του νομίσματός της, η Ιαπωνία έχει δρομολογήσει την υποτίμηση του γιεν μετά τις παρεμβάσεις της Τράπεζας της Ελβετίας που αναχαίτισαν την άνοδο του ελβετικού φράγκου. Η πολιτική της αυτή, που έχει οδηγήσει σε υποτίμηση του γιεν κατά 11% έναντι του δολαρίου, έχει προ πολλού ενσπείρει ανησυχία. Ημέρες πριν από την κίνηση της Τράπεζας της Ιαπωνίας ο αντιπρόεδρος της Τράπεζας της Ρωσίας, Αλεξέι Ουλιουκάνεφ, τόνισε πως «η Ιαπωνία αποδυναμώνει το γιεν και ίσως ακολουθήσουν κι άλλες χώρες, πράγμα που θα πλήξει την παγκόσμια οικονομία». Είχε προηγηθεί η δήλωση του μέχρι πρότινος προέδρου του Eurogroup, Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, πως η ισοτιμία του ευρώ είναι «επικίνδυνα υψηλή» καθώς το ευρώ έχει ανατιμηθεί από τα τέλη Ιουλίου κατά περίπου 25% έναντι του γιεν και κατά 10% έναντι του δολαρίου. Είχε, επίσης, προηγηθεί και η ανησυχία που είχε εκφράσει ο Νορβηγός υπουργός Οικονομικών, Σιγκμπγιόρν Γιόνσεν, δηλώνοντας ότι η υπερτιμημένη νορβηγική κορόνα υπονομεύει την οικονομική ανάπτυξη της Νορβηγίας.

Οικονομικοί αναλυτές επισημαίνουν πως η προσχώρηση των ανεπτυγμένων οικονομιών στην πολιτική των υποτιμήσεων δίνει νέα διάσταση σε αυτό που το 2010 αποκάλεσε «συναλλαγματικό πόλεμο» ο υπουργός Οικονομικών της Βραζιλίας, Γκουίντο Μαντέγκα. Κι ενώ ο επικεφαλής των οικονομολόγων του ΔΝΤ, Ολιβιέ Μπλανσάρ, θεωρεί υπερβολική τη συζήτηση περί συναλλαγματικών πολέμων, οι Financial Times τονίζουν πως η προοπτική ενός τέτοιου πολέμου εγκυμονεί κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία και ειδικότερα για την Ευρωζώνη, που αγωνίζεται να ανασυρθεί από την ύφεση και να αντιμετωπίσει την ιλιγγιώδη ανεργία.
Πηγή: Πηγή: Καθημερινή της Κυριακής