Κλείσιμο

Θετική συμφωνία αλλά με αβεβαιότητες, λέει ο βρετανικός Τύπος

Ως μια περίπλοκη συμφωνία που για ορισμένους βάζει τέλος στην κόντρα ευρωζώνης – ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και για άλλους όχι παρουσιάζεται η κατάληξη του Eurogroup από τις αναλύσεις στο βρετανικό Τύπο. Η εφημερίδα Independent τονίζει ότι πρωτίστως με την απόφαση εκταμίευσης χρημάτων από το δάνειο προς την Ελλάδα αποτρέπεται η καταστροφική πτώχευση.

Οι Financial Times από τις Βρυξέλλες επισημαίνουν ότι η συμφωνία περιλαμβάνει επιτόκια τόσο χαμηλά ώστε κάποιες χώρες, όπως η Ισπανία και η Ιταλία, μάλλον θα υποστούν ζημιά στα δάνειά τους προς την Ελλάδα. Ωστόσο αρκετά στοιχεία παραμένουν εκκρεμή, προσθέτει η εφημερίδα, όπως το πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων που παραμένει τόσο αβέβαιο ώστε η Κριστίν Λαγκάρντ να επιφυλάσσεται για την εκταμίευση της δόσης του ΔΝΤ έως την επιτυχή ολοκλήρωσή του. «Μπορεί η κ. Λαγκάρντ να υποβάθμισε το θέμα, αλλά αποκαλύπτει τις εντάσεις μεταξύ Ευρωπαίων και ΔΝΤ», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Η ίδια εφημερίδα σχολιάζει ότι ίσως δεν ήταν καλή ιδέα για το ΔΝΤ να επιμείνει τόσο έντονα στο στόχο του 120% καθώς τελικά πάλι μοιάζει να συμφώνησε σε ένα πλάνο με το οποίο δεν είναι απόλυτα ευχαριστημένο.

Οι πρώτες αντιδράσεις από το Σίτι επικεντρώνονται στην αβεβαιότητα γύρω από το πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων. Οικονομολόγος του χρηματοοικονομικού οίκο Exotix σημειώνει ότι για να μην ανέβουν οι τιμές τόσο πολύ ώστε να αναιρείται ο σκοπός του προγράμματος πρέπει να αποφασίσει να συμμετάσχει ένας ικανός αριθμός πιστωτών.

Οικονομικοί σχολιαστές σημειώνουν επίσης την επιφυλακτικότητα στις διατυπώσεις για το πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων, ενώ οι λίγες αρχικές αναφορές στο δεσμευμένο λογαριασμό για τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις και το πλεόνασμα επισημαίνουν ότι επρόκειτο για γερμανική επιθυμία.

Για τον Guardian η μεγάλη καθυστέρηση και στη χθεσινή συνάντηση αποκαλύπτει έλλειψη εμπιστοσύνης στην αποδοτικότητα του προγράμματος διάσωσης. Για τους οικονομικούς αναλυτές της εφημερίδας παραμένει το βασικό ερώτημα αν το ελληνικό χρέος μπορεί να καταστεί βιώσιμο χωρίς κούρεμα για τους επίσημους πιστωτές.

Πάντως, ήδη πριν από το Eurogroup της Δευτέρας ο Ντάνιελ Γκρος του Κέντρου Μελετών Ευρωπαϊκής Πολιτικής διατύπωνε με άρθρο του στους Financial Times μια άποψη περί βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους που δεν συμμερίζεται η πλειοψηφία των Βρετανών αναλυτών.

Γκρος: Μικρή η ανάγκη για κούρεμα


Σύμφωνα λοιπόν με το Γερμανό αναλυτή, μπορεί το ύψος του χρέους να λέει ότι δεν είναι βιώσιμο, ωστόσο αν δει κανείς τις πληρωμές τόκων η εικόνα είναι διαφορετική. Πριν τις χθεσινές αποφάσεις, για τα επόμενα λίγα χρόνια η Ελλάδα καλούταν να καταβάλλει επιτόκια που αναλογούν στο 5% του ΑΕΠ ετησίως, «ποσοστό υποφερτό». Σημειώνει μάλιστα ότι πρόκειται για ποσοστό τόκων επί του ΑΕΠ μικρότερο σε σχέση με τα χρόνια μετά την είσοδο της χώρας στο ευρώ (τότε οι τόκοι αναλογούσαν στο 7% του ΑΕΠ). Έως το 2014 το ποσοστό αυτό θα ανέλθει στο 6% επί του ΑΕΠ, όπως στην Ιταλία και την Ιρλανδία που θα έχουν μικρότερο χρέος, «μόνο» 120%.

Το αν είναι πιο σημαντικό το συνολικό ύψος του χρέους ή τα χαμηλά επιτόκια στην εξυπηρέτησή του εξαρτάται από το χρόνο ωρίμανσης του χρέους, σχολιάζει ο Ντάνιελ Γκρος. Σημειώνει ότι τα επόμενα χρόνια η Ελλάδα δε θα μπορέσει να αποπληρώσει πολύ κεφάλαιο, ούτε να αναχρηματοδοτήσει χρέος στην αγορά. Επομένως οι επίσημοι πιστωτές θα πρέπει να είναι υπομονετικοί και να επιμηκύνουν το χρόνο ωρίμανσης των χαμηλότοκων δανείων τους. Ούτως ή άλλως το δικό τους κόστος αναχρηματοδότησης χρέους είναι χαμηλό.

Για αυτή την υπομονή τους μάλλον θα υπάρχει ανταμοιβή καθώς ο κ. Γκρος αναμένει σημαντική αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ, αφού η διαφορά δυνητικού και πραγματικού ΑΕΠ είναι 14%, κάτι που σημαίνει ότι είναι πιθανή σημαντική ανάπτυξη την επόμενη δεκαετία. «Τα επόμενα 10-20 χρόνια ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης του ονομαστικού ΑΕΠ είναι πιθανό να είναι υψηλότερος από το επιτόκιο για το χρέος, ικανοποιώντας βασικό όρο βιωσιμότητάς του», γράφει ο Ντάνιελ Γκρος, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι είναι μικρή η ανάγκη για νέο κούρεμα, εφόσον οι πιστωτές είναι διατεθειμένοι να κάνουν περισσότερη υπομονή.
Πηγή: Θανάσης Γκαβός, Λονδίνο