Σε επίπεδο ρεκόρ οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα

Στις ημέρες μας ο κόσμος γνωρίζοντας πως οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, που οφείλονται στην καύση ορυκτών καυσίμων, έχουν εκτοξευθεί στα ύψη κατά τη διάρκεια των τελευταίων 20 χρόνων, έχει πλέον αποδεχτεί πως το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής δεν μπορεί να αποφευχθεί.

Η αντίληψη αυτή κυριαρχεί σε έρευνα που δημοσιεύθηκε κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής στο Ντέρμπαν, όπου κορυφαίοι διαπραγματευτές ασχολήθηκαν με το ζήτημα της θέσπισης μια νέας παγκόσμιας συνθήκης για την κλιματική αλλαγή. Το τεράστιο χάσμα όμως μεταξύ ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών στάθηκε εμπόδιο στην ανάπτυξη ενός εποικοδομητικού διαλόγου. Οι εκπομπές που οφείλονται στα ορυκτά καύσιμα αυξήθηκαν κατά 5.9% το 2010, ανεβάζοντας το ποσοστό εκπομπών από το έτος 1990 (έτος ορόσημο για το Πρωτόκολλο Κιότο) στο 49%.

Η Corinne Le Quere, συντάκτρια της έρευνας και διευθύντρια του Κέντρου Έρευνας για την Κλιματική Αλλαγή (Tyndall) στο Πανεπιστήμιο East Anglia, δήλωσε πως τα στοιχεία αποδεικνύουν πως δεν έχουν επιτευχθεί πολλά πράγματα τα τελευταία χρόνια, όσον αφορά τη μείωση των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής. «Έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες να καθιερωθεί η χρήση της ανανεώσιμης ενέργειας και να βελτιωθεί σε γενικές γραμμές η ενεργειακή απόδοση, αλλά δυστυχώς τα αποτελέσματα δεν ήταν αξιοσημείωτα. Πρέπει να λάβουμε άμεσα δράση, γιατί ακόμα και αυτή τη στιγμή που μιλάμε το 80% της ενέργειας προέρχεται από την καύση ορυκτών καυσίμων», τόνισε η κυρία  Le Quere.

Περαιτέρω σημείωσε πως το πρόβλημα επείγει, καθώς οι πιθανότητες να διατηρηθεί η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας σε ποσοστό μικρότερο των 2 βαθμών Κελσίου, σε σύγκριση με τα επίπεδα της  προβιομηχανικής εποχής (πέραν των οποίων οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής είναι καταστροφικές και μη αναστρέψιμες) θα εξαρτηθούν από το ανώτατο επίπεδο εκπομπών μέχρι το 2020. Οι επιστήμονες είναι πεπεισμένοι πως ο στόχος των δυο βαθμών Κελσίου είναι το όριο της ασφάλειας. Η Σύνοδος στο Ντέρμπαν έχει εστιάσει αυτή την εβδομάδα στη δημιουργία μιας νέας συνθήκης, η οποία όμως και να θεσπιστεί δεν πρόκειται να τεθεί σε ισχύ πριν το 2020. «Εάν δεν ληφθούν στο ενδιάμεσο κάποια άλλα μέτρα, τότε θα είναι πολύ αργά», δήλωσε η κυρία Le Quere.

Κάποιες χώρες προσέγγισαν με διαφορετικό τρόπο το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής και πρότειναν τη δημιουργία ενός συστήματος όπου οι εθνικές κυβερνήσεις και οι βιομηχανίες θα μείωναν σε εθελοντική βάση τις εκπομπές τους. Μια τέτοια πρωτοβουλία αξιολογείται από τους εισηγητές της, ως πιο αποτελεσματική σε σχέση με μια παγκόσμια συνθήκη. «Αυτή η εναλλακτική προσέγγιση δεν θα είναι λειτουργική όσον αφορά το άμεσο μέλλον, καθώς οι προσπάθειες για μείωση των εκπομπών είχαν μέχρι στιγμής πολύ μικρό αντίκτυπο στις χώρες εκτός της ευρωπαϊκής ηπείρου, όπου οι εκπομπές έχουν ήδη μειωθεί με επιτυχία», είπε η κυρία Le Quere.

O καθηγητής κλιματικής επιστήμης του College London, Chris Rapley, δήλωσε πως: «Αυτά τα δυο νέα αποτελέσματα στέλνουν ένα ισχυρό μήνυμα. Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που οφείλονται στις ανθρώπινες δραστηριότητες, βλάπτουν σε μεγάλο βαθμό το κλιματικό σύστημα, από το οποίο εξαρτιόμαστε όλοι. Παρά την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας και τις αξιοσημείωτες προσπάθειες που έχουν γίνει από τις κυβερνήσεις, τις επιχειρήσεις και τον άνθρωπο, οι εκπομπές αγγίζουν νέα υψηλά επίπεδα.

Οι κλιματικές επιπτώσεις αυξάνονται όλο και περισσότερο και είναι μη αναστρέψιμες. «Η αποφασιστική δράση πρέπει να εισέλθει σε νέο επίπεδο, έτσι ώστε να επιτευχθεί μια πραγματική μείωση των εκπομπών. Οι παγκόσμιοι ηγέτες που διαπραγματεύονται αυτή τη στιγμή στο Ντέρμπαν γνωρίζουν ακριβώς τα αποτελέσματα. Η ευκαιρία να ενεργήσουν στα πλαίσια των ευθυνών τους, βρίσκεται μπροστά τους. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να ελπίζουμε πως θα ανταποκριθούν σε αυτήν την πρόκληση».

Η λέκτορας οικολογικής οικονομίας στο Κέντρο Έρευνας για τη Βιωσιμότητα του Πανεπιστημίου Leeds, τόνισε πως η έρευνα απέδειξε πως ούτε η ύφεση δεν μπόρεσε να σταθεί εμπόδιο στην άυξηση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. «Ούτε η χειρότερη οικονομική κρίση , δεν μπόρεσε να αλλάξει κάτι στο πρόβλημα των εκπομπών. Αυτό το στοιχείο είναι πραγματικά συγκλονιστικό και αποτελεί μια παγκόσμια κλήση αφύπνισης.

Η οικονομική κρίση θα έπρεπε να είχε δημιουργήσει επενδυτικές ευκαιρίες, έτσι ώστε να δημιουργηθούν υποδομές που θα ευνοούν τη διατήρηση των εκπομπών σε χαμηλά επίπεδα. Αντιθέτως καλλιεργήσαμε μια κατάσταση από την οποία σίγουρα θα βγούμε χαμένοι. Ο εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έχουν αγγίξει πρωτοφανή επίπεδα ύψους, παράλληλα έχει αυξηθεί το ποσοστό ανεργίας, το κόστος ενέργειας και οι εισοδηματικές ανισότητες. Ποτέ μια στροφή προς την κατεύθυνση της πράσινης οικονομίας δεν έμοιαζε τόσο ελκυστική όσο σήμερα».

Ιστορικό
Η ΕΕ έχει θέσει νομικά δεσμευτικό στόχο για το 2020 για τη μείωση των εκπομπών αερίων CO2 κατά 20% και την αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων ενεργειών στο ενεργειακό μίγμα στο ίδιο ποσοστό, και τα δύο μετρημένα έναντι των επιπέδων του 1990.

Έχει τεθεί επίσης στόχος  20% αύξησης στην ενεργειακή απόδοση ωστόσο δεν είναι νομικά δεσμευτικός. Ο οδικός χάρτης για χαμηλά επίπεδα άνθρακα τον Μάρτιο αυτού του έτους σημείωσε ότι εάν επιτευχθούν, τότε οι μειώσεις των εκπομπών θα αυξηθούν αυτομάτως στο 25%, 5% πάνω από τον στόχο.
Πηγή: EurActiv.gr