Κλείσιμο

«Ανακύκλωση δισεκατομμυρίων»

Η διαφαινόμενη αλλαγή στάσης της γερμανική κυβέρνησης στο θέμα της κεφαλαιακής ενίσχυσης του μόνιμου μηχανισμού στήριξης ESM κυριαρχεί στις σελίδες του γερμανικού τύπου.

«Η κόκκινη γραμμή», τιτλοφορείται πρωτοσέλιδο σχόλιο της Frankfurter Allegemeine Zeitung, το οποίο επικρίνει τις αλλαγές στην πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της ευρωκρίσης.

«Ποιος μπορεί να θυμηθεί ακόμη όλες τις κόκκινες γραμμές, τις οποίες δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να υπερβεί η ομοσπονδιακή κυβέρνηση; Αρχικά τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου ορκίστηκαν να τηρήσουν τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, βάσει της οποίας καμία χώρα της ευρωζώνης δεν πρέπει να επωμίζεται τα οικονομικά βάρη μιας άλλης. Μετά απέκλεισαν βοήθεια από το ΔΝΤ λέγοντας ότι η Ευρώπη μπορεί να βοηθηθεί μόνη της. Κατόπιν υποσχέθηκαν αυτόματες κυρώσεις όταν παραβιάζονται τα όρια χρέους. Το πόσο λίγη πειθαρχεία επιβάλλει το νέο δημοσιονομικό σύμφωνο το έδειξε η άνοδος του ορίου για το έλλειμμα, με την οποία η Ισπανία αιφνιδίασε τα υπόλοιπα μέλη της ευρωζώνης.

Οι τραπεζίτες και οι Ευρωπαίοι επίτροποι θεωρούσαν μία αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους κόκκινη γραμμή, η παραβίαση της οποίας θα οδηγούσε υποτίθεται στην κατάρρευση της ευρωζώνης και μάλιστα σε μία παγκόσμια οικονομική κρίση. Ωστόσο κανένα από τα δύο δε συνέβη», σημειώνει η FAZ και κλείνει το σχόλιό της: «Το να παραβιάζονται διαρκώς οι κόκκινες γραμμές εξυπηρετεί ίσως έναν άλλο σκοπό. Η διαρκής διεύρυνση της ανάληψης ευθύνης για τα χρέη άλλων χωρών έχει ένα λογικό τέλος: Την "κοινοτικοποίηση" όλων των χρεών εντός της ευρωζώνης. Αν το δει κανείς έτσι, η κόκκινη γραμμή οδηγεί στο στόχο των δημοσιονομικών παραβατών: τα ευρωομόλογα».

Θα είναι αρκετή μία νέα ενίσχυση;

Με τίτλο «Ανακύκλωση δισεκατομμυρίων» σχολιάζει η Tagesspiegel τη διαφαινόμενη υποχώρηση της Άγκελα Μέρκελ στο θέμα της κεφαλαιακής ενίσχυσης του Μόνιμου Μηχανισμού Στήριξης ESM. Η εφημερίδα επισημαίνει: «Ο νέος μηχανισμός στήριξης ESM να απενεργοποιήσει τον παλιό EFSF, αλλά τώρα φαίνεται πως θα λειτουργούν παράλληλα για μερικά χρόνια. Θα ήταν ένα είδος ανακύκλωσης, με την οποία αντί για 500, θα μπουν στο κοινό ταμείο 700 δισεκατομμύρια ευρώ. Στην καλύτερη περίπτωση δεν θα χρησιμοποιηθεί ποτέ το μεγαλύτερο μέρος του ποσού, αλλά θα λειτουργήσει ως δικλείδα ασφαλείας. Πίσω από όλα αυτά υπάρχει η ελπίδα ότι αυτό το αστρονομικό ποσό θα αποδειχθεί επιτέλους αρκετά μεγάλο ώστε να διαλύσει τις αμφιβολίες των επενδυτών έναντι του ευρώ και της ΕΕ».

Στο θέμα της ενίσχυσης του μηχανισμού στήριξης αναφέρεται με πρωτοσέλιδο σχόλιό της και η γερμανική έκδοση των Financial Times, που εκτιμούν ότι η διαφαινόμενη συγκατάθεση της Γερμανίας θα ανεβάσει τη γερμανική συμβολή στον EFSF και τον ESM στα 400 δις ευρώ.

Η κεφαλαιακή ενίσχυση ως μέσο πρόληψης

Η FTD επισημαίνει ότι αν και ο κυβερνητικός συνασπισμός διακυβεύει με την αλλαγή στάσης την αξιοπιστία του, είναι θετικό ότι ενισχύονται για άλλη μία φορά τα κεφάλαια στήριξης και υπογραμμίζει:
«Η ευρωκρίση δεν έχει ξεπεραστεί σε καμία περίπτωση, ακόμη κι αν οι αγορές έχουν ηρεμήσει για αρκετό διάστημα. Αν όμως ‘ξαναπιάσουν φωτιά’, τα τείχη προστασίας θα προσφέρουν ακόμη μεγαλύτερη ασφάλεια εμποδίζοντας την επέκταση της κρίσης σε χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία ή ακόμη και η Ιταλία. Η προετοιμασία για τέτοια ενδεχόμενα είναι οπωσδήποτε πιο συνετή από το να ‘σβήνεις την πυρκαγιά’ εκ των υστέρων. Αυτό δεν θα ήταν μόνο πιο ριψοκίνδυνο, αλλά θα αποδεικνυόταν επιπλέον και ακριβότερο. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο τα τείχη προστασίας θα παραμείνουν ψηλά επί μακρόν», καταλήγει η οικονομική εφημερίδα.

«Ένα δημοσιονομικό σύμφωνο με τους επενδυτές» είναι ο τίτλος σχολίου της οικονομικής εφημερίδας Handelsblatt, η οποία σημειώνει: «Τελικά η ευρωπαϊκή κρίση χρέους δεν μπορεί να επιλυθεί ούτε μέσω της ΕΚΤ, ούτε μέσω ενίσχυσης των μηχανισμών στήριξης. Αποφασιστικός παράγοντας είναι το πώς μπορεί κανείς να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των ιδιωτών επενδυτών για την οικονομική σταθερότητα της ευρωζώνης διότι εκείνοι πρέπει να χρηματοδοτήσουν τη δημοσιονομική εξυγίανση της ζώνης του ευρώ και όχι η ΕΚΤ ή τα κράτη της ευρωζώνης με καλή πιστοληπτική αξιολόγηση».

Πηγή: skai.gr