NYT: Θα έχουμε τελικά μια επανάληψη της κρίσης του 2008;

Η κατάσταση είναι παράξενα γνώριμη: Οι μετοχές πέφτουν. Η οικονομία επιβραδύνεται. Οι πολιτικοί παλεύουν να βρουν λύσεις, όμως δεν μπορούν να συμφωνήσουν.

Πολλοί Αμερικάνοι αναρωτιούνται αν πρόκειται για μια επανάληψη της κρίσης του 2008.

Η απάντηση διχάζει τους οικονομολόγους και τους οικονομικούς αναλυτές. Πολλοί λένε ότι σήμερα τα ρίσκα είναι πιο μικρά –τουλάχιστον σε όρους μιας άμεσης κρίσης- επειδή το χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι συνολικά πιο υγιές και δεν υπάρχουν τόσα πολλά «κρυμμένα» προβλήματα. Όμως οι ειδικοί προσθέτουν ότι υπάρχουν λόγοι ανησυχίας και ότι δεν αποκλείουν μία γρήγορη επιδείνωση, αν οι πολιτικοί στις ΗΠΑ και την Ευρώπη δεν μπορέσουν να ηρεμήσουν τους επενδυτές, επιλύνοντας θεμελιακές οικονομικές απειλές.

Το βασικό πρόβλημα, όπως συνέβη και πριν από τρία χρόνια, είναι ότι υπάρχει μεγάλος όγκος χρεών χρέη και οι οφειλέτες δυσκολεύονται να τα πληρώσουν –μόνο που αυτή τη φορά, οι οφειλέτες είναι κυβερνήσεις και όχι ιδιώτες.

«Μέχρι στιγμής τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα όσο ήταν το 2008, όμως μπορούν να χειροτερέψουν πολύ, επειδή οι αγορές ανησυχούν για τα χρέη πολύ περισσότερο απ’ ότι ανησυχούσαν το 2008 για το ρίσκο των υποθηκών», λέει ο Ντάρελ Ντάφι, ειδικός επί του τραπεζικού συστήματος και καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ.

Η αυξανόμενη έλλειψη εμπιστοσύνης αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη –και πιο ανησυχητική- ομοιότητα με το 2008. Το μεγαλύτερο μερίδιο της προσοχής συγκεντρώνει έως τώρα η ευμετάβλητη αγορά μετοχών, με τους επενδυτές να τρομάζουν από τις τρεις «ελεύθερες πτώσεις» των τελευταίων ημερών –που περιλαμβάνουν την πτώση 4,6% του Dow Jones, την Τετάρτη.

Όμως η μεγαλύτερη ανησυχία πολλών τραπεζικών και κυβερνητικών αξιωματούχων είναι ήταν τα σημάδια στρες που έδειξαν την Τετάρτη οι ευρωπαϊκές αγορές πίστωσης, οι οποίες είναι ζωτικές για τη χρηματοδότηση των καθημερινών δραστηριοτήτων των τραπεζών και εταιριών στην Ευρώπη.

Αντίθετα με την κρίση του 2008, η ποία ξεκίνησε στις ΗΠΑ και εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο μετά τη χρεοκοπία της Lehman Brothers και την παραλίγο κατάρρευση του ασφαλιστικού κολοσσού American International Group (AIG), η σημερινή κατάσταση ξεκίνησε από την Ευρώπη. Οι αυξανόμενες ανησυχίες σχετικά με την έκθεση των ευρωπαϊκών τραπεζών προκαλεί τώρα κλονισμούς στις ΗΠΑ.

Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Ευρώπης διαθέτουν τεράστια μερίδια σε κρατικά και εταιρικά ομόλογα της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας. Οι ανησυχίες σχετικά με πιθανά default ολοένα και αυξάνονται.

Ορισμένοι, επιμένουν ότι η σύγκριση είναι άτοπη. «Είναι τελείως διαφορετική κατάσταση», λέει ο Λάρυ Κάντορ, επικεφαλής ερευνών στην Barclays Capital. «Δε νομίζω ότι υπάρχει κρίση χρέους στις ΗΠΑ αυτή τη στιγμή, και το ευρωπαϊκό χρέος δεν επηρεάζει τόσους οργανισμούς όσους επηρέαζαν τα χρέη από υποθήκες ή τα παράγωγα το 2008. Η πιθανότητα μιας κρίσης τύπου 2008 στις αγορές είναι ελάχιστη».

Οι ειδικοί προσθέτουν ότι είναι σημαντικό να μην μπερδεύουμε την πορεία των χρηματαγορών με ένα ξέσπασμα πανικού.

«Πιστεύω ότι υπάρχουν αρκετές διαφορές με το 2008», λέει ο Τζων Ρίτσαρντς, επικεφαλής στρατηγικής στην αμερικανική RBS. «Πρόκειται για μια διόρθωση της αγοράς μετοχών που βασίζεται στην επιβράδυνση της ανάπτυξης και το αυξανόμενο ρίσκο κρίσης. Το 2008, είχαμε μια γνήσια κρίση χρηματοδότησης, με τις τράπεζες να διστάζουν να δανείσουν η μία στην άλλη».

Κάποιοι μέσα από την Wall Street πιστεύουν ότι η κρίση εξελίσσεται με τον ίδιο τρόπο. Οι χρηματιστές συγκρίνουν την απειλή της Ελλάδας, που πυροδότησε την κρίση χρέους ένα χρόνο πριν, με την Bear Stearns, της οποίας η κατάρρευση τον Μάρτιο του 2008 αποτέλεσε «πρόβα» για την ευρύτερη κρίση που ακολούθησε έξι μήνες μετά. Για αυτούς κινδυνολόγους, τα τεράστια χρέη της Ιταλίας και της Ισπανίας είναι ανάλογα με τη Lehman και την AIG, οργανισμούς των οποίων η κατάρρευση απείλησε τη σταθερότητα ενός ολόκληρου συστήματος.

Σε μια δυσοίωνη αναλογία με το 2008, οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών έπεσαν την Τετάρτη κατά 10% και περισσότερο –και οι τράπεζες στην Ευρώπη συσσωρεύουν ρευστό, με αρνητικές επιπτώσεις στα διατραπεζικά δάνεια που διατηρούν την ομαλή λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Αν και το κόστος δανεισμού για τις τράπεζες των ΗΠΑ και της Βρετανίας έχει παρουσιάσει μικρή άνοδο, το αντίστοιχο για τις ευρωπαϊκές τράπεζες έχει διπλασιαστεί από τα τέλη Ιουλίου.

Πιο αισιόδοξοι αναλυτές επισημαίνουν ότι τα επιτόκια αυτά βρίσκονται ακόμα σε επίπεδα χαμηλότερα από εκείνα της κρίσης του 2008. Ωστόσο δεν παύουν να είναι υψηλότερα από την Άνοιξη του 2009.

Επειδή οι ευρωπαϊκές τράπεζες πραγματοποιούν καθημερινά συναλλαγές δισεκατομμυρίων ευρώ με τους Αμερικάνους εταίρους τους, οι φόβοι για μετάδοση έχουν αυξηθεί.

Μαζί με το φόβο, υπάρχει και μια δόση άρνησης στη χρονική περίοδο έως και σήμερα, ακόμα μία ομοιότητα με το 2008. Ακόμη και όταν οι ενδείξεις μιας ενδεχόμενης τεράστιας απειλής άρχιζαν να συσσωρεύονται καθώς έφευγε το 2007 και έμπαινε το 2008, οι μετοχές εξακολουθούσαν να ανεβαίνουν, με τον Dow Jones να αγγίζει τις 13.000 μονάδες, μόλις λίγο καιρό αφού η Bear Sterns χρειάστηκε διάσωση. Και καθώς η οικονομία αποδυναμώνεται, η Wall Street εξακολουθεί να προβλέπει για το τέταρτο τρίμηνο κέρδη άνω του 23% υψηλότερα από τα περσινά επίπεδα, ένας στόχος που μοιάζει όλο και πιο ανέφικτος.

Τότε, όπως και τώρα, υπήρχαν τεράστιες διακυμάνσεις στις χρηματαγορές, ανοδικές, αλλά και καθοδικές. Υπάρχουν, ωστόσο, σημαντικές διαφορές που μπορούν να καταστήσουν τις τράπεζες πιο ισχυρές. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα των ΗΠΑ διαθέτουν κατά ένα τρίτο υψηλότερα κεφάλαια από το 2007 και μπορούν να αντέξουν την καταιγίδα. Επίσης, δεν αναλαμβάνουν τόσα πολλά ρίσκα. Επιπλέον, το χρηματοπιστωτικό σύστημα μείωσε το επίπεδο των χρεών.

Πέραν αυτών, καταναλωτές και εταιρίες έχουν επίσης περιορίσει τα χρέη τους –ακόμη και αν οι κυβερνήσεις δεν έχουν κάνει το ίδιο. Αφού συνέχισαν να αυξάνουν το δανεισμό τους για περισσότερες από τρεις δεκαετίες, οι καταναλωτές ανέστρεψαν την πορεία τους και χρωστούν στην πραγματικότητα λίγο λιγότερα απ’ ότι το 2008. Και το ίδιο ισχύει για τις εταιρίες.

Επιπλέον, το εύρος των σημερινών προβλημάτων είναι περισσότερο κατανοητό σε σχέση με το 2008, όταν οι ρυθμιστές βρίσκονταν διαρκώς προ εκπλήξεως καθώς ανακάλυπταν το ύψος των υποθηκών και πόσο αυτό είχε εξαπλωθεί στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Ωστόσο δεν είναι όλες οι διαφορές θετικές. Αντίθετα με το 2008, όταν οι ρυθμιστές των ΗΠΑ κινήθηκαν αστραπιαία για να διασώσουν τις τράπεζες και παρείχαν εγγυήσεις για να βοηθήσουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι πολιτικές διχογνωμίες στην Ουάσινγκτον κατέστησαν την τολμηρή δράση πολύ πιο δύσκολη.

Ακόμα, η Fed διαθέτει πολύ λιγότερα όπλα για να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Ήδη, έχει περικόψει το επιτόκιό της σε σχεδόν μηδενικό επίπεδο, ενώ οι δύο γύροι παροχής κινήτρων που μεταφράστηκαν σε πάνω από 2 τρισ. δολάρια δεν έχουν ακόμη καταφέρει να αυξήσουν την ανάπτυξη.

«Δεν υπάρχουν πολλά που μπορεί να κάνει η Fed», προσθέτει ο κ. Χάνσον, από την Τράπεζα της Αμερικής. «Είναι ένα διαφορετικό είδος πολέμου τώρα, όμως δεν έχουμε συμβατικές σφαίρες».

Στην Ευρώπη, απ’ όπου πηγάζει η σημερινή κρίση, οι πολιτικοί οι ηγέτες είναι εξίσου διχασμένοι σχετικά με την πορεία που πρέπει να ακολουθήσουν όσο και οι Αμερικάνοι εταίροι τους, αφού οι διάφορες χώρες δυσκολεύονται να συμβιβαστούν με τα διαφορετικά συμφέροντα.

«Δεν έχουμε δει τους ρυθμιστές να βρίσκουν ένα σχέδιο που να είναι κατανοητό, συντονισμένο και αξιόπιστο», λέει ο Φίλιπ Φιντς της UBS. «Πρέπει να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και υπάρχουν ακόμα πολλές εσωτερικές διαμάχες».
Πηγή: skai.gr