DW: Ο Ναβάλνι και η κόλαση των «γκουλάγκ»

Νέες δικαστικές περιπέτειες για τον Αλεξέι Ναβάλνι: Ο επικριτής του Κρεμλίνου καλείται να λογοδοτήσει για υποτιθέμενη "προσβολή βετεράνων του Β' Παγκοσμίου Πολέμου" και απειλείται για μία ακόμη φορά με ποινή φυλάκισης ή καταναγκαστική εργασία. Όλα αυτά λίγες μέρες μετά την καταδίκη του σε δύο χρόνια και οκτώ μήνες καταναγκαστικής εργασίας για παλαιότερη υπόθεση. Με τη νέα δίκη αναμένεται να αυξηθεί η ποινή του. Τις ελεεινές συνθήκες που τον περιμένουν στο στρατοπεδο καταναγκαστικής εργασίας περιγράφει στη Γερμανική Ραδιοφωνία (DLF) η Όλγκα Ρομάνοβα, επικεφαλής της ρωσικής ΜΚΟ Rus Sidjashchaja, που προσπαθεί να υπερασπιστεί τα δικαιώματα των κρατουμένων.

"Συνήθως οι εγκαταστάσεις αυτές βρίσκονται στην ύπαιθρο, έχουν έκταση έως 40-50 στρέμματα και περιβάλλονται με φράχτες και συρματοπλέγματα", λέει η Όλγκα Ρομάνοβα. "Τα παραπήγματα για τους κρατούμενους έχουν κατασκευαστεί πριν από 50-60 χρόνια. Συνήθως έχουν δύο μεγάλους θαλάμους για 60 άτομα που κοιμούνται σε διώροφα κρεβάτια, μία τουαλέτα, έναν νιπτήρα χωρίς ντους και μία γωνία για να φτιάξεις τσάι, τίποτα άλλο".

Κρατούμενοι κατασκευάζουν στολές για τους αστυνομικούς

Θα μπορούσαν να είναι ακόμη χειρότερα τα πράγματα για τον Ναβάλνι. Ο επικριτής του Κρεμλίνου θα μπορούσε να σταλεί σε σωφρονιστικό ίδρυμα με "ιδιαίτερες" συνθήκες και περιορισμούς, όπου απαγορεύονται οι επισκέψεις και η τακτική αλληλογραφία με τον έξω κόσμο. Αλλά αυτό δεν έχει συμβεί μέχρι στιγμής. Όλα δείχνουν ότι ο Ναβάλνι καλείται να εκτίσει την ποινή του σε ένα κάπως πιο ήπιο σωφρονιστικό κατάστημα, όπως αυτό στο οποίο είχε εκτοπιστεί παλαιότερα ο αδελφός του, Όλεγκ, ή επίσης ο "έκπτωτος" ολιγάρχης Μιχαήλ Χοντορκόφσκι.

Βασικό καθήκον των κρατουμένων σε αυτά τα ιδρύματα, επισημαίνει η Όλγκα Ρομάνοβα, είναι η καταναγκαστική εργασία. "Συνήθως oι κρατούμενοι απασχολούνται σε ραφεία. Το πιο πιθανό είναι ότι ο Ναβάλνι θα ράβει αστυνομικές στολές ή ρουχισμό για την ΟΜΟΝ, τις ειδικές μονάδες καταστολής του υπουργείου Εσωτερικών. Η μοναδική διασκέδαση των κρατουμένων είναι μία τηλεόραση, που πιάνει ρωσικά κανάλια", λέει η επικεφαλής της Rus Sidjashchaja.

Ο κίνδυνος να "πέσεις από τη σκάλα"

Το 2014 ο Αλεξέι και ο Όλεγκ Ναβάλνι είχαν καταδικαστεί σε ποινή κάθειρξης και καταναγκαστικής εργασίας 3,5 ετών μετά από δίκη, την οποία είχε επικρίνει ως "αυθαίρετη" το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ενώ ο Αλεξέι είχε αφεθεί ελεύθερος με αναστολή (τους όρους της οποίας υποτίθεται ότι παραβίασε πηγαίνοντας στη Γερμανία για θεραπεία μετά την απόπειρα δολοφονίας εναντίον του), ο αδερφός του αναγκάστηκε να εκτίσει την ποινή. Η συνύπαρξη με τους υπόλοιπους κρατούμενους συνήθως εγκυμονεί κινδύνους, αλλά στην περίπτωση του Όλεγκ Ναβάλνι όλα πήγαν καλά, όπως λέει ο ίδιος: "Ήταν φιλικοί απέναντί μου, γιατί οι περισσότεροι ήξεραν τι κάνει ο αδερφός μου. Στη φυλακή οι περισσότεροι είναι κατά της εξουσίας, οπότε υποστήριζαν τον Αλεξέι. Επιπλέον με το που πήγα το συγκεκριμένο σωφρονιστικό ίδρυμα έγινε γνωστό, οι φύλακες σταμάτησαν να χτυπάνε τους κρατούμενους. Ήταν κι αυτός ένας λόγος που με είδαν με καλή διάθεση".

Σήμερα ο Όλεγκ Ναβάλνι έχει βγει από το στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας, αλλά βρίσκεται σε περιορισμό κατ' οίκον, κατηγορούμενος για "παράβαση των περιοριστικών μέτρων για την πανδημία" σε πρόσφατη διαδήλωση αλληλεγγύης προς τον αδερφό του. Η Όλγκα Ρομάνοβα πιστεύει ότι σε γενικές γραμμές η αναγνωρισιμότητα θα βοηθήσει και τον Αλεξέι Ναβάλνι να υπομείνει τις συνθήκες κράτησης, αλλά αυτό δεν αναιρεί τους κινδύνους, ακόμη και για τη ζωή του... "Αν σταλεί σε ίδρυμα καταναγκαστικής εργασίας, τότε πράγματι κινδυνεύει σοβαρά" λέει η επικεφαλής της Rus Sidjashchaja. "Πάντα βρίσκεται ένας κρατούμενος πρόθυμος να συνεργαστεί με τη διοίκηση των φυλακών, ακόμη και για να διαπράξει ένα έγκλημα. Επιπλέον, στη φυλακή εύκολα συγκαλύπτεις τα πραγματικά αίτια ενός θανάτου. Μπορεί ο άλλος να έχει ένα ατύχημα ή να πέσει από τη σκάλα. Το ένα στα δύο πιστοποιητικά θανάτου που έρχονται στα χέρια μας από ένα τέτοιο σωφρονιστικό ίδρυμα λέει ότι το θύμα 'έπεσε από τη σκάλα'..."

Πηγή: DW / Γκεζίνε Ντόρνπλιτ (DLF) / Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου