Αυστρία: Κατασχέθηκαν όπλα που προορίζονταν για γερμανούς ακροδεξιούς

Η αυστριακή αστυνομία κατέσχεσε αυτή την εβδομάδα δεκάδες όπλα και 100.000 φυσίγγια, τα οποία προορίζονταν για τον εξοπλισμό μιας εξτρεμιστικής ακροδεξιάς πολιτοφυλακής στη Γερμανία, ανακοίνωσε σήμερα ο υπουργός Εσωτερικών Καρλ Νεχάμερ.

Πέντε άνθρωποι συνελήφθησαν στην Αυστρία, μεταξύ των οποίων και ο 53χρονος βασικός ύποπτος, ο οποίος ήταν ήδη γνωστός στις αρχές για την ακροδεξιά δράση του.

Η αστυνομία ανακάλυψε 76 ημιαυτόματα και αυτόματα όπλα, 14 περίστροφα, περισσότερα από 100.000 φυσίγγια διαφορετικού διαμετρήματος καθώς και έξι χειροβομβίδες και διάφορα είδη εκρηκτικών.

Δύο άνθρωποι τέθηκαν υπό κράτηση στο νότιο κρατίδιο της Γερμανίας, την Βαυαρία, σύμφωνα με τον επικεφαλής ερευνητή Μίχαελ Νίμρα.

Οι έρευνες βρίσκονται σε εξέλιξη και στο γερμανικό κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας.

Σε συνέντευξη Τύπου στη Βιέννη ο Νεχάμερ είπε ότι ένας από τους υπόπτους αποκάλυψε στους ερευνητές για που προορίζονταν τα όπλα.

Ο αυστριακός υπουργός πρόσθεσε ότι βρίσκεται σε επικοινωνία με τον γερμανό υπουργό Εσωτερικών Χορστ Ζεεχόφερ σχετικά με την υπόθεση.

"Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν στενοί δεσμοί μεταξύ της νεοναζιστικής κοινότητας στη Γερμανία και εκείνης στην Αυστρία", πρόσθεσε ο Νεχάμερ.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η Αυστρία παρακολουθεί στενά και άλλες ακροδεξιές οργανώσεις.

Ο αυστριακός υπουργός δεν διευκρίνισε ποιού είδους ακροδεξιοί γερμανοί εξτρεμιστές σχεδίαζαν να εξοπλιστούν.

Τα όπλα ανακαλύφθηκαν στο πλαίσιο επιχείρησης κατά του λαθρεμπορίου ναρκωτικών από την Γερμανία προς την γειτονική Αυστρία, είπε ο Νίμρα.

Στη συνέχεια οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι ύποπτοι χρησιμοποιούσαν τα έσοδα από το λαθρεμπόριο ναρκωτικών για να αγοράζουν όπλα.

Σύμφωνα με τον Νίμρα, η αστυνομία κατέσχεσε επίσης διάφορα είδη ναρκωτικών στην Αυστρία και την Γερμανία, ανάμεσά τους αμφεταμίνη, κοκαϊνη και μικρές ποσότητες ηρωίνης.

Ο επικεφαλής της αστυνομίας της Βιέννης Γκέρχαρντ Πουέρστλ είπε ότι η ποσότητα των όπλων που κατασχέθηκε είναι η μεγαλύτερη στην Αυστρία τις τελευταίες δεκαετίες.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ