Al Monitor: Ο Μπάιντεν δεν έχει ανάγκη τον Ερντογάν και το ξέρει

Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θέλει να «θάψει το τσεκούρι του πολέμου» με τη Σαουδική Αραβία και την Αίγυπτο, αλλά δεν θα είναι εύκολο, ενώ βρίσκεται και σε θέση αδυναμίας έναντι της κυβέρνησης Μπάιντεν, όπως φάνηκε και από την υποτονική της αντίδραση για την αμερικανική αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων αναφέρει ο ιστότοπος Al Monitor. 

O Ερντογάν προωθεί τη συμφιλίωση, ενώ ο Σαουδάραβας Βασιλιάς Σαλμάν μπιν Αμπντουλαζίζ αλ Σαούντ και ο Αιγύπτιος πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι βρίσκονται σε κατάσταση αναμονής. 

Εκτιμούν ότι οι κινήσεις του Ερντογάν είναι αποτέλεσμα αποτυχημένης και λανθασμένης στρατηγικής, συμπεριλαμβανομένων των κακών σχέσεων με την κυβέρνηση Μπάιντεν. «Tα ανοίγματα της Τουρκίας σηματοδοτούν μια απότομη στροφή 180 μοιρών» γράφει η δημοσιογράφος Αμπερίν Ζαμάν. «Οι ισχυρισμοί του Ερντογάν για ηγεσία του μουσουλμανικού κόσμου φαίνονται σαφώς ‘στραπατσαρισμένοι’». 

Αντιμετωπίζοντας ένα τέλμα στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας στα σύνορα της Τουρκίας και ταραχώδεις σχέσεις με τους συμμάχους του στο ΝΑΤΟ, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη, ο Ερντογάν προσπαθεί να μειώσει τις τριβές στην περιοχή. 

Η Αίγυπτος είναι πολύ μεγάλη, οικονομικά και πολιτικά, και τα συμφέροντα είναι πάρα πολλά, για να μην προσπαθήσει να επιδιορθώσει τις σχέσεις. Οι συναντήσεις αυτήν την εβδομάδα σε επίπεδο υφυπουργών στο Κάιρο χαρακτηρίστηκαν από το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών ως «ειλικρινείς και σε βάθος». 

Η Ελλάδα, η Κύπρος και το Ισραήλ είναι βασικά ευθυγραμμισμένες με την Αίγυπτο. Ωστόσο, η Τουρκία ισχυρίζεται ότι «η θαλάσσια ζώνη της Αιγύπτου στην ανατολική Μεσόγειο θα ήταν μεγαλύτερη κατά 11.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα (4.440 τετραγωνικά μίλια) εάν είχε συνάψει συμφωνία οριοθέτησης με την Τουρκία παρά με τους Ελληνοκύπριους» γράφει ο δημοσιογράφος Φαχίμ Ταστέκιν. 

Ο Ερντογάν γνωρίζει ότι τα συμφέροντα της Τουρκίας θα απαιτήσουν να έρθει σε κάποια συνεννόηση με τον Σίσι. Δεύτερον, υπάρχει μια πιθανότητα συνεννόησης για τη Λιβύη. 

Άλλο «αγκάθι» είναι οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι. Ο αλ Σίσι θέλει να απελαθούν από την Τουρκία και να κλείσουν τα ΜΜΕ τους που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία. 

Ο Ερντογάν θέλει να βρει μια συμβιβαστική «φόρμουλα» που δεν θα απαιτούσε την απέλαση τους. «Ως μέρος του ανοίγματος στο Κάιρο τον Μάρτιο, η Άγκυρα άσκησε πιέσεις στα τηλεοπτικά κανάλια της Αδελφότητας στην Κωνσταντινούπολη ώστε να τερματίσουν διάφορα πολιτικά προγράμματα, αλλά οι εκπομπές επανεμφανίστηκαν στο διαδίκτυο αρκετές εβδομάδες αργότερα, μια εξέλιξη που σίγουρα το Κάιρο έλαβε υπόψη του». 

Το χάσμα μεταξύ Ριάντ και Άγκυρας είναι βαθύτερο, και ο Ερντογάν εργάζεται σκληρότερα για να διορθώσει. Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου σχεδιάζει να επισκεφθεί τη Σαουδική Αραβία στις 11 Μαΐου, σύμφωνα με το Bloomberg, πρώτη ανάλογη επίσκεψη εδώ και τρία χρόνια.

Οι σχέσεις βρέθηκαν στο ναδίρ όταν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος και το Μπαχρέιν επέβαλαν εμπορικό και ταξιδιωτικό εμπάργκο στο Κατάρ –σύμμαχο της Άγκυρας- το 2017. Η Τουρκία έστειλε γρήγορα στρατεύματα προς υποστήριξη του συμμάχου της και εγκατέστησε στρατιωτική βάση στο Κατάρ. 

Τον επόμενο χρόνο, το θέμα έγινε προσωπικό, όταν δολοφονήθηκε ο Σαουδάραβος δημοσιογράφος Τζαμάλ Κασόγκι. Η Τουρκία είχε τις κασέτες της δολοφονίας του στο προξενείο της Σ. Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη, και αποπειράθηκε να επωφεληθεί έναντι του πρίγκιπα της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, γνωστού ως MBS, ο οποίος κατηγορήθηκε ότι βρισκόταν πίσω από τη δολοφονία. Η Σαουδική Αραβία ως απάντηση επέβαλε εμπάργκο στην Τουρκία. Ενώ ο Ερντογάν αισθάνθηκε για λίγο ότι είχε το «πάνω χέρι» έναντι του MBS, τα γεγονότα ανάγκασαν να τον ξανασκεφτεί. Το εμπορικό εμπάργκο πλήττει την ασθμένουσα οικονομία της Τουρκίας.

Το θετικό κλίμα σε επικοινωνία του Ερντογάν με τον Σαουδάραβα μονάρχη, ωστόσο, δεν εμπόδισε το βασίλειο να κλείσει πολλά τουρκικά σχολεία στη χώρα αυτή την εβδομάδα.

Και η κακή κατάσταση των σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας έχει επίσης κόστος. Η μέχρι στιγμής υποτονική αντίδραση της Τουρκίας στην αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων μπορεί επίσης να αντικατοπτρίζει μια εξωτερική πολιτική περισσότερο αμυντική παρά επιθετική.

«Η Τουρκία δεν είναι σε θέση να απειλήσει τη Ουάσινγκτον με διακοπή των διπλωματικών σχέσεων και να εγκαταλείψει το δυτικό σύστημα ασφαλείας, και η Άγκυρα δεν μπορεί να επιβάλει κυρώσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες», γράφει ο δημοσιογράφος Τσενγκίζ Καντάρ. 

«Ο Μπάιντεν, με τη σειρά του, αντιμετωπίζει μικρό πολιτικό τίμημα για την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων, και προφανώς, γνωρίζει το γεγονός αυτό. Η Τουρκία, στην παρούσα της κατάσταση, δεν έχει πολλά αποτελεσματικά μέσα ή ‘χαρτιά’ για να 'παίξει' εναντίον του Μπάιντεν. Το χειρότερο όλων (για την Τουρκία) είναι η συνειδητοποίηση του γεγονότος αυτού από την Ούασινγκτον». 

Πηγή: Al Monitor