Αγάπη πέρα από το τείχος του Βερολίνου: Ο έρωτας δύο ανθρώπων «γκρέμισε» τα σύνορα του διχασμού

Μπετίνα Στεκέμπερ
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου

Ήταν το πρώτο ταξίδι στη Δύση του μετέπειτα συζύγου μου. Λίγο μετά το άνοιγμα των κοινών συνόρων ήθελε να συναντήσει τους φίλους του παραμονές της νέας χρονιάς του 1989 προς το 1990 στην πόλη Μίνστερ της Βεστφαλίας. Κάποιος από τους φίλους του είχε επαφές με ομάδα φοιτητών. 

Όταν συναντηθήκαμε για πρώτη φορά εκείνο το βράδυ στο πρωτοχρονιάτικο πάρτι, η πατρίδα του καθενός ήταν μια χώρα του εξωτερικού για τον άλλο. Μιλούσαμε μεν την ίδια μητρική γλώσσα, όμως η πατρογονική εστία τους ενός ήταν ξένη για τον άλλο, αλλά μας ήταν κιόλας αδιάφορο. Ίδια ιστορία όπως για πολλούς άλλους. Η δική μου οικογένεια δεν είχε κανένα συγγενή στην Ανατολική Γερμανία και δεν ανάβαμε κανένα κερί στο παράθυρο για τους “αδελφούς και τις αδελφές μας στην Ανατολή”, όπως το έκαναν άλλοι.

Σήμερα θα έλεγα ίσως ότι με τον μετέπειτα άνδρα μου είχαμε πολλά κοινά ενδιαφέροντα. Οι συλλογές δίσκων μας ήταν σχεδόν οι ίδιες, το γούστο για διακόσμηση, τα πολιτιστικά ενδιαφέροντα και η κοινωνική ευαισθησία συνέπιπταν σε πολλά σημεία. Πολύ γρήγορα διαπιστώσαμε ότι είχαμε κοινά σημεία και στις πολιτικές μας πεποιθήσεις. 

Από μια σύγχρονη περιβαλλοντική πολιτική μέχρι μια προοδευτική οικογενειακή πολιτική. Το άνοιγμα των συνόρων θεωρούσαμε και οι δύο ως μια μεγάλη ευκαιρία για δημοκρατία και παρακολουθούσαμε με πολλές ελπίδες τις συζητήσεις για ένα νέο σύνταγμα στο λεγόμενο “Στρογγυλό Τραπέζι” ανάμεσα σε ανατολικογερμανούς κοινοβουλευτικούς με αντιπολιτευόμενες ομάδες.

Τι είναι αυτό που κάνει την ανατολικογερμανική ψυχή

Αρχές του 1990 χιλιάδες περνούσαν στη Δύση, κυρίως νεαρές γυναίκες. Εγώ αρχές του 1990 έκανα το αντίθετο δρομολόγιο. Εγκατέλειψα τη δουλειά και το σπίτι μου στη Δύση και μετακόμισα στο διαμέρισμα δύο δωματίων του μελλοντικού συζύγου μου στην Α. Γερμανία. Παράνομα. Γιατί εκείνη την εποχή ως Δυτικογερμανίδα δεν επιτρέπονταν να κατοικώ στην Α. Γερμανία χωρίς διατυπώσεις. Σύντομα τα ΜΜΕ ανακάλυψαν τη σπάνια περίπτωσή μας, μια Δυτικοκογερμανίδα να ζει με έναν Ανατολικογερμανό. Και σε κάθε συνέντευξη μας έθεταν αναπόφευκτα το ερώτημα:

“Τι είναι αυτό που κάνει την ανατολικογερμανική ψυχή και τι τη δυτικογερμανική;”. Κάθε φορά μάς ερχόταν ιδρώτας στο μέτωπο, δεν βρίσκαμε τι να απαντήσουμε. Ο έρωτάς μας προέκυψε από τα πολλά κοινά μας σημεία. Μετά από πολλές συνεντεύξεις είχαμε την αίσθηση ότι κάτι έπρεπε να πούμε. Οπότε απαντούσαμε ότι συνεχίζαμε να προτιμούμε το χαρτί τουαλέτας των παιδικών μας χρόνων, ο άνδρας μου το σκληρό, εγώ το μαλακό, το δυτικό. Τους περισσότερους τους ικανοποιούσε αυτή η ερμηνεία της διαφορετικότητας των ψυχών μας στην επανενωμένη Γερμανία. Χρόνια αργότερα ακόμη και οι φίλοι μας έδειχναν να απογοητεύονται, όταν ανακάλυπταν ότι δεν είχαμε δυο θήκες για το χαρτί τουαλέτας.

Μια μέρα κοντά στο σπίτι μας το νεοναζιστικό κόμμα “Εθνική Εναλλακτική” του ανατολικού Βερολίνου κατέλαβε πολλά σπίτια. Έμεινα κατάπληκτη! Νεοναζί στο ανατολικό τμήμα της πόλης… Λίγο μακρύτερα δυτικογερμανοί φοιτητές προχώρησαν σε κατάληψη κτηρίου στην οδό Mainzer Strasse, στο δυτικό τμήμα. Δεν είχαν περάσει παρά μόνο μερικές εβδομάδες από την επανένωση των δύο Γερμανιών, όταν τον Νοέμβριο του 1990, αστυνομικοί προχώρησαν σε μια από τις πιο θεαματικές εκκενώσεις κτηρίων στην ιστορία της γερμανικής μεταπολεμικής ιστορίας. Ξυπνήσαμε το πρωί από τους ήχους των θωρακισμένων οχημάτων της αστυνομίας. Μια γειτόνισσα βγήκε με το νυχτικό από το σπίτι και φώναζε: “Γίνεται πόλεμος”.

Εκείνη τη νύχτα είδαμε φορτηγά με ολλανδικά νούμερα να αποσυναρμολογούν χερούλια και διακοσμητικά από παλιά σπίτια για να τα πουλήσουν πανάκριβα σε παλαιοπωλεία του Άμστερνταμ ή του Βελγίου. Κάποιοι νόμισαν ότι θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τη χώρα σαν λάφυρο. Αυτό ήταν κάτι που πλήγωνε την ανατολικογερμανική ψυχή.

Πάλη με το συναίσθημα της προδοσίας

Το καλοκαίρι του 1990 ο τότε φίλος μου, με πήγε στην αγαπημένη του λίμνη. Ξεκινήσαμε λοιπόν με το αυτοκινητάκι μου με πινακίδες από μια δυτικογερμανική επαρχιακή πόλη. Αλλά όταν θελήσαμε το μεσημέρι να επιστρέψουμε, μια πολυτελής ΒMW με πινακίδες από το Μόναχο είχε μπλοκάρει την έξοδο. Ήταν αδύνατο να βγούμε. Μετά από ώρες εμφανίστηκε ένα ζευγάρι χεράκι-χεράκι με μια τσάντα με είδη μπάνιου. Όταν διαμαρτυρηθήκαμε για την απαράδεκτη συμπεριφορά τους, ο άνδρας μας απάντησε, ότι σ’ εμάς τους Ανατολικογερμανούς,  μας ανήκαν για καιρό οι λίμνες και ότι τώρα ήρθε η ώρα να τις πάρουν πίσω. Μου ήρθε να ξεσπάσω σε κλάματα. 

Αλλά και τα πεθερικά μου έκαναν εμπειρίες, που τους ήταν αδύνατο να φανταστούν. Άνθρωποι χωρίς να ρωτούν, εμφανίζονταν στην ντάτσα τους και μετρούσαν το κτήμα τους. Αβάσιμες κατηγορίες για συνεργασία με τη Στάζι προκειμένου να καταστρέψουν πανεπιστημιακές καριέρες και να έρθει προσωπικό χωρίς προσόντα από τη Δύση. Ξαφνικά ανακάλυψαν πως φίλοι τους, που υπήρξαν συνοδοιπόροι του κομμουνιστικού καθεστώτος, μετατράπηκαν στους πλέον διαπρύσιους υποστηρικτές της γερμανικής επανένωσης. Στο τότε δυτικό Βερολίνο βρήκα αμέσως δουλειά. Πολύ γρήγορα είχε γίνει γνωστό ότι είχα μια ανατολικογερμανική διεύθυνση και κάθε πρωί και βράδυ περνούσα  από τις μεθοριακές διαβάσεις. Μια μέρα κάποιος συνάδελφος με χτύπησε στον ώμο και μου είπε: “Για Ανατολικογερμανίδα κάνεις καλή δουλειά”. Και όταν τον ρώτησα, πώς του ήρθε η ιδέα ότι είμαι Ανατολικογερμανίδα, μου είπε ότι είχε εμπιστοσύνη στο ένστικτό του. “Το βλέπει κανείς αμέσως, από το τζιν παντελόνι και πουκάμισο”.

Αλλά και ο Ανατολικογερμανός ακόμα φίλος μου βρήκε άμεσα δουλειά σε έναν δυτικογερμανό επιχειρηματία. Πρώτα όμως θα έπρεπε να γίνει πολίτης της Ομοσπονδιακής Γερμανίας. Κάθε πρωί έφευγε από το σπίτι μας ως πολίτης της Α. Γερμανίας, περνούσε την ημέρα του στο Marienfelde, με κοιτώνες για όσους διέφευγαν από την Α. Γερμανία στη Δυτική – σήμερα στεγάζονται εκεί πρόσφυγες -  και το βράδυ γυρνούσε ως Δυτικογερμανός δίνοντας εσωτερική πάλη με το συναίσθημα της προδοσίας.

Όχι απέναντι στην Α. Γερμανία, αλλά απέναντι σε εκείνους που ήλπιζαν ότι μπορούσαν με αυτοπεποίθηση να υπερβούν τη διαίρεση. Σε μια επιχειρηματική συγκέντρωση εξεπλάγησαν που όχι εγώ, αλλά εκείνος ήταν από την Α. Γερμανία. “Δεν μπορούσαμε να το φανταστούμε, ο φίλος σου είναι τόσο προχωρημένος τεχνολογικά και μπορεί να χειρίζεται το κινητό τόσο εύκολα!”.

Το τέλος της πολιτικής ευφορίας

Η ανατολικογερμανική και η δυτικογερμανική οικογένειά μου έχουν τόσο λίγα ή τόσα πολλά κοινά σημεία, όπως κάθε άλλη οικογένεια σε διαφορετικές περιοχές της Γερμανίας. Άλλοι ζουν τόσο μακριά οι μεν από τους δε, που δεν μπορούν να βλέπονται. Άλλοι έχουν τόσα λίγα κοινά σημεία, που δεν θέλουν να βλέπονται.  Αλλά αυτό δεν έχει σχέση με το ανατολικό ή το δυτικό τμήμα. Τώρα που το καλοσκέφτομαι, μου έρχεται στο νου ένα επεισόδιο που υποδηλώνει τη διαφορετική προέλευση.

Όταν ανακοινώσαμε ότι περιμένουμε παιδί, η πεθερά μου αγόρασε ένα σωρό μωρουδίστικα κάθε φορά που έβρισκε ευκαιρίες. Με αυτά θα μπορούσαμε να ντύσουμε ολόκληρο παιδικό σταθμό. Πίσω από αυτό κρυβόταν η εμπειρία της έλλειψης ειδών στην Ανατολική Γερμανία και το αντανακλαστικό της άμεσης αγοράς μόλις κάτι ήταν διαθέσιμο.

Αντίθετα η μητέρα μου δεν μου μιλούσε κατ’ αρχήν επί εβδομάδες. Σύμφωνα με τη δική της εμπειρία, όταν αποκτά μια γυναίκα παιδί, τερματίζεται και η καριέρα της. Μάλιστα στη δική της εποχή ο άνδρας απαγόρευε στην γυναίκα να εργάζεται. Στην Ανατολική Γερμανία όμως τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Ίσως γι’ αυτό τα παιδιά μας σήμερα να είναι τόσο παντελώς αδιάφορα για θέματα καταγωγής. Ακόμη και στην εφηβεία τους δεν μπορούσαν να διακρίνουν και ρωτούσαν ποιος γονέας ή ποια γιαγιά είναι από την Ανατολική Γερμανία και ποια από τη Δυτική. Σήμερα δεν έχει κανένα νόημα να τα ρωτήσω από πού είναι οι φίλοι τους. Περού, Πορτογαλία ή Πάντερμπορν… Απλώς δεν ξέρουν.  

Την 3η Οκτωβρίου του 1990, ημέρα που ολοκληρώθηκε η Επανένωση, την περάσαμε με τα πεθερικά μου και τους φίλους τους. Η ατμόσφαιρα ήταν βαριά. Αισθανόμασταν  βαρύθυμοι, γιατί τους προηγούμενους μήνες νιώθαμε ντροπή ο ένας για τους συμπατριώτες του άλλου. Τα πάντα περιστρέφονταν γύρω από την κατανάλωση, τις θέσεις εργασίας και τους νικητές του πολέμου.

Οι πρώην προασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν έπαιζαν πια κανέναν πολιτικό ρόλο. Όποιος ένοιωθε αμφιβολίες για τη σοφή διαδικασία της Επανένωσης, θεωρούνταν αδιόρθωτος νοσταλγός της Ανατολικής Γερμανίας. Εκείνη την ημέρα κανείς μας δεν θρηνούσε την Ανατολική Γερμανία. Μόνο τις χαμένες ευκαιρίες.