Γραμβούσα: Στο «αγέρωχο» κάστρο των Βενετών, των Τούρκων, των κουρσάρων και του Νίκου Τσιφόρου

"Είναι ένας βράχος. Όξω απ' την Κρήτη, προς το νοτιά. Μια πέτρα που την πέταξε ο Θεός έτσι, μέσα στο πέλαγο, του περίσσευε απ' τη σφεντόνα του (...) Γραμπούσα τονε λένε τον βράχο, μια φορά και ένα καιρό ήταν καστέλλι, βίγλα να πούμε, που το χτίσανε οι βενετσιάνοι να αγναντεύουνε πέρα μακριά και να ανάβουνε φωτιές να ειδοποιάνε μην κι έρχουνται τίποτα Μπερμπερίνοι κουρσάροι. Μετά γέρασε το λιοντάρι του Αϊ Μάρκου, οι Τουρκαλάδες δεν ήτουνε και τίποτε ναυτικοί σπουδαίοι τον αφήσανε το βράχο. Τότες τόνε πιάσανε οι αληθινοί πειρατές και τον κάνανε λημέρι τους. Τη βίγλα την κάνανε κάστρο σωστό..."

Έτσι ξεκινά να περιγράφει σε μια από τις σπαρταριστές ιστορίες του ο Νίκος Τσιφόρος το "αγέρωχο" κάστρο της Γραμβούσας συνταιριάζοντας αρμονικά την ιστορία με τη μυθοπλασία. 

Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Μιχάλη Ανδριανάκη, το κάστρο χτίστηκε πάνω σε απότομο ύψωμα της νησίδας Ήμερη Γραμβούσα, στην άκρη της ομώνυμης χερσονήσου, για να προστατέψει το μικρό φυσικό λιμάνι που υπάρχει στο χώρο, στα πλαίσια ενός ευρύτερου σχεδιασμού οχύρωσης της Κρήτης στα τέλη της Βενετοκρατίας.

Άρχισε να κτίζεται το 1584 πάνω σε σχέδια και υπό την επίβλεψη του Latino Orsini. Το σχήμα του φρουρίου είναι ακανόνιστο τρίπλευρο με τείχη και προμαχώνες από τις τρεις πλευρές, ενώ από τη βόρεια καλύπτεται από τα από το μα απροσπέλαστα βράχια.

Η προστατευόμενη πύλη είναι στην ανατολική πλευρά και οδηγεί μέσα από θολωτή στοά στο εσωτερικό του φρουρίου. Στον εκτεταμένο χώρο του βρίσκονται υπόγειες δεξαμενές που συγκέντρωναν τα νερά της βροχής, θεμέλια κτιρίων, ο ναός του Ευαγγελισμού και η πυριτιδαποθήκη, που μετατράπηκε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας σε τζαμί.

Το φρούριο παραδόθηκε με προδοσία στους Τούρκους το 1692 και παρέμεινε στην κατοχή τους μέχρι τα χρόνια της επανάστασης του 1821, οπότε καταλήφθηκε από επαναστάτες και χρησιμοποιήθηκε ως ασφαλές κέντρο θαλάσσιων επιδρομών, αλλά και πειρατείας. Ανακαταλήφθηκε από τους Τούρκους και παρέμεινε σε πλήρη ερήμωση μέχρι τα τελευταία χρόνια, που έρχισαν εργασίες αξιοποίησής του από το Υπουργείο Πολιτισμού.

Το φρούριο είναι κτισμένο πάμω σε ένα απότομο, επίπεδο ύψωμα με μοναδική πρόσβαση από την ανατολική πλευρά, όπου διαμορφώνεται ένα ελικοειδές μονοπάτι. Το σχήμα του είναι ελλειψοειδές και προσαρμόζεται στη διαμόρφωση του εδάφους με εναλλαγή ευθύγραμμων τμημάτων τείχους και μικρών προμαχώνων, στους οποίους οδηγούν κεκλιμένα λιθόστρωτα. Λόγω της απότομης διαμόρφωσης, το τείχος διακόπτεται στη βορειοανατολική πλευρά. Η κύρια είσοδος προστατεύεται και από μια θολωτή στοά γίνεται η είσοδος στο εσωτερικό του φρουρίου, όπου οδηγεί ένα κεκλιμένο επίπεδο. Στο χώρο του φρουρίου σώζονται δυο μεγάλες, θολοσκέπαστες δεξαμενές, που συγκεντρώνουν τα νερά της βροχής από τα λιθόστρωτα. Από τα υπόλοιπα κτίσματα σώζονται ο ναός του Ευαγγελισμού και η πυριτιδαποθήκη, ενώ διακρίνονται τα θεμέλια των στρατώνων, του διοικητηρίου και των άλλων εγκαταστάσεων. Τα τείχη είναι κτισμένα από τοπικό ασβεστόλιθο, εκτός από το cordone, που είναι αποτελείται από λαξευτούς ψαμμίτες.

Βίντεο Γιάννης Ψαρουδάκης

 

 

Πηγή: ΥΠΠΟΑ - skai.gr