Έτοιμη για διπλωματική αντεπίθεση η Αθήνα

Προετοιμασμένη για περίοδο μακράς αστάθειας στα ελληνοτουρκικά είναι η Αθήνα, κάτι που οδηγεί και σε επιτάχυνση των διπλωματικών ρυθμών. Ενώ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ετοιμάζεται για τη μετάβασή του στο Παρίσι και τη συνάντησή του την Τετάρτη με τον πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος έχει αναδειχθεί στον πιο συνεπή υποστηρικτή των ελληνικών συμφερόντων, ιδιαίτερα μετά την υπογραφή του τουρκολιβυκού συμφώνου, η Αγκυρα προχωρεί σε κινήσεις αντιπερισπασμού, εκδηλώνοντας ενδιαφέρον για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων σε διμερές επίπεδο, εντάσσοντας σε πιθανή διαδικασία και το Δικαστήριο της Χάγης.

Στα μέσα της ερχόμενης εβδομάδας, Τρίτη και Τετάρτη, το γαλλικό αεροπλανοφόρο «Σαρλ ντε Γκωλ», η φρεγάτα «Σπέτσαι», καθώς και άλλες μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού, θα βρίσκονται στα νότια της Κρήτης, όπου θα πραγματοποιηθούν συνεκπαιδεύσεις, ενώ από την ελληνική πλευρά σχεδιάζονται και άλλες δράσεις.

Σημειώνεται ότι ήδη από χθες βρίσκεται στο λιμάνι του Πειραιά και το γαλλικό ελικοπτεροφόρο πολεμικό πλοίο «Dixmude», το οποίο συμμετείχε σε ασκήσεις με τις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις.  Στην πραγματικότητα, η ολοένα στενότερη σχέση με τη Γαλλία αποτελεί ένα μόνο τμήμα της ελληνικής διπλωματικής προσπάθειας, η οποία πλέον εκτείνεται και στον αραβικό κόσμο, μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας για μεταφορά μιας συστοιχίας αντιαεροπορικών πυραύλων Πάτριοτ στη Σαουδική Αραβία, αλλά και τις ολοένα στενότερες επαφές με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Oπως αποκάλυψε η «Κ» την Πέμπτη, η Αθήνα είχε σε βάθος συζητήσεις με τον στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ και εμφανίζεται διατεθειμένη να υποστηρίξει τη Βεγγάζη, στον βαθμό που κάτι τέτοιο δεν παραβιάζει το διεθνές δίκαιο. Η «Κ» είχε αποκαλύψει, συγκεκριμένα, ότι ο κ. Χαφτάρ ζήτησε από τους Ελληνες συνομιλητές του τον έλεγχο του FIR Αθηνών, ώστε να μην πετούν τουρκικά αεροσκάφη προς ενίσχυση του καθεστώτος της Τρίπολης. Πρακτικά, η Αθήνα ρίχνει το βάρος της προς την πλευρά Χαφτάρ η οποία στηρίζεται επίσημα και ανοικτά από τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Αίγυπτο και, εμμέσως, από τη Γαλλία, αλλά και τη Ρωσία.

Η συνεργασία με τη Σαουδική Αραβία στο επίπεδο της αεράμυνας αναδεικνύει, αν μη τι άλλο, ότι η Αθήνα αντιλαμβάνεται πλέον πως η παρατήρηση όλων όσα συμβαίνουν στην περιοχή με αποστασιοποιημένη και παθητική στάση δεν μπορεί να οδηγήσει σε ανατροπή των πολύ αρνητικών τετελεσμένων τα οποία τείνουν να δημιουργηθούν στην Ανατολική Μεσόγειο. Προφανώς, ουδείς επιθυμεί την εμπλοκή σε μια πολεμική διαμάχη, ωστόσο είναι απολύτως σαφές ότι πιθανή διατήρηση τους στάτους κβο στη Λιβύη, με ισχυρό άνδρα τον Φαγέζ αλ Σαράζ και τον Ταγίπ Ερντογάν ως ασπίδα προστασίας του, θα οδηγήσει στα επόμενα τουρκικά βήματα, που θα είναι ακόμα δυσκολότερο να αντιμετωπιστούν από την Αθήνα. Και στην κυβέρνηση, φυσικά, δεν ανησυχούν μόνο για το ενδεχόμενο της στρατιωτικής κλιμάκωσης, αλλά και για την εργαλειοποίηση του προσφυγικού από την κυβέρνηση Ερντογάν, με σκοπό την επιδείνωση των συνολικών συνθηκών στο Αιγαίο. Οι πρόσφατες επιθέσεις από Τούρκους χάκερ σε κυβερνητικές ιστοσελίδες ανέδειξαν ότι η Αγκυρα (παρότι επισήμως δεν εμπλέκεται κάποιος κρατικός δρων της γειτονικής χώρας) επιθυμεί να ασκήσει πιέσεις προς την Αθήνα με κάθε τρόπο.

Στην Αθήνα και στη Λευκωσία θεωρούν ότι η Αγκυρα θα επιτείνει και τον στραγγαλισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας στις θαλάσσιες ζώνες της. Η προώθηση του γεωτρύπανου «Γιαβούζ» στο οικόπεδο 8 (γαλλοϊταλική κοινοπραξία Total/ENI) της κυπριακής ΑΟΖ αναδεικνύει την αποφασιστικότητα που έχει η Αγκυρα να αψηφήσει ακόμα και τη Γαλλία, προκειμένου να επιτύχει τον σκοπό της, δηλαδή την εξώθηση όλων όσους θεωρεί «τρίτους» από την Ανατολική Μεσόγειο.

Ο παράγων ΗΠΑ

Ενας παράγων που λαμβάνεται σοβαρά υπόψη από την Αθήνα είναι και η σχέση Αγκυρας - Ουάσιγκτον σε μια περίοδο σκληρής προεκλογικής διαμάχης στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Τον Μάρτιο λήγει η τελική προθεσμία που έχει η Αγκυρα προκειμένου να μην ενεργοποιήσει τους πυραύλους S-400, διαφορετικά θα αποκλειστεί οριστικά από το πρόγραμμα των μαχητικών πέμπτης γενιάς F-35. Οσο καλά και αν λειτουργεί ο προσωπικός δίαυλος Τραμπ - Ερντογάν, δύσκολα ο Αμερικανός πρόεδρος θα αποκηρύξει τις ψήφους που μπορεί να μοχλεύσει το ισραηλινό λόμπι (AIPAC), αλλά και η διακομματική αντίδραση που υπάρχει κατά της Τουρκίας για το ζήτημα των S-400.

Κοινώς, ο κ. Τραμπ δύσκολα θα μπορέσει να πάρει το κόστος αντιστροφής της διακοπής του προγράμματος των S-400 για την Τουρκία. Αυτές οι εσωτερικές πτυχές, σε συνδυασμό με την επιστολή του υπουργού Εξωτερικών Μάικ Πομπέο που, με λιγότερο ευθύ τρόπο από εκείνη του Χένρι Κίσινγκερ το 1976, υπονοούν ότι οι ΗΠΑ δεν θα αφήσουν να εκτραχυνθεί μια ελληνοτουρκική κρίση, οδηγούν την Αθήνα στο συμπέρασμα πως την κρίσιμη στιγμή είναι περισσότερο πιθανή μια αμερικανική παρέμβαση απ’ ό,τι το αντίθετο.

Παρότι η Αθήνα εξακολουθεί να διατηρεί τον δίαυλο της διπλωματίας ανοικτό και εκμεταλλεύεται κάθε ευκαιρία για να δείξει την πρόθεσή της να συνεννοηθεί με την Αγκυρα, αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη ανησυχία και τις πληροφορίες περί πιθανών εσωτερικών πολιτικών εξελίξεων στην Τουρκία. Οι επόμενες εκλογές έχουν προγραμματιστεί για το 2023, ωστόσο ολοένα και περισσότεροι έμπειροι παρατηρητές και αναλυτές εκτιμούν ότι ο κ. Ερντογάν ίσως αποφύγει το ρίσκο της ενίσχυσης κομμάτων τα οποία αυτή τη στιγμή εμφανίζονται πολύ μικρά (π.χ. εκείνο του Αχμέτ Νταβούτογλου), αλλά έως τότε θα μπορούσαν να διευρύνουν την επιρροή τους.

Οπως έλεγαν αρμόδιες πηγές στην «Κ», είναι εντελώς διαφορετικό το κόμμα Νταβούτογλου να συγκεντρώσει 3% από την επίτευξη ποσοστού 6% ή 7%, κάτι που δεν αποκλείεται αν η φθορά του κυβερνώντος κόμματος συνεχιστεί, έστω και με αργούς ρυθμούς.