Του Βασίλη Χιώτη

Ήμουν κι εγώ μεταξύ αυτών που δυσανασχέτησαν, όταν πληροφορήθηκαν πως η κυβερνητική πλειοψηφία προτίθεται να ζητήσει την συγκρότηση προκαταρκτικής επιτροπής – κι όχι εξεταστικής- και μόνο για ένα πολιτικό πρόσωπο, τον Δ. Παπαγγελόπουλο, με πιθανότερη εξέλιξη, την επιστροφή του φακέλου στη Δικαιοσύνη, έπειτα από λίγες συνεδριάσεις.

Πίστευα κι εγώ, πως με την διαδικασία αυτή απαλλάσσονται από την έρευνα , όλα τα άλλα πρόσωπα που συνέργησαν στην κατασκευή ενός, προφανώς κατασκευασμένου, κατηγορητηρίου εναντίον δέκα πολιτικών προσώπων, από τα οποία τα επτά έχουν ήδη απαλλαγεί.

Φαίνεται όμως, πως η επιλογή της κυβέρνησης και η διαδικασία που ακολουθεί είναι η ορθότερη, επειδή διασφαλίζει ταχύτερες διαδικασίες διερεύνησης. Κι από λειτουργούς που έχουν περισσότερες πιθανότητες να ασκήσουν ανεπηρέαστοι τα καθήκοντά τους.

Σε ότι αφορά την ταχύτητα ολοκλήρωσης της προανάκρισης, η Δικαιοσύνη είναι αναμφίβολα πιο γρήγορη. Ολοκλήρωσε σε μια μόνο ημέρα χθες, την εξέταση του Γιάννη Στουρνάρα και της Ελένης Ράικου, όταν μια κοινοβουλευτική επιτροπή, θα χρειαζόταν τουλάχιστον τρεις συνεδριάσεις ανά μάρτυρα.

Επιπλέον, η δημοσιότητα που θα είχαν ανάλογες ακροάσεις από τη Βουλή, θα γινόταν αργά η γρήγορα τροχοπέδη για την ίδια την έρευνα, καθώς στη Βουλή η κυρίαρχη επιδίωξη συνήθως είναι  οι πολιτικές εντυπώσεις κι όχι η ουσία της διερεύνησης των καταγγελιών.

Επιπλέον η Δικαιοσύνη καλεί συνήθως τελευταίο το εγκαλούμενο πρόσωπο, για να έχει την ευκαιρία να τοποθετηθεί επί όλων όσων θα έχουν κατατεθεί από τους μάρτυρες. Ενώ η προκαταρκτική επιτροπή, θα ξεκινούσε πιθανότατα πρώτα με τον κ. Παπαγγελόπουλο, στην συνέχεια οι βουλευτές θα ζητούσαν κατ’ αντιπαράσταση εξέταση με τους καταγγέλλοντες ή και με τους περίφημους προστατευόμενους μάρτυρες κι έτσι  θα φθάναμε ως τα  Χριστούγεννα, πριν καταλάβουμε πως πέρασε τόσος χρόνος.

Ενώ από την άλλη πλευρά, οι έμπειροι δικαστικοί λειτουργοί που έχουν την ευθύνη των ανακρίσεων, εφόσον εξασφαλίσουν και την συγκατάθεση της Βουλής να διερευνήσουν τα πεπραγμένα του κ. Παπαγγελόπουλου, μπορούν πολύ γρήγορα να φτάσουν στα στοιχεία που αναζητούν με απόλυτη διακριτικότητα, έτσι ώστε ο εγκαλούμενος να μην υποστεί τον δημόσιο διασυρμό που υπέστησαν όσοι κατηγορήθηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση.

Κι αν βρεθούν αδιάσειστα στοιχεία που τεκμηριώνουν την ενοχή του, τότε μπορεί πάλι η Δικαιοσύνη να συνθέσει κατηγορητήριο, χωρίς κανείς να κατηγορηθεί πως η κατηγορία είναι χαλκευμένη, στημένη, η υποκινούμενη από πολιτικά κίνητρα.

Με λίγα λόγια, η Δικαιοσύνη μπορεί να δικάσει, ενώ η Βουλή όχι. Αν η Δικαιοσύνη απαγγείλει κατηγορίες, κανείς δεν θα μπορεί να τις αμφισβητήσει. Ενώ αν τις απαγγείλει η Βουλή, ελάχιστοι θα πιστέψουν, πως απαγγέλλονται με αντικειμενικό και τεκμηριωμένο τρόπο.

Ας αφήσουμε λοιπόν την Δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της, από τη στιγμή μάλιστα που όλα τα κόμματα δηλώνουν πως της έχουν εμπιστοσύνη. Ενώ τη Βουλή δεν την εμπιστεύονται ούτε οι βουλευτές της…