Δεν φταίνε οι γυρολόγοι αλλά τα κόμματα που τους μαζεύουν

Για άλλη μια φορά μέσα στο ελληνικό κοινοβούλιο, κυρίαρχο θέμα γίνεται το αν μπορεί μια κυβερνητική μειοψηφία να στηριχθεί σε ανεξάρτητους βουλευτές ή βουλευτές άλλων κομμάτων, προκειμένου να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης ή να κυρωθούν κρίσιμα νομοσχέδια.

Τίθενται ερωτήματα, και ορθώς κατά τη γνώμη μου, αν πίσω από αυτές τις ιδιότυπες και προσωρινές συμμαχίες, κρύβονται άλλα κίνητρα που αφορούν τη διατήρηση της βουλευτικής ιδιότητας ή άλλων κίνητρων και η ιδεολογική βάση ή ακόμα και η συνείδηση του βουλευτή, περνά σε δεύτερη μοίρα.

Πρόκειται για μείζον πολιτικό θέμα, που αφορά στην ουσία την ποιότητα και τη λειτουργία του δημοκρατικού μας πολιτεύματος και το έχουμε ξαναδεί διαχρονικά, στη σύγχρονή πολιτική ελληνική ιστορία.

Ειδικά στα χρόνια των μνημονίων οι διαγραφές και οι μεταγραφές βουλευτών, έχουν αυξηθεί κατακόρυφα και ιδίως τις παραμονές της ψήφισης της συμφωνίας των Πρεσπών .
Μέχρι τώρα, συνολικά 20 από τους 300 βουλευτές, διαγράφηκαν, έφυγαν από τα κόμματα τους και παραμένουν είτε ανεξάρτητοι είτε προσχώρησαν σε άλλα κόμματα.

Μόλις δύο από αυτούς ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης και η Βασιλική Κατριβάνου του ΣΥΡΙΖΑ, παραιτήθηκαν λόγω ιδεολογικής αντίθεσης και παρέδωσαν τις έδρες τους στον Χριστόφορο Βερναρδάκη και Γιώργο Κυρίτση, αντίστοιχα. Το ίδιο προαναγγέλλει ότι θα πράξει και ο Θανάσης Παπαχριστόπουλος, ο οποίος αφού κόντρα στο κόμμα του θα ψηφίσει τη συμφωνία των Πρεσπών, θα παραιτηθεί και θα παραδώσει την έδρα του στον Τέρενς Κουίκ, ο οποίος έχει ήδη αποχαιρετήσει τους ΑΝΕΛ και οδεύει προς Κουμουνδούρου.
   
Ιδιότυπη περίπτωση αποτελούν ο Λεωνίδας Γρηγοράκος ο οποίος διαγράφηκε από το ΚΙΝ.ΑΛ τον Ιανουάριο του 2016, όταν ζήτησε νέα συγκυβέρνηση με Ν.Δ, αλλά επανεντάχθηκε το 2017 και ο Κωνσταντίνος Μπαρμπαρούσης της Χρυσής Αυγής, ο οποίος διεγράφη τον περασμένο Ιούνιο, μετά το χουντικό του παραλήρημα στην Βουλή και επανήλθε στις τάξεις του κόμματος με απόφαση του Νίκου Μιχαλολιάκου.

Σε μεταγραφές βουλευτών ειδικά την τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο, έχουν προχωρήσει τα περισσότερα κόμματα.

Στον ΣΥΡΙΖΑ, έχει ενταχθεί η προερχόμενη από την Ένωση Κεντρώων, Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου και απομένει να δούμε τι θα γίνει με τους πρώην ΑΝΕΛίτες Έλενα Κουντουρά, Βασίλη Κόκαλη, τον Θανάση Παπαχριστόπουλο ή τον Τέρενς Κουίκ και Ποταμίσιο Σπύρο Δανέλλη, που στηρίζουν κυβέρνηση και συμφωνία Πρεσπών.

Στη ΝΔ, προσχώρησαν τρεις πρώην βουλευτές από το Ποτάμι, ο Ιάσονας Φωτήλας, η Κατερίνα Μάρκου και ο Χάρης Θεοχάρης, αλλά και ο Γιώργος Κατασιαντώνης από την Ένωση Κεντρώων.

Στο ΚΙΝ.ΑΛ, εντάχθηκαν οι προερχόμενοι από το Ποτάμι Ιλχάν Αχμέτ, Κώστας Μπαργιώτας και ο ανεξάρτητος από την Ένωση Κεντρώων Γιώργος Καρράς.

Στους ΑΝ.ΕΛ, μόλις σήμερα εντάχθηκε ο προερχόμενος από την Ένωση Κεντρώων, Αριστείδης Φωκάς.

Μόνο απώλειες μετρούν το Ποτάμι, η Ένωση Κεντρώων και η Χρυσή Αυγή, ενώ αμετάβλητη παραμένει η βουλευτική σύνθεση στο Κ.Κ.Ε.

Με λίγα λόγια όλα τα κόμματα εξουσίας, ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και ΚΙΝ.ΑΛ έχουν προχωρήσει σε «μεταγραφές» βουλευτών άλλων κομμάτων χωρίς προεκλογική ή μετεκλογική συνεργασία, αλλά μεσούσης της κοινοβουλευτικής περιόδου.

Αν λοιπόν οι πολιτικοί αρχηγοί που σήμερα ή στο παρελθόν έχουν καταδικάσει αυτές τις πρακτικές θέλουν κυρίως για λόγους ηθικής να σταματήσει αυτό το φαινόμενο, ας πάρουν μέτρα. Είτε επισήμως με νομοθετική ρύθμιση, που θα αποτελέσει φραγμό στην μετακίνηση βουλευτών κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής περιόδου που θα ψηφιστεί με υπερκομματική πλειοψηφία, είτε ατύπως, συμφωνώντας ότι θα εγκαταλείψουν αυτές τις πρακτικές.

Αλλιώς δεν θα φταίνε οι γυρολόγοι βουλευτές, που αλλάζουν βουλευτικά έδρανα και την ετυμηγορία του ελληνικού λαού για οποιοδήποτε λόγο, αλλά τα κόμματα και ειδικά τα κόμματα εξουσίας, που υιοθετούν αυτήν την πρακτική αλά καρτ και όταν τους συμφέρει.