Της Χριστίνας Αλεξοπούλου*

Τα τελευταία χρόνια, στο πλαίσιο των αυξημένων πρωτοβουλιών για την προστασία του περιβάλλοντος και την αξιοποίηση ανανεώσιμων μορφών ενέργειας, έχει έλθει στο προσκήνιο το ζήτημα των αστικών απορριμμάτων, τα οποία αποτελούν δυσάρεστη μεν, αναπόφευκτη δε, συνέπεια της παραγωγικής διαδικασίας και κατανάλωσης, όπως έχει διαμορφωθεί στις σύγχρονες κοινωνίες. Και οι κάτοικοι του Νομού Αχαΐας γνωρίζουν και βιώνουν καθημερινά αυτή τη δυσάρεστη πραγματικότητα. Παρά τις διαβουλεύσεις και τις προσπάθειες, ακόμα και ο πλέον καλοπροαίρετος άνθρωπος δεν μπορεί να μην καταλογίσει στις τοπικές αρχές, διαχρονικά, κατ’ ελάχιστον τραγική καθυστέρηση -για να μη μιλήσουμε για ολιγωρία- στην εξεύρεση λύσης στο πρόβλημα των σκουπιδιών που πλημμυρίζουν κατά καιρούς κάθε γωνιά κάθε γειτονιάς του Νομού, απειλώντας πρωτίστως τη δημόσια υγεία αλλά και την αισθητική. 

Η μεγάλη πρόκληση του 21ου αιώνα, στην οποία η χώρα μας, όπως και όλα τα σύγχρονα κράτη, καλούνται να απαντήσουν, είναι το πώς δύναται το ζήτημα των αποβλήτων να μετατραπεί από πρόβλημα διαχείρισης ρυπογόνου ύλης σε ευκαιρία για την αναδιάρθρωση των περιβαλλοντικών και ενεργειακών μας πολιτικών. 

Σε πρώτο πλάνο, λοιπόν, εκτός από το μακροπρόθεσμο στόχο της μείωσης της ποσότητας των αστικών απορριμμάτων, έμφαση πρέπει να δοθεί στην υιοθέτηση πολιτικών ορθολογικής τους διαχείρισης. 

Μέχρι σήμερα, η Ελλάδα αποτελεί -μαζί με τη Μάλτα- ένα από τα “μαύρα πρόβατα” της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς τη διαχείριση των αστικών αποβλήτων, όντας μία εκ των ουραγών στο θέμα της ανακύκλωσης, αλλά και χρησιμοποιώντας σε συντριπτικό ποσοστό την εδαφική τους τοποθέτηση σε Χώρους Υγειονομικής Ταφής, αντί των μεθόδων της βιολογικής ή θερμικής επεξεργασίας (καύση). Την ίδια στιγμή στην Ευρωπαϊκή Ένωση μόνο το 22,6% των αποβλήτων καταλήγει σε ταφή. 

Μάλιστα, με βάση στοιχεία περιβαλλοντικών οργανώσεων, από το σύνολο των παραγόμενων απορριμμάτων στην Ελλάδα σχεδόν τα μισά από αυτά  καταλήγουν σε οργανωμένους χώρους υγειονομικής ταφής (ΧΥΤΑ), ενώ σε μεγάλο βαθμό χρησιμοποιούνται και οι χωματερές ανεξέλεγκτης διαχείρισης αποβλήτων (ΧΑΔΑ). Πέραν, όμως, του μεγάλου οικολογικού προβλήματος, π.χ. μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα, η Ελλάδα επιβαρύνεται και οικονομικά, καθώς το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά καιρούς της έχει επιδικάσει πρόστιμα εκατομμυρίων, για το γεγονός ότι εξακολουθεί παρανόμως να τηρεί εν λειτουργία χωματερές, αν και έχει εισπράξει ευρωπαϊκά κονδύλια προκειμένου να τις κλείσει και να τις αντικαταστήσει με άλλες μεθόδους διαχείρισης λυμάτων.

Στον αντίποδα των μάλλον παρωχημένων εγχώριων πρακτικών, αξίζει να αναφερθεί το ελπιδοφόρο παράδειγμα της Σουηδίας, η οποία καινοτομεί στον τομέα της διαχείρισης αποβλήτων, έχοντας καταφέρει όχι μόνο να ελαττώσει σημαντικά τις αρνητικές συνέπειες της παραγωγής απορριμμάτων στο περιβάλλον αλλά και να αξιοποιήσει την ύπαρξη απορριμμάτων με σκοπό την παραγωγή ενέργειας. Ειδικότερα, μόνο θαυμασμό μπορεί να προκαλέσει η διαπίστωση, ότι στην εν λόγω σκανδιναβική χώρα ανακυκλώνεται το 99% των αποβλήτων, ενώ μόνο το 1% καταλήγει σε χώρους υγειονομικής ταφής. Παράλληλα, το 50% των ετησίως παραγόμενων οικιακών αποβλήτων μετατρέπονται σε ηλεκτρική ενέργεια βάσει μίας τυποποιημένης διαδικασίας. Μάλιστα η ζήτηση σκουπιδιών για τα σκοπό αυτό είναι τόσο μεγάλη, ώστε εισάγονται ετησίως 800.000 τόνοι σκουπιδιών από τη γειτονική Νορβηγία προκειμένου να καλυφθούν οι ενεργειακές ανάγκες της χώρας. 

Ενόψει των ανωτέρω, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κωστής Χατζηδάκης, ανακοίνωσε ότι οι χωματερές σε Κυκλάδες και Δωδεκάνησα αναμένεται να κλείσουν έως το τέλος του 2022 και να αντικατασταθούν από σύγχρονες μονάδες επεξεργασίας αποβλήτων κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Αυτό αποτελεί, βέβαια, ένα πρώτο βήμα, ωστόσο, πόρρω απέχουμε ακόμα από την επίτευξη των στόχων έτσι όπως αποτυπώνονται και στο «Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων» (ΕΣΔΑ) 2020-2030. Αντιστοίχως, ως προς το Νομό Αχαΐας, κοινό τόπο αποτελεί η ανάγκη για τη δημιουργία του λιμνάζοντος εδώ και έτη εργοστασίου επεξεργασίας λυμάτων στη θέση Φλόκα, που θα ανακουφίσει την τοπική κοινωνία από ένα χρόνιο πρόβλημα της καθημερινότητας. Είναι σαφές πως μια τέτοια λύση δεν είναι πανάκεια, αλλά απλώς ένα σημείο εκκίνησης, και πως απαιτούνται περαιτέρω ενέργειες επί τη βάσει ενός μελετημένου, επιστημονικά καταρτισμένου και κοστολογημένου σχεδίου. 

Μόνον έτσι θα μπορέσει ο Νομός Αχαΐας αλλά και η χώρα μας εν συνόλω να ξεπεράσει τους σκοπέλους, που εδώ και χρόνια αποτελούν εμπόδιο στο πολυπόθητο όραμα της πράσινης ανάπτυξης. Αντί λοιπόν να εμμένουμε στις αποτυχημένες πολιτικές του παρελθόντος περιοριζόμενοι στην απόδοση -αδιαμφισβήτητα βαρειών- ευθυνών, είναι καιρός να λάβουμε δράση για το μέλλον, ακολουθώντας τα ευρωπαϊκά κεκτημένα, με γνώμονα να εξεύρουμε γόνιμες και φιλικές προς τον Άνθρωπο και το περιβάλλον λύσεις σε βάθος χρόνου, που θα ικανοποιούν τις τοπικές κοινωνίες και που θα τεθούν σε διαβούλευση με τους τοπικούς φορείς. 

*Η Χριστίνα Αλεξοπούλου είναι βουλευτής Αχαΐας της Ν.Δ. και πολιτικός μηχανικός