Μικρή υποχώρηση στην ελληνική αγορά Πληροφορικής τον Απρίλιο

Μικρή υποχώρηση του επιχειρηματικού κλίματος σημειώθηκε στην ελληνική αγορά Πληροφορικής τον Απρίλιο σε σχέση με έναν μήνα νωρίτερα, αν και οι επιδόσεις του κλάδου ήταν καλύτερες έναντι του αντίστοιχου περσινού μήνα. Ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στην Πληροφορική και Ανάπτυξη Λογισμικού στην Ελλάδα διαμορφώθηκε τον Απρίλιο στις 96,1 μονάδες (από 102,9 μονάδες τον Μάρτιο), αισθητά υψηλότερα από τον Απρίλιο πέρυσι (69,0 μονάδες).

Οι θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων του κλάδου υποχώρησαν ελαφρά και διαμορφώθηκαν στις +6 μονάδες (από +23 μονάδες τον Μάρτιο), όπως αντίστοιχα και στο ισοζύγιο των εκτιμήσεων για την τρέχουσα ζήτηση, όπου οι θετικές εκτιμήσεις κινήθηκαν στις +23 μονάδες (από τις +31 μονάδες το σχετικό ισοζύγιο τον Μάρτιο).

Αλλά και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη πορεία της ζήτησης διατηρήθηκαν τον Μάρτιο στις +19 μονάδες, ενώ ήπια ανοδικά κινήθηκαν οι θετικές προβλέψεις για την απασχόληση του κλάδου, καθώς διαμορφώθηκαν στις +39 μονάδες (από +31 μονάδες τον περασμένο μήνα).

Ταυτόχρονα, οι προβλέψεις για τις τιμές αναμένονται πτωτικές και διαμορφώνονται στις -10 μονάδες (από -8 μονάδες τον Μάρτιο). Τέλος, το 23% (από 12%) των επιχειρήσεων του κλάδου δήλωναν τον Απρίλιο απρόσκοπτη επιχειρηματική λειτουργία, με το 15% (από 23% τον Μάρτιο) να επισημαίνει την ανεπάρκεια ζήτησης, ένα 18% την ανεπάρκεια κεφαλαίων κίνησης και άλλο ένα 27% παράγοντες σχετικούς με την υγειονομική κρίση, ως βασικά προσκόμματα λειτουργίας.

Η εικόνα στην Ελλάδα

Σύμφωνα με την Έρευνα Οικονομικής Συγκυρίας του ΙΟΒΕ, συνολικά στην Ελλάδα τον Απρίλιο σημειώθηκε νέα ενίσχυση του δείκτη οικονομικού κλίματος, το οποίο βρέθηκε, μάλιστα, στο μέγιστο επίπεδο του τελευταίου έτους. Όπως συνέβη συνολικά στην Ευρώπη τον Απρίλιο, και στην Ελλάδα ο δείκτης οικονομικού κλίματος ενισχύθηκε περαιτέρω και διαμορφώθηκε στις 97,9 μονάδες, έναντι 96,9 μονάδων τον Μάρτιο. Πρόκειται για την υψηλότερη επίδοση από τον Μάιο του 2020.

Βελτίωση των προσδοκιών καταγράφηκε τον Απρίλιο σε όλους τους τομείς της οικονομίας, εκτός από τη Βιομηχανία όπου υπάρχει ανεπαίσθητη υποχώρηση. Οι υπόλοιποι τομείς, πάντως, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, εισπράττουν ήδη τα πρώτα οφέλη από την επανέναρξη των δραστηριοτήτων και την επαναλειτουργία των φυσικών καταστημάτων, προσδοκώντας το άνοιγμα του τουρισμού. Παράλληλα, βελτιώθηκε σημαντικά η καταναλωτική εμπιστοσύνη.

“Συνεχίζεται, έτσι, η άμβλυνση της απαισιοδοξίας, που ξεκίνησε τους προηγούμενους μήνες, καθώς γίνονται βήματα σταδιακής επανεκκίνησης τμημάτων της οικονομίας σε αναστολή, αλλά και της κοινωνικής ζωής. Η επιταχυνόμενη πρόοδος στη διαδικασία εμβολιασμού, οι διευρυμένες δυνατότητες ανίχνευσης του ιού, τα ηπιότερα επιδημιολογικά δεδομένα από το δεύτερο δεκαήμερο του Απριλίου και η αναμενόμενη μερική ή πλήρης άρση περιορισμών στην κατανάλωση και την επιχειρηματική λειτουργία στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαΐου (τουρισμός, διαπεριφερειακές μετακινήσεις, εστίαση), δημιουργούν ένα σαφώς θετικότερο κλίμα στην οικονομία, ενισχύοντας τις προσδοκίες επιστροφής τους επόμενους μήνες σε συνθήκες κανονικότητας”, αναφέρει το ΙΟΒΕ.

Θετική η εικόνα στην Ευρώπη

Στο μεταξύ, σημαντική περαιτέρω βελτίωση του δείκτη οικονομικού κλίματος, με επαναφορά του στα προ κορωνοϊού επίπεδα, παρατηρήθηκε στην Ευρωζώνη και στην Ε.Ε. Ο δείκτης οικονομικού κλίματος συνέχισε τον Απρίλιο την έντονη ανάκαμψή του τόσο στην Ευρωζώνη, όσο και στην Ε.Ε. και διαμορφώθηκε στις 109,7 μονάδες στην Ε.Ε. και στις 110,3 μονάδες στην Ευρωζώνη, από 99,9 και 100,9 μονάδες αντίστοιχα τον Μάρτιο.

Η ενίσχυση αυτή φέρνει τον δείκτη υψηλότερα από τον μακροχρόνιο μέσο όρο του και πρώτη φορά σε επίπεδα πριν ξεσπάσει η πανδημία του κορωνοϊού. Η σημαντική άνοδος του δείκτη οφείλεται στη βελτίωση των προσδοκιών σε όλους τους τομείς, καθώς επίσης και στους καταναλωτές.

Όσον αφορά στις μεγαλύτερες οικονομίες, ο δείκτης ενισχύθηκε σε όλες τις χώρες με την Πολωνία (+11,3) να ξεχωρίζει και να ακολουθούν η Ολλανδία (+10,7), η Ισπανία (+9,1), η Γαλλία (+8,5), η Γερμανία (+5,7) και τέλος η Ιταλία (+5,3). Μάλιστα, σε όλες αυτές τις χώρες ξεπέρασε πλέον τον μακροχρόνιο μέσο όρο των 100 μονάδων.

Πηγή: sepe.gr