Κλείσιμο

H στάση των κοινωνικών εταίρων στην αύξηση του κατώτατου- ΓΣΕΕ: Φύλλο συκής

Με επιφυλάξεις υποδέχεται μεγάλο μέρος των κοινωνικών εταίρων την προαναγγελθείσα αύξηση του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ μεικτά (αύξηση 10,9%) και την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού, από 1ης Φεβρουαρίου, που ανακοίνωσε επισήμως στο υπουργικό συμβούλιο ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κάνοντας λόγο για ιστορικό βήμα και πράξη με ιδιαίτερο συμβολισμό.


Κι αυτό, δεδομένου ότι δεν μειώνονται οι εργοδοτικές εισφορές, όπως έγινε το 2014, ενώ δεν μειώνονται και οι φορολογικοί συντελεστές.  

«Η αύξηση  του κατώτατου μισθού που ανακοινώθηκε, χρησιμοποιείται ως φύλλο συκής για τη μη αποδοχή του κυρίαρχου αιτήματος της ΓΣΕΕ, για άμεση επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, χωρίς διακρίσεις και με ταυτόχρονη νομοθέτηση της αποκατάστασης της αρμοδιότητας του εφεξής καθορισμού του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου, για όλους τους εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ)» σημειώνει σε ανακοίνωσή της η ΓΣΕΕ.

Η ΓΣΕΕ θεωρεί επί της αρχής, ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι επιβεβλημένη και κινείται σε θετική κατεύθυνση, δηλώνει ωστόσο ότι θα εξανεμιστεί από τη φορολογία, εάν παράλληλα εφαρμοστεί η ήδη ψηφισμένη μείωση του αφορολόγητου, λαμβάνοντας υπόψη ότι ήδη οι εργαζόμενοι είναι τα μεγάλα υποζύγια και πιθανά τα πιο συνεπή του φορολογικού συστήματος. Οι εργαζόμενοι θα κληθούν να επιστρέψουν στο Κράτος σχεδόν ολόκληρο το ποσό της αύξησης, καθώς μεγάλο μέρος του αφορολογήτου, μέχρι τώρα εισοδήματός τους ,θα φορολογείται πλέον με συντελεστή 22%, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα ισχύοντα.

«Η κατάργηση της επαίσχυντης διάταξης για τον υποκατώτατο μισθό των νέων έως 25 χρονών είναι υποχρέωση της Ελλάδας για συμμόρφωση ήδη από το 2017 στην καταδικαστική απόφαση για παραβίαση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη του αρμόδιου ελεγκτικού οργάνου του Συμβουλίου της Ευρώπης, ύστερα από την προσφυγή το 2014 της ΓΣΕΕ» αναφέρει παράλληλα η Συνομοσπονδία στην ανακοίνωσή της. 

Από την πλευρά του ο ΣΕΒ έχει προειδοποιήσει (εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο Νοεμβρίου 2018) ότι σε μια χώρα χαμηλής ανταγωνιστικότητας, όπως η Ελλάδα, είναι αδύνατο μια επιχείρηση να πληρώνει καλύτερους μισθούς, όταν, μάλιστα, δεν έχει πρόσβαση σε χρηματοδότηση, και επιβιώνει μέσα σε ένα ιδιαίτερα βεβαρημένο φορολογικό και ρυθμιστικό κλίμα.

Όπως μάλιστα αναφέρει ο Σύνδεσμος, μια μεγάλη αύξηση του κατώτατου μισθού η οποία δεν θα συνδέεται με τη μεταβολή της παραγωγικότητας ή τη μείωση του ήδη υψηλού μη μισθολογικού κόστους εργασίας, κινδυνεύει να εκτοπίσει από την επίσημη αγορά αρκετούς εργαζομένους, που θα έρθουν αντιμέτωποι είτε με την ανεργία, είτε με την απώλεια της προστασίας που προσφέρει η επίσημη απασχόληση.

«Προχωράμε σε μια εμβληματική για την κυβέρνησή μας πράξη, στην αύξηση του κατώτατου μισθού, όπως είχαμε δεσμευτεί. Ο κατώτατος μισθός αυξάνεται πλέον στα 650€, από τα 586€ και τα 510€ για τους νέους έως 25 ετών. Θα ισχύσει για όλους χωρίς ηλικιακές διακρίσεις από 1η Φεβρουαρίου» σχολίασε από πλευράς της η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου στο λογαριασμό της στο Twitter την ώρα της συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου. 

Πηγή: skai.gr