Κλείσιμο

Γραφείο προϋπολογισμού Βουλής: Χρέη 130 δισ. ευρώ «πνίγουν» τα νοικοκυριά

Η ελληνική οικονομία ανακάμπτει αλλά ταυτόχρονα αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις τόσο σε βραχυπρόθεσμο όσο και σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα επισημαίνει στην έκθεση του το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή στην τριμηνιαία έκθεσή του για την πορεία της ελληνικής οικονομίας που δόθηκε στη δημοσιότητα.

Παράλληλα εκφράζεται η αγωνία για την αναγκαιότητα μιας στρατηγικής μακράς πνοής με ελάχιστη συναίνεση για την επόμενη μέρα μεταξύ των πολιτικών κομμάτων και των κοινωνικών φορέων. Χρειάζεται, όπως χαρακτηριστικά σημειώνουν οι ίδιες πηγές, ένας ανοικτός δημόσιος διάλογος για το πώς θα αντιμετωπισθούν όλες αυτές οι προκλήσεις

Αξίζει να σημειωθεί ότι είναι η πρώτη έκθεση που συντάσσεται με τη νέα σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου, όταν και ο μέχρι πρότινος γγ Δημοσιονομικής Πολιτικής Φραγκίσκος Κουτεντάκης ανέλαβε επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής μετά από απόφαση του προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση, αντικαθιστώντας τον Παναγιώτη Λιαργκόβα και προκαλώντας την αντίδραση των κομμάτων της αντιπολίτευσης

Σύμφωνα με την έκθεση στη διάρκεια του 2017 οι κυριότερες οικονομικές μεταβλητές παρουσίασαν βελτίωση:

• Ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ ήταν θετικός και διαμορφώθηκε στο 1,4% έπειτα από δύο χρόνια στασιμότητας. Αυτό οφείλεται κυρίως στην ιδιαίτερα θετική επίδοση των επενδύσεων και των εξαγωγών καθώς η ιδιωτική κατανάλωση παρουσίασε στασιμότητα και η δημόσια κατανάλωση υποχώρησε.

• Η ρευστότητα της οικονομίας βελτιώθηκε καθώς καταγράφηκε αύξηση των νέων τραπεζικών δανείων, ιδιαίτερα των επιχειρηματικών, ως επακόλουθο, μεταξύ άλλων, της αύξησης των καταθέσεων στις εγχώριες τράπεζες, της σταδιακής απεξάρτησής τους από τον Έκτακτο Μηχανισμό Ρευστότητας (ELA) και της βελτίωσης της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού δηλαδή κατ’ ουσίαν της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Παράλληλα, η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2018 για τις ελληνικές τράπεζες ολοκληρώθηκε, χωρίς να προκύψουν πρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες.

• Ο ρυθμός πληθωρισμού, αν και επιβραδύνθηκε, παραμένει θετικός, ενώ το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι σχεδόν ισορροπημένο.

• Η ανεργία μειώθηκε κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες, η απασχόληση αυξήθηκε με τον υψηλότερο ρυθμό που έχει παρατηρηθεί από το 2001 και οι ροές μισθωτής εργασίας κατέγραψαν το υψηλότερο θετικό ισοζύγιο από το 2013.

• Το πρωτογενές πλεόνασμα ξεπέρασε τους στόχους του προγράμματος για τρίτο έτος κατά σειρά και καταγράφηκε συνολικό πλεόνασμα (συμπεριλαμβανομένων των τόκων δημοσίου χρέους) για δεύτερο συνεχές έτος.

• Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων συνεχίζουν να καταγράφουν αποκλιμάκωση με αποτέλεσμα η διαφορά τους (spread) έναντι των αποδόσεων των αντίστοιχων γερμανικών και πορτογαλικών τίτλων να έχει περιοριστεί.

Προϋπόθεση για την επίτευξη των ευνοϊκών προβλέψεων για το 2018 συνιστά η ολοκλήρωση της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης που θα οδηγήσει σε ολοκλήρωση του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής

Εγκυμονούν κίνδυνοι


Ωστόσο όπως επισημαίνεται στην έκθεση , υπάρχουν κίνδυνοι που συνδέονται με το εξωτερικό περιβάλλον και ειδικότερα με: πιθανή αναζωπύρωση της προσφυγικής κρίσης, ενδεχόμενη επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας λόγω, μεταξύ άλλων, του αυξανόμενου προστατευτισμού, ενδεχόμενων αναταράξεων στις διεθνείς αγορές χρήματος .και κεφαλαίου από μια ταχύτερη του αναμενομένου εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής στις αναπτυγμένες οικονομίες.

Σύμφωνα πάντα με την έκθεση το ελληνικό κράτος έχει ένα υψηλό δημόσιο χρέος περίπου 330 δις ευρώ, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου ανήκει στον επίσημο τομέα των κρατών μελών της Ευρωζώνης, δηλαδή η εξυπηρέτησή του αποτελεί αντικείμενο πολιτικής διαπραγμάτευσης.

Οι εγχώριες επιχειρήσεις και νοικοκυριά, έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές περίπου 130 δις ευρώ προς το ελληνικό δημόσιο (φορολογικές αρχές και ασφαλιστικά ταμεία) και άλλα 95 δις ευρώ στις τράπεζες από μη εξυπηρετούμενα δάνεια.

Αυτό το τελευταίο σημαίνει ότι τα μισά περίπου δάνεια των τραπεζών δεν εξυπηρετούνται, την ίδια ώρα που οι καταθέσεις τους έχουν συρρικνωθεί σημαντικά σε σχέση με την προ κρίσης περίοδο.

Ένα επιπλέον πρόβλημα που αντιμετωπίζει η οικονομία είναι η ποσοτική και ποιοτική υποβάθμιση του ανθρώπινου κεφαλαίου, δηλαδή του εργατικού δυναμικού που απασχολείται ή είναι διατεθειμένο να απασχοληθεί ως βασικός συντελεστής στην εγχώρια παραγωγική διαδικασία. Αυτή η υποβάθμιση είναι συνέπεια αφενός της απώλειας εργασιακών δεξιοτήτων που υφίστανται οι μακροχρόνια άνεργοι και αφετέρου της μετανάστευσης ειδικευμένης εργασίας στο εξωτερικό.

Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή θεωρεί προτεραιότητα τη διατήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας με την έννοια της μέγιστης προσοχής, υπευθυνότητας και διαφάνειας στη διαχείριση του δημόσιου χρήματος.

«Η αδυναμία ελέγχου των δημόσιων οικονομικών ήταν η βασική αιτία που προκάλεσε μια οδυνηρή κρίση για τους πολίτες της χώρας. Συνεπώς απαιτείται μια αξιόπιστη δέσμευση ότι δεν θα επαναληφθούν οι πρακτικές του παρελθόντος.

Η απόκτηση ενός σύγχρονου και αποτελεσματικού δημοσιονομικού πλαισίου υψηλής ποιότητας είναι συμφέρουσα επένδυση για τους πολίτες. Είναι επίσης αναγκαία συνθήκη για την διατήρηση πλεονασμάτων που διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους αλλά και την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας.

Είναι δεδομένο ότι οι δημοσιονομικοί περιορισμοί επιβαρύνουν την ιδιωτική οικονομική δραστηριότητα και ενισχύουν τους ανταγωνισμούς συμφερόντων μεταξύ κοινωνικών ομάδων. Συνεπώς κάθε δημοσιονομικός χώρος είναι πολύτιμος και πρέπει να αξιοποιείται σύμφωνα με τους ευρύτερους στόχους της οικονομικής πολιτικής.

Είναι δεδομένο ότι οι δημοσιονομικοί περιορισμοί επιβαρύνουν την ιδιωτική οικονομική δραστηριότητα και ενισχύουν τους ανταγωνισμούς συμφερόντων μεταξύ κοινωνικών ομάδων. Συνεπώς κάθε δημοσιονομικός χώρος είναι πολύτιμος και πρέπει να αξιοποιείται σύμφωνα με τους ευρύτερους στόχους της οικονομικής πολιτικής.

Αυτοί οι στόχοι πρέπει να περιλαμβάνουν την παροχή σύγχρονης και αποτελεσματικής κοινωνικής προστασίας, τη βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων υπηρεσιών και της δημόσιας διοίκησης, την αύξηση του φυσικού κεφαλαίου με κίνητρα που ενισχύουν εξωστρεφείς κλάδους με υψηλή προστιθέμενη αξία και την αναβάθμιση του ανθρώπινου κεφαλαίου με εκπαίδευση και κατάρτιση ώστε να αυξηθούν οι αμοιβές της ειδικευμένης εργασίας».

Σύμφωνα με την έκθεση επιπρόσθετος στόχος της οικονομικής πολιτικής πρέπει να είναι η διαμόρφωση συνθηκών που ενθαρρύνουν τόσο την εγχώρια επενδυτική δραστηριότητα όσο και την προσέλκυση κεφαλαίων από το εξωτερικό με την επιτάχυνση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας, την απλούστευση των διαδικασιών αδειοδότησης, την πλήρη άρση των κεφαλαιακών ελέγχων και τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.

Τέλος, θα πρέπει να τυποποιηθούν και να υποστηριχθούν περαιτέρω οι εξωδικαστικές διαδικασίες για τη διαχείριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο και των μη εξυπηρετούμενων δανείων και να επιταχυνθούν οι ρυθμοί τακτοποίησής τους με αξιοποίηση όλων των εργαλείων, όπως η εθνική εταιρία διαχείρισης δανείων. Η προστασία των οφειλετών θα πρέπει να διασφαλίζεται με αυστηρά και στοχευμένα κοινωνικά κριτήρια προκειμένου να μην ενθαρρύνονται οι περιπτώσεις στρατηγικών κακοπληρωτών.

Τα παραπάνω μπορούν να συνεισφέρουν στην γρήγορη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, στο κλείσιμο του παραγωγικού κενού, σε υψηλότερη απασχόληση αλλά και σε μεγαλύτερους μακροπρόθεσμους ρυθμούς δυνητικής ανάπτυξης.
Πηγή: skai.gr