Ο άνθρωπος που δημιούργησε τη μεσαία τάξη για να της πουλήσει αυτοκίνητα

7 Απριλίου 1947

Πεθαίνει, σε ηλικία 83 ετών, ο Χένρι Φορντ. Ιδρυτής της Ford Motor, ο δεύτερος πλουσιότερος στις ΗΠΑ μετά τον Ροκφέλερ, ο  άνθρωπος που άλλαξε την Αμερική, έφερε την επανάσταση στη βιομηχανική παραγωγή και σύστησε το αυτοκίνητο στις μάζες. Πολλά έχουν ειπωθεί για τον Χένρι Φορντ. Αυτό που λιγότεροι συνειδητοποιούν είναι πως υπήρξε ο δημιουργός του σύγχρονου τρόπου ζωής, όπως τον γνωρίζουμε σήμερα.

Στις αρχές του 20ου αιώνα, το αυτοκίνητο ήταν υπόθεση αποκλειστικά των πλουσίων. Τα περισσότερα μοντέλα ήταν πολύπλοκα μηχανήματα που απαιτούσαν έναν σοφέρ που να έχει γνώση των συστημάτων τους για να κινηθούν.

Ο Χένρι Φορντ, λοιπόν, δεν ήταν εκείνος που έφτιαξε το πρώτο αυτοκίνητο, ήταν όμως αποφασισμένος να φτιάξει ένα απλό, αξιόπιστο και οικονομικά προσιτό όχημα, το οποίο να μπορεί να οδηγήσει ο μέσος Αμερικανός. Το αποτέλεσμα ήταν το Model T αλλά και η γραμμή συναρμολόγησης, δύο καινοτομίες που έφεραν την επανάσταση στην αμερικανική κοινωνία και άλλαξαν τον κόσμο στον οποίο ζούμε.

Το Model T έκανε το ντεμπούτο του στην αγορά το 1908, με τιμή πώλησης στα 825 δολάρια. Τον πρώτο χρόνο πουλήθηκαν πάνω από 10.000 τέτοια αυτοκίνητα. Και τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν η τιμή μειώθηκε στα 575 δολάρια, οι πωλήσεις εκτινάχθηκαν. Έως το 1914, ο Φορντ είχε μερίδιο 48% στην αγορά των αυτοκινήτων.

Το «κλειδί» για την ικανότητα του Φορντ να πουλά ένα προσιτό αυτοκίνητο ήταν η ανάπτυξη της γραμμής συναρμολόγησης που μείωσε το κόστος κατασκευής. Και πάλι, ο Φορντ δεν ήταν εκείνος που σκέφτηκε πρώτος την γραμμή συναρμολόγησης. Ήταν όμως αυτός που την τελειοποίησε. Έτσι, μπόρεσε να μειώσει τον χρόνο κατασκευής του Model T από τις 12,5 ώρες σε λιγότερες από 6 ώρες. Από το εγκαταλελειμμένο πλέον εργοστάσιο της Ford στην Woodward Avenue του Χάιλαντ Παρκ στο Μίσιγκαν, έβγαιναν το 1925 περισσότερα από 9.000 Model T την ημέρα.
5 δολάρια την ημέρα

Τον Ιανουάριο του 1914 έκανε παγωνιά στο Ντιτρόιτ. Όμως χιλιάδες Αμερικανοί έκαναν ουρά έξω από το εργοστάσιο της Ford για να ζητήσουν δουλειά. Ο λόγος; Ο Χένρι Φορντ τους έκανε μία προσφορά που δεν μπορούσαν να αρνηθούν: 5 δολάρια την ημέρα, για οκτώ ώρες δουλειάς στο εργοστάσιο.

Ήταν πάνω από τα διπλά σε σχέση με το μεροκάματο που έπαιρναν οι εργάτες στα εργοστάσια την εποχή εκείνη. Πέντε δολάρια το 1914 θα ισοδυναμούσαν σε 120 δολάρια σε σημερινά χρήματα. Και για τους εργαζόμενους, ήταν μία από εκείνες τις στιγμές που καθόρισαν τον 20ου αιώνα.

Ασφαλώς, ο Φορντ ήταν ένας σκληρός επιχειρηματίας. Δεν έδωσε στους εργάτες τους μεροκάματο 5 δολαρίων από καλοσύνη. Το έκανε για να σταθεροποιήσει το προσωπικό του.

Έως το 1914, ο Φορντ είχε τελειοποιήσει την γραμμή συναρμολόγησης. Κυλιόμενοι διάδρομοι μετέφεραν μικρά εξαρτήματα στους εργάτες, αντί εκείνοι να πηγαίνουν όπου χρειαζόταν να κάνουν κάποια εργασία. Αυτοί το μόνο που είχαν να κάνουν είναι να σταθούν στο πόστο τους και να εκτελέσουν μία συγκεκριμένη κίνηση.

Το πρόβλημά του τώρα ήταν το εργατικό δυναμικό. Την εποχή εκείνη, τα εργοστάσια έπασχαν από τις πολλές απουσίες και τις διαρκείς αλλαγές των εργατών. Ήταν μία δουλειά που όλοι μισούσαν, και έτσι, οι περισσότεροι αποφάσιζαν αργά ή γρήγορα απλά να μην εμφανιστούν ξανά στο εργοστάσιο.

Ο Φορντ δεν χρειαζόταν ιδιαίτερα καταρτισμένους υπαλλήλους. Το μόνο που ήθελε ήταν να κάνουν την ίδια, επαναλαμβανόμενη κίνηση ξανά και ξανά, για ώρες και μέρες.

Και πόνταρε ότι αυξάνοντας το μεροκάματα, θα πετύχαινε ένα πιο αξιόπιστο εργατικό δυναμικό. Είχε δίκιο, καθώς τα αποτελέσματα ήταν πέραν κάθε προσδοκίας.

Η παραγωγικότητα εκτινάχθηκε, με την Ford Motor να διπλασιάζει τα κέρδη της σε λιγότερο από δύο χρόνια. Ο ίδιος ο Φορντ θα έλεγε εκ των υστέρων ότι η αύξηση των μισθών ήταν η καλύτερη κίνηση περικοπής κόστους που έκανε ποτέ.

Το διπλό όφελος

Όμως η απόφασή του να ανεβάσει τους μισθούς στα 5 δολάρια (μειώνοντας παράλληλα τις ώρες εργασίας από τις 9 την ημέρα στο 8ωρο που γνωρίζουμε έως σήμερα) είχε διπλό όφελος για τον Χένρι Φορντ. Πέραν της αύξησης της παραγωγικότητας, κατάφερε να δημιουργήσει μία νέα μεσαία τάξη, που έβγαζε αρκετά (περίπου 30.000 δολάρια τον χρόνο σε σημερινά χρήματα) για να μπορεί να αγοράσει το αυτοκίνητο που έφτιαχνε το εργοστάσιό του.

Σύμφωνα με τους οικονομολόγους, ήταν η κίνηση που άλλαξε το οικονομικό μοντέλο της Αμερικής, δημιουργώντας μια βιομηχανική μεσαία τάξη και μία οικονομία που κινείται από την καταναλωτική ζήτηση.

Πηγή: Money Review