Κληρονομική προδιάθεση: Μια σημαντική παράμετρος στην πρόληψη για τον καρκίνο του παχέος εντέρου

Στα δύο προηγούμενα άρθρα της στήλης, τονίσαμε τη σημασία της πρόληψης για την καλύτερη αντιμετώπιση και του καρκίνου του παχέος εντέρου. Σήμερα ο κ. Μιχάλης Καραμούζης, Παθολόγος Ογκολόγος, Επίκ. Καθηγητής Ιατρικής Σχολής Ε.Κ.Π.Α. μας περιγράφει πιο συγκεκριμένα, τη σημασία της διαδικασίας των προληπτικών εξετάσεων. 



Κύριε Καραμούζη, υπάρχουν κάποια τεστ που με ακρίβεια να εντοπίζουν σήμερα την προδιάθεση κάποιων ανθρώπων να εκδηλώσουν καρκίνο; 

Θα έλεγα πώς ναι, υπάρχουν πλέον αρκετά μοριακά τεστ μέσα από τα οποία μπορούμε να δούμε αν σε κάποια άτομα υπάρχει αυξημένη κληρονομική προδιάθεση. Είναι τεστ τα οποία έχουν αναπτυχθεί σταδιακά εδώ και μια δεκαετία και έχουν βελτιωθεί σημαντικά ιδιαίτερα τα δύο τελευταία χρόνια. Μέσω αυτών των τεστ μπορεί ένα άτομο, ειδικά  ηλικίας  μικρότερης των 50 ή 40 ετών, να αναγνωρίσει από νωρίς την ανάγκη να προχωρήσει σε αναλυτικά προληπτικά τεστ και εξετάσεις. 
Τα τελευταία χρόνια η συχνότητα αυξάνεται και εντοπίζεται πλέον η ασθένεια και σε πιο νεαρές ηλικίες. Και αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να ρίξουμε μεγάλο βάρος βέβαια και στην πρωτογενή πρόληψη. 

Υπάρχει κάποιο πρωτόκολλο προληπτικών εξετάσεων που θα πρέπει να γίνονται για το παχύ έντερο;
Αυτό που σημειώνουμε ως γιατροί, είναι ότι θα πρέπει το αργότερο μέχρι τα 50 να έχει κάνει κάποιος κολονοσκόπηση και ίσως θα πρέπει και γαστροσκόπηση. Δυστυχώς αυτό που έχουμε διαπιστώσει, είναι ότι παρά τη σημασία των εξετάσεων αυτών, η διεισδυτικότητα των εξετάσεων πρόληψης βρίσκεται σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα στον ελληνικό πληθυσμό και δεν ξεπερνά το 10-15%. Να επισημάνουμε ακόμη ότι η έγκαιρη διάγνωση μειώνει πάρα πολύ το κόστος θεραπείας  καθώς αποφεύγονται επιβαρύνσεις από νοσηλείες και χειρουργεία, εξετάσεις και ενδεχόμενες χημειοθεραπείες. Φυσικά δεν είναι μόνο το κόστος. Όλη αυτή τη διαδικασία αποκατάστασης της υγείας την αποφεύγει και ο ασθενείς που θα διαγνωστεί αρκετά νωρίς. 

Στο εξωτερικό τι ισχύει;
Υπάρχουν χώρες όπου τα επιδημιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι η νόσος είναι σχετικά διαδεδομένη και οι χώρες αυτές έχουν αναπτύξει υψηλού επιπέδου προγράμματα πληθυσμιακού ελέγχου, όπως πχ στην Ιαπωνία. Εκεί την ημέρα των γενεθλίων κατά την οποία συμπληρώνεται το έτος που θεωρεί το σύστημα υγείας ότι πρέπει να προβεί κανείς σε σχετικές προληπτικές εξετάσεις, ο κάθε πολίτης λαμβάνει «ευχετήριο» μήνυμα με την υπενθύμιση ότι στη συγκεκριμένη ηλικία θα πρέπει να κάνει κάποια εξέταση διότι σε διαφορετική περίπτωση υπάρχει σημαντική πιθανότητα μετά από ένα χρόνο να παρουσιάσει τη συγκεκριμένη ασθένεια.  

Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι μια επίσης ασυμπτωματική ασθένεια. Μπορείτε να εντοπίσετε όμως κάποιες περιπτώσεις που να «επιβάλλουν» την επίσκεψη στο γιατρό και τις εξετάσεις; 
Υπάρχουν κάποια άτυπα συμπτώματα όπως οι εναλλαγές κενώσεων (διάρροια – δυσκοιλιότητα), ή να παρουσιάζεται συχνά αίμα στα κόπρανα, ή ακόμη και σε κάποια εξέταση να διαπιστώνεται χαμηλός αιματοκρίτης (ειδικά στους άντρες). Γενικά θα λέγαμε κάποια άτυπα κοιλιακά συμπτώματα τα οποία επιμένουν και δε δικαιολογούνται από κάποια διατροφική αιτία. Σε αυτές τι περιπτώσεις θα πρέπει να γίνει περαιτέρω έλεγχος. 

Σε αυτή την περίπτωση τι θα πρέπει να κάνει ένας ασθενής; 
Ο ασθενής θα πρέπει να απευθυνθεί σε παθολόγο – γενικό γιατρό και εν συνεχεία παραπέμπεται σε γαστρεντερολόγο.  Αν διαπιστωθεί καρκίνος, το ζήτημα της θεραπείας συζητείται στο ογκολογικό συμβούλιο, όπου συμμετέχουν ο γαστρεντερολόγος, ο ογκολόγος, ο χειρουργός και ο παθολογοανατόμος.  Στο 60% των περιπτώσεων, το περιστατικό χειρουργείται και το είδος του χειρουργείου προσδιορίζεται από την έκταση και το σημείο που εντοπίζεται ο καρκίνος. 
Θα ήθελα επίσης να πω, ότι επειδή υπάρχουν πολλοί Έλληνες, που όπως είπαμε δεν κάνουν κολονοσκόπηση και δεν επισκέπτονται το γιατρό, παρά τα συμπτώματα που μπορεί να έχουν, υπάρχουν και περιστατικά τα οποία τελικά δεν είναι χειρουργήσιμα, ενώ εντοπίζονται και μεταστάσεις σε γειτονικά όργανα. Σ αυτές τις περιπτώσεις η θεραπευτική αγωγή είναι διαφορετική. 

Πηγή: Γιώργος Σακκάς