Ινσουλίνη: Ο φυσικός ρυθμιστής του σακχάρου

Η κύρια μέθοδος για την αντιμετώπιση  του διαβήτη ή καλύτερα για τη ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα, είναι η  χορήγηση ινσουλίνης. Αξίζει λοιπόν να αναφέρουμε μερικά από τα βασικά θέματα τα οποία προβληματίζουν αρκετούς από εμάς σχετικά με την ινσουλίνη, όπως τα περιγράφει η Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία. 

Καταρχήν θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η ινσουλίνη είναι μια απόλυτα φυσική ουσία. Είναι μια ορμόνη που παράγεται φυσιολογικά στον οργανισμό μας. Εκκρίνεται στο πάγκρεας και πιο συγκεκριμένα σε μια ομάδα κυττάρων που ονομάζονται β-κύτταρα και είναι απαραίτητη για τον μεταβολισμό των θρεπτικών συστατικών που λαμβάνουμε με την τροφή. Η ινσουλίνη είναι απαραίτητη για την διατήρηση των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα μέσα στα φυσιολογικά όρια. Η ολική έλλειψη ινσουλίνης (στον διαβήτη τύπου 1) ή η μερική (στον διαβήτη τύπου 2), εφόσον δεν αντιμετωπισθεί σωστά, οδηγεί σε αύξηση του σακχάρου και στην εμφάνιση επιπλοκών
Η θεραπεία με ινσουλίνη είναι κατάλληλη για κάθε άτομο με διαβήτη είτε αυτό έχει διαβήτη τύπου 1 είτε έχει διαβήτη τύπου 2. Ο ιατρός επιλέγει το κατάλληλο σχήμα χορήγησης για κάθε άτομο. Συνήθως είναι ένα απλό σχήμα θεραπείας που προσαρμόζεται στις ανάγκες και τον τρόπο ζωής των ατόμων με διαβήτη. 

Η ινσουλίνη χορηγείται υποδόρια στην κοιλιά, τα πόδια ή τα χέρια, με πένα ινσουλίνης που είναι πολύ απλή στο χειρισμό της. Οι βελόνες που προσαρμόζονται στην πένα είναι πολύ μικρές (η πιο μικρή που υπάρχει είναι μήκους μόνο 4 χιλιοστών) και πρακτικά η ένεση ινσουλίνης είναι εντελώς ανώδυνη. Συνήθως, όταν τα άτομα με διαβήτη κάνουν την πρώτη τους ένεση, συχνά λένε «δεν το πιστεύω ότι δεν πόνεσε». Σήμερα, υπάρχουν πένες ινσουλίνης στις οποίες προσαρμόζετε μία μικροσκοπική βελόνα, ο ασθενής επιλέγει τη σωστή δόση ινσουλίνης, και κάνει την ένεση εντελώς ανώδυνα. Υπάρχει μεγάλο εύρος τύπων ινσουλίνης και θεραπευτικών σχημάτων ινσουλίνης που είναι ακόμη πιο εύκολοι στη χρήση από ό,τι στο παρελθόν.
Αρκετές φορές η χορήγησή της μία φορά ημερησίως αρκεί. Όταν απαιτείται έναρξη ινσουλινοθεραπείας, συνήθως γίνεται με μια ένεση την ημέρα, το βράδυ πριν την κατάκλιση και στις περισσότερες περιπτώσεις συνδυάζεται με τη χορήγηση από του στόματος αντιδιαβητικών δισκίων. Ωστόσο, αν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα είναι ακόμη πολύ υψηλά μετά από τα γεύματα, ίσως χρειαστεί να λαμβάνονται μια ή περισσότερες ενέσεις ινσουλίνης πριν τα γεύματα.
Τα άτομα με διαβήτη τύπου 1 (περίπου το 5-10% των ατόμων με διαβήτη) έχουν καθολική έλλειψη ινσουλίνης και πραγματικά χρειάζονται από την αρχή της διάγνωσης απαραιτήτως ενέσεις ινσουλίνης καθημερινά. Στην περίπτωση όμως του διαβήτη τύπου 2, που αφορά το 90-95% του συνόλου των ατόμων με διαβήτη, ενδέχεται να μην υπάρχει ανάγκη χορήγησης ινσουλίνης, τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια μετά την διάγνωση. Το σημαντικό είναι να είναι ρυθμισμένο το σάκχαρο στο αίμα. Μόνο με αυτό τον τρόπο θα μειωθεί  ή θα αποφευχθεί  ο κίνδυνος εμφάνισης επιπλοκών του διαβήτη.
Παρόλο που ορισμένοι εξαντλούν κάθε δυνατή θεραπεία για την αντιμετώπιση του διαβήτη πριν καταφύγουν στη χρήση ινσουλίνης, αυτό ίσως δεν είναι και η καλύτερη στρατηγική. Μέχρι κάποιο άτομο με διαβήτη τύπου 2 αρχίσει ινσουλινοθεραπεία, ενδέχεται να έχει ήδη εμφανίσει επιπλοκές που σχετίζονται με τη νόσο, εξαιτίας της κακής ρύθμισης του σακχάρου στο αίμα.
Στην πραγματικότητα, η έγκαιρη έναρξη θεραπείας με ινσουλίνη ενδέχεται να αποτρέπει τις όποιες επιπλοκές, συμβάλλει στην καλύτερη αποτελεσματικότητα των από του στόματος αντιδιαβητικών δισκίων (και για περισσότερο χρόνο) και επιτρέπει να χρησιμοποιούνται πιο απλά θεραπευτικά σχήματα ινσουλίνης για μεγαλύτερη χρονική περίοδο.  Επειδή τα υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα αυξάνουν τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής, εγκεφαλικού επεισοδίου και άλλων σοβαρών προβλημάτων υγείας, δεν πρέπει να χάνεται χρόνος σε θεραπείες που δεν επιτυγχάνουν να θέσουν υπό έλεγχο τα επίπεδα αυτά. 
Πηγή: Γιώργος Σακκάς