Βασικές θεραπευτικές λύσεις στην αντιμετώπιση του καρκίνου του προστάτη

Είναι γεγονός ότι πλέον η σύγχρονη Ιατρική θέτει  στο επίκεντρο τον ασθενή και τη μοναδικότητα του κάθε οργανισμού και όχι τη νόσο.  Επαναλαμβάνουμε δε την χαρακτηριστική σημείωση του κ. καθηγητή κ. Χρήστου Παπανδρέου που δημοσιεύτηκε ήδη από τις 21/11, ότι «δεν θεραπεύουμε τη νόσο αλλά ασθενείς». 
 Έτσι, η κατάλληλη θεραπεία, ανάλογα με το στάδιο της νόσου, επιλέγεται κάθε φορά από ομάδα ειδικών (ουρολόγος, ακτινοθεραπευτής, ογκολόγος, παθολογοανατόμος). Τα χαρακτηριστικά της νόσου, η έκτασή της, το ιατρικό ιστορικό (συνοδά νοσήματα και η φαρμακευτική αγωγή γι’ αυτά), αλλά και οι ανάγκες και οι ιδιαιτερότητες του τρόπου ζωής κάθε ασθενή, παίζουν πλέον καθοριστικό ρόλο στην επιλογή της βέλτιστης θεραπευτικής προσέγγισης.
Ομαδοποιώντας στο βαθμό του δυνατού τις θεραπευτικές επιλογές, θα σημειώναμε με βάσει τις τοποθετήσεις των ιατρών, ότι συνήθως στη διαχείριση της νόσου ακολουθούνται οι παρακάτω διαδικασίες: 

Η ριζική προστατεκτομή , που έχει στόχο την αφαίρεση ολόκληρου του προστάτη και των σπερματοδόχων κύστεων, και σε ορισμένες περιπτώσεις των λεμφαδένων της πυέλου. Μάλιστα, οι νεότερες χειρουργικές τεχνικές δίνουν πολύ καλά αποτελέσματα ή και ίαση της νόσου, χωρίς να επηρεάζεται η στυτική λειτουργία, ο ασθενής αναρρώνει ταχύτερα και η νοσηλεία περιορίζεται στις 2-5 ημέρες.
Η ακτινοθεραπεία , προτείνεται σε ασθενείς υψηλού κινδύνου με τοπική νόσο  η οποία προτείνεται για ασθενείς άνω των 65 ετών και όταν μπορεί να συνδυαστεί με ορμονοθεραπεία, δίνοντας πολύ καλό θεραπευτικό αποτέλεσμα. μπορεί να έχει ισοδύναμα αποτελέσματα με την προστατεκτομή. Η ακτινοθεραπεία χορηγείται, είτε με την εμφύτευση ραδιενεργών σωματιδίων στον προστάτη (βραχυθεραπεία), είτε με εξωτερική ακτινοβολία. Τα αποτελέσματα της ακτινοθεραπείας είναι σταδιακά και σωρευτικά, ενώ βασικό μειονέκτημα της ακτινοθεραπείας είναι ότι ο προστάτης δεν αφαιρείται και τα καρκινικά κύτταρα που είναι ανθεκτικά στην αγωγή μπορούν να επανακάμψουν, ενώ τα νέα να επιβιώσουν και να πολλαπλασιαστούν.
Η ορμονοθεραπεία, που αποτελεί μία συνήθη θεραπεία για ασθενείς με τοπικά προχωρημένη νόσο και στοχεύει στη μείωση της παραγωγής τεστοστερόνης ή τον αποκλεισμό των ανδρογονικών υποδοχέων στα καρκινικά κύτταρα. Η στέρηση ανδρογόνων αποτελεί θεραπευτική επιλογή σε μεταστατικούς ασθενείς, σε ασθενείς στους οποίους παρατηρείται αύξηση του PSA μετά από ριζική προστατεκτομή ή ως επικουρική θεραπεία σε ασθενείς χωρίς μεταστάσεις αλλά με θετικούς λεμφαδένες.  Οι νεότερες ορμονικές θεραπείες, μπορούν να χορηγηθούν σε ασθενείς με μεταστατικό ανθεκτικό στον ευνουχισμό καρκίνο του προστάτη τόσο πριν τη χημειοθεραπεία εφόσον είναι ασυμπτωματικοί ή ήπια συμπτωματικοί ή μετά τη χημειοθεραπεία. Το βασικό μειονέκτημα της ορμονικής θεραπείας είναι ότι δρα για ένα συγκεκριμένο διάστημα, μέχρι ο καρκίνος να γίνει ανθεκτικός σε αυτή.
Η χημειοθεραπεία, αποτελεί θεραπευτική λύση για τους ασθενείς με μεταστατικό ανθεκτικό στον ευνουχισμό καρκίνο του προστάτη. Η επιλογή της στον συνολικό θεραπευτικό αλγόριθμό έχει τροποποιηθεί και ισχυροποιηθεί τα τελευταία 2 χρόνια. Σύμφωνα με την πρώτη ανακοίνωση της μελέτης CHAARTED, επισημάνθηκε ότι ο συνδυασμός ενός χημειοθεραπευτικού φαρμάκου με την καθιερωμένη ορμονοθεραπεία στο αρχικό στάδιο θεραπείας, κατάφερε να βελτιώσει σημαντικά την επιβίωση και βοήθησε τους ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο του προστάτη να ζήσουν πάνω από ένα χρόνο περισσότερο.

Με βάση τις παραπάνω θεραπείες και στις περιπτώσεις που είναι δυνατή η χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής, ο κ. Ευάγγελος Μπουρνάκης, Παθολόγος Ογκολόγος,  Επιστημονικός Συνεργάτης, Πανεπιστημιακό  Νοσοκομείο Αθηνών «ΑΡΕΤΑΙΕΙΟ», σημειώνει στο skai.gr ότι θεραπευτικές επιλογές μπορούν να διακριθούν : 
Στα χημικοθεραπευτικά φάρμακα τα οποία χορηγούνται ενδοφλέβια και ειδικότερα αυτά, είναι η δοσεταξέλη, το πρώτο φάρμακο που άλλαξε την ιστορία και την πορεία της επιβίωσης, ήδη από το 2004 και η καμπαζιταξέλη το οποίο χορηγείται σε δεύτερη φάση, όπως λένε οι ογκολόγοι είναι 2ης γραμμής, ένα φάρμακο που ήρθε να προστεθεί στη φαρέτρα το 2010 στους ασθενείς εκείνους που παρουσίαζαν είτε επιδείνωση είτε αντοχή μετά ή στη δοσεταξελη. 
Υπάρχουν ακόμη νεότερα ορμονικά σκευάσματα  τα οποία είναι σε μορφή χαπιών και συγκεκριμένα  η οξική αμπιρατερόνη, ένας αναστολέας της βιοσύνθεσης των ανδρογόνων που κόβει την παραγωγή ανδρογόνων ακόμα και στο επίπεδο των καρκινικών κυττάρων οδηγώντας στην καταστροφή τους, σε συγχορήγηση με μικρή δόσης πρεδνιζολόνης, και η ενζαλουταμίδη, ένα νεότερο αντιανδρογόνο που μπλοκάρει σε διάφορα επίπεδα τον ανδρογονικό υποδοχέα μέσω του οποίου δρουν τα ανδρογόνα και χορηγείται ως μονοθεραπεία, χωρίς δηλαδή να απαιτείται η συγχορήγηση κορτιζόνης.

Τέλος, υπάρχουν και τα λοιπά φάρμακα που είναι υποστηρικτικά, δηλαδή τα διφωσφονικά (πχ. ζολεδρονικό οξύ) και το μονοκλωνικό  αντίσωμα δενοσουμάμπη που η δράση τους αφορά τις οστικές μεταστάσεις, δρώντας κυρίως προστατευτικά στο οστό καθυστερώντας την εμφάνιση δυσάρεστων συμβαμάτων όπως κάταγμα, συμπίεση νωτιαίου μυελού, πόνος, πάντα σε συγχορήγηση με κάποια από τις ως άνω θεραπευτικές επιλογές.
Επίσης τα radium 223 και Sipleucel T είναι φαρμακευτικές επιλογές που η μεν 2η αποτελεί ανοσοθεραπεία, η οποία δεν προβλέπεται ωστόσο να κυκλοφορήσει στην Ελλάδα καθώς το κόστος καθιστά παγκοσμίως τη χρήση δυσχερή, και η 1η είναι ένα ραδιοφάρμακο που αναμένεται η χρήση του και στην Ελλάδα το προσεχές διάστημα, με όφελος στη συνολική επιβίωση των ασθενών με mCRPC που έχουν όμως συμπτωματική οστική νόσο (όχι σπλαχνικές μεταστάσεις) και έχουν λάβει ή δε μπορούν να λάβουν δοσεταξέλη.
 
Πηγή: Γιώργος Σακκάς