Ποιος ήταν ο Τζορτζ Φλόιντ – Οι δικοί του άνθρωποι μιλούν γι’ αυτόν

Πριν βρει τραγικό θάνατο από τον αστυνομικό Ντέρεκ Τσόβιν, ο οποίος του προκάλεσε ασφυξία πατώντας τον στο λαιμό με το γόνατό του, ο Τζορτζ Φλόιντ υπέφερε την ίδια μοίρα με εκατομμύρια Αμερικανούς κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού.

Είχε μείνει άνεργος και προσπαθούσε να βιοποριστεί. 

Ο Φλόιντ μετακόμισε στη Μινεάπολη από την πατρίδα του, το Χιούστον, πριν από αρκετά χρόνια με την ελπίδα να βρει δουλειά και να ξεκινήσει μια νέα ζωή, δήλωσε ο Κρίστοφερ Χάρις, φίλος του Φλόιντ. 

«Έψαχνε να κάνει μια νέα αρχή», είπε ο Χάρις. «Ήταν χαρούμενος με την αλλαγή που έκανε.» 

Ως έφηβος στο Τέξας, ήταν ποδοσφαιρικός σταρ. Τον τελευταίο καιρό έμεινε άνεργος, καθώς έχασε τη δουλειά του ως υπάλληλος ασφαλείας σε εστιατόριο όταν ο κυβερνήτης της Μινεσότα εξέδωσε εντολή για κατ’ οίκον περιορισμό. 

Ο Φλόιντ, 46 ετών, μεγάλωσε στο Χιούστον, σε μια από τις γειτονιές της πόλης όπου κατοικούσαν κυρίως αφροαμερικανοί.

Εκεί συναντήθηκε με τον Χάρις στο γυμνάσιο. Ο Φλόιντ έγινε πολύ καλός ποδοσφαιρτιστής και μάλιστα έπαιξε στο παιχνίδι του κρατικού πρωταθλήματος το 1992 στο Χιούστον Astrodome. 

Ο Ντόνελ Κούπερ, ένας από τους πρώην συμμαθητές του Φλόιντ, είπε ότι θυμάται να βλέπει τον Φλόιντ να σημειώνει touchdown. Ο Φλόιντ με τον χαρακτήρα του είχε κερδίσει από περιβάλλον του όχι μόνο εκτίμηση αλλά και το ψευδώνυμο «ευγενής γίγαντας». 

«Ήσυχη προσωπικότητα, αλλά ένα όμορφο πνεύμα», είπε ο Κούπερ.

Η ζωή του αργότερα πήρε μια διαφορετική τροπή και το 2007 ο Φλόιντ κατηγορήθηκε για ένοπλη ληστεία με εισβολή σε σπίτι στο Χιούστον και το 2009 καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης πέντε ετών, σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα.

Ο Χάρις, παιδικός φίλος του Φλόιντ, είπε ότι αυτός και μερικοί από τους κοινούς φίλους τους είχαν μετακομίσει στη Μινεάπολη για να αναζητήσουν θέσεις εργασίας το 2014. 

Ο Χάρις είπε ότι είχε συζητήσει με τον Φλόιντ για τη μετακόμισή του εκεί, μετά τη φυλακή. 

Αργότερα άρχισε να κάνει δύο δουλειές για να ζήσει. Ήταν οδηγός φορτηγού και υπάλληλος ασφαλείας στο Conga Latin Bistro, όπου ήταν γνωστός ως «Big Floyd».

«Πάντα χαρούμενος», είπε ο Τζοβάνι Τάνστρομ, ιδιοκτήτης του μπιστρό. «Είχε καλή συμπεριφορά. Χόρευε άσχημα για να κάνει τους ανθρώπους να γελούν. Προσπάθησα να τον διδάξω πώς να χορεύει γιατί αγαπούσε τη λατινική μουσική, αλλά δεν μπορούσα γιατί ήταν πολύ ψηλός για μένα. Πάντα με φώναζε «αφεντικό». Του είπα, «Φλόιντ, μην με αποκαλείς αφεντικό. Είμαι φίλος σου.»

Ο Χάρις είπε ότι ο Φλόιντ απολύθηκε όταν η Μινεσότα έκλεισε τα εστιατόρια λόγω της καραντίνας για να περιορίσει την πανδημία Covid-19. Είπε ότι μίλησε με τον Φλόιντ την Κυριακή το βράδυ και του έδωσε κάποιες πληροφορίες για να επικοινωνήσει με ένα γραφείο εύρεσης εργασίας.

«Έκανε ό,τι χρειάζεται για να συνεχίσει να προχωρά τη ζωή του», είπε ο Χάρις, προσθέτοντας ότι δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ο Φλόιντ θα μπορούσε ποτέ να καταφύγει σε πλαστογραφία. 

«Ο τρόπος που πέθανε ήταν παράλογος», είπε ο Χάρις. 

«Ζήτησε τη ζωή του. Εκλιπαρούσε για τη ζωή του. Όταν προσπαθείς τόσο σκληρά να εμπιστευτείς αυτό το σύστημα, ένα σύστημα που γνωρίζεις ότι δεν έχει σχεδιαστεί για εσένα, όταν αναζητάς συνεχώς δικαιοσύνη με νόμιμα μέσα και δεν μπορείς να βρεις, αρχίζεις να παίρνεις το νόμο στα χέρια σου.»

Ο Φλόιντ άφησε πίσω του μια εξάχρονη κόρη που ζει ακόμα στο Χιούστον με τη μητέρα της.

Πώς εκτυλίχθηκε το περιστατικό που οδήγησε στη δολοφονία του

Τη Δευτέρα το βράδυ, ένας υπάλληλος σε ένα μανάβικο της Μινεάπολης κάλεσε αστυνομία αφού ο Φλόιντ φέρεται να προσπάθησε να πληρώσει με ένα πλαστό χαρτονόμισμα των 20 δολαρίων. Στο βίντεο της επακόλουθης σύλληψης, ο Φλόιντ απεικονίζεται στο έδαφος με τα χέρια του δεμένα πίσω από την πλάτη του, ενώ ένας αστυνομικός, τον πιέζει με το γόνατό του στο λαιμό. 

Ο Φλόιντ παραπονιέται ότι δεν μπορεί να αναπνεύσει, μιλώντας με μεγάλη δυσκολία και στη συνέχεια να σταματά να ανταποκρίνεται, καθώς μάρτυρες παρακαλούν τους αστυνομικούς να τον απελευθερώσουν. 

Το βίντεο τελειώνει με τους τραυματιοφορείς να τον παίρνουν με φορείο. 
 

Πηγή: Guardian