Η Bρετανική ανάλυση της κυπριακής κρίσης

Στις νεότερες αναφορές στο πλάνο Β της κυπριακής κυβέρνησης, οι  Finanicial Times επαναλαμβάνουν ότι στοιχεία του όπως η εθνικοποίηση των ταμείων πρόνοιας και η έκδοση ομολόγων βασισμένων στα μελλοντικά έσοδα από το αέριο, εξακολουθούν να θεωρούνται μη αποδεκτή βάσης εκκίνησης των διαπραγματεύσεων από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο. Ανώτεροι αξιωματούχοι της ευρωζώνης ανέφεραν στην εφημερίδα ότι αφήνουν ηθελημένα τη Λευκωσία να βρει μια αντιπρόταση «πιστεύοντας ότι ο κ. Αναστασιάδης θα συνειδητοποιήσει ότι δεν έχει άλλες επιλογές». Υπολογίζεται ότι οι μεγαλοκαταθέτες αντιμετωπίζουν απώλειες έως και 40% μέσα από τη δημιουργία της κακής τράπεζας.

Τονίζεται ότι η Γερμανία είναι ανυποχώρητη από τη θέση της ότι ο τραπεζικός τομέας της Κύπρου πρέπει να συρρικνωθεί στο μισό μέγεθος και να υπάρξει αναδιάρθρωση των δύο μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα οποία θεωρούνται στο Βερολίνο ήδη κατ’ ουσία αναξιόχρεα. Θεωρείται επίσης ότι μόνο με συμμετοχή ανασφάλιστων καταθετών μπορεί να γίνει η ανακεφαλαιοποίησή τους. Αναφέρεται δε ότι σε αντίθεση με το ΔΝΤ, Γερμανοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι αρκεί ένα κούρεμα στις μεγάλες καταθέσεις της τάξης περίπου του 20%. Σημειώνεται επίσης ότι πλέον ακόμα και αξιωματούχοι που αντιδρούσαν στην επιβολή φόρου στις καταθέσεις αναγνωρίζουν ότι η μαζική φυγή κεφαλαίων είναι βέβαιη, καθιστώντας πλέον μια λύση «ισλανδικού τύπου» με διαχωρισμό της Λαϊκής σε καλή και κακή τράπεζα πιο αποδεκτή.

Στο κύριο άρθρο τους οι Finanicial Times καλούν τη Λευκωσία να αντικρίσει την πραγματικότητα. Σχολιάζεται ότι η Κύπρος δεν μπορεί «να το παίζει σκληρή», όπως έχει κάνει μετά την καταψήφιση της αρχικής συμφωνίας του Eurogroup. Προσθέτει το άρθρο ότι μπορεί ορισμένοι πολιτικοί να ανησυχούν για την κατάρρευση του υπεράκτιου τραπεζικού μοντέλου της χώρας, αλλά σημειώνεται ότι το μοντέλο αυτό είναι ξεκάθαρα μη-βιώσιμο και ότι ούτως ή άλλως θα διαλυόταν αν σταματούσε η χρηματοδότηση από την ΕΚΤ. Αναφέρεται επίσης ότι αναμφίβολα η Ρωσία θα εξοργιζόταν με την επιβολή ζημιάς στους καταθέτες της, αλλά «αν η ρωσική κυβέρνηση πιστεύει ότι αυτές οι απώλειες δεν είναι αρμόζουσες, μπορεί να αποζημιώσει τους πολίτες της». Σε αυτή την περίπτωση βέβαια, προσθέτει το άρθρο, η Μόσχα θα έπρεπε να εξηγήσει γιατί δίνει λεφτά φορολογουμένων για τη διάσωση αυτών που χρησιμοποιούν υπεράκτια κέντρα με χαμηλή φορολογία. «Η Μόσχα θα ανακάλυπτε ότι η θέση της δε διαφέρει από αυτή των κυβερνήσεων της ΕΕ κατά των οποίων έχει επιτεθεί αυτή την εβδομάδα», καταλήγει το άρθρο των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς.

Εν τω μεταξύ, την έντονη ενόχληση της Ρωσίας με την ΕΕ λόγω της κυπριακής υπόθεσης μεταφέρει ανταπόκριση των Finanicial Times από τη Μόσχα. Αναφέρεται πως η ρωσική κυβέρνηση υπέθετε ότι η ΕΕ γνώριζε, κατανοούσε και αποδεχόταν τον κεντρικό ρόλο της Κύπρου για τους Ρώσους επενδυτές. Το άγαρμπο σχέδιο για την Κύπρο βάζει μια σφήνα μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας, σε μια σχέση που ήδη είναι επιβαρυμένη λόγω των πτωτικών τιμών του φυσικού αερίου και των νομικών κινήσεων κατά της Gazprom στο πλαίσιο της τήρησης των κανόνων ανταγωνισμού στην ευρωπαϊκή αγορά, αναφέρει το δημοσίευμα.

«Η Ρωσία είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη απέναντι στην απώλεια μια αγοράς – ιδίως για το αέριο – που είχε ως δεδομένη για τις τελευταίες δύο δεκαετίες», σχολιάζει η εφημερίδα, προσθέτοντας ότι τα γεγονότα στην Κύπρο είναι πιθανό να ενισχύσουν τη φωνή όσων στη Μόσχα τάσσονται υπέρ μιας πιο δυναμικής Ρωσίας ως προς την προστασία των συμφερόντων της, αλλά και μιας στροφής της από την Ευρώπη προς την Ευρασία, με μια συμμαχία των πρώην σοβιετικών γειτόνων της. Κατ’ ιδίαν, σημειώνει η ανταπόκριση, Ρώσοι και Ευρωπαίοι είναι εξοργισμένοι με την άλλη πλευρά, ενώ ακόμα και η φιλοευρωπαϊκή διανόηση στη Μόσχα παραδέχεται ότι οι Βρυξέλλες έβαλαν ένα εντυπωσιακό «αυτογκόλ» με την πρόταση για τη φορολόγηση καταθέσεων.

Ο Guardian εκτιμά ότι παρά το συναγερμό και τις αντιδράσεις στη Μόσχα, η κυπριακή έκκληση για βοήθεια δίνει στο Κρεμλίνο μια άνευ προηγουμένου ευκαιρία να ασκήσει επιρροή σε ένα ενδοευρωπαϊκό ζήτημα. Ωστόσο οι παράμετροι μιας συμφωνίας με την Κύπρο εξαρχής δεν ήταν ξεκάθαρες. Αναλυτής ενέργειας σε επενδυτική τράπεζα στη Μόσχα θεωρεί ότι η Gazprom είναι απίθανο να ενδιαφέρεται για τη λειτουργία των κυπριακών κοιτασμάτων αερίου, υπό το πρίσμα μια ευρωπαϊκής αγοράς με υπερπροσφορά στον τομέα.

Σε μια ανάλυση των γεωστρατηγικών επιπτώσεων των εξελίξεων στην Κύπρο, οι Φαϊνάνσιαλ Τάιμς θέτουν το ερώτημα κατά πόσο θα μπορούσε να προκύψει στενότερη σχέση μεταξύ Κύπρου και Ρωσίας στους τομείς πολιτικής και ασφάλειας στην ανατολική Μεσόγειο, κάτι που βρίσκεται στο μυαλό δυτικών διπλωματών, όπως αναφέρεται. Σε περίπτωση που επιβληθεί η ευρωπαϊκή προσέγγιση στην Κύπρο αναλυτής από το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών στο Λονδίνο προβλέπει σημαντική υποβάθμιση στις σχέσεις Βρυξελλών-Μόσχας. Από την άλλη πλευρά, το ενδεχόμενο μιας ρωσικής διάσωσης της Κύπρου έκανε τις ευρωπαϊκές αρχές να σκέφτονται τις επιπτώσεις της μεγαλύτερης επιρροής της Ρωσίας στη διακυβέρνηση μιας χώρας-μέλους της ΕΕ, σύμφωνα με δυτικό αξιωματούχο. «Μια ένδειξη της δυνητικής αξίας του νησιού για τη Ρωσία δόθηκε κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στη Συρία. Υπάρχουν υποψίες ότι η Κύπρος επέτρεψε τη χρήση της ως διαμετακομιστικό σημείο για τη μεταφορά φορτίων όπλων από τη Ρωσία προς το καθεστώς Άσαντ», αναφέρει το δημοσίευμα.

Το δημοσίευμα προσθέτει ότι το ρωσικό Ναυτικό, που εξελίσσεται σε σημαντικό ωφελημένο του προγράμματος επανεξοπλισμού του Κρεμλίνου, θέλει σαφώς να ενισχύσει την παρουσία του στην περιοχή. Σημειώνεται η πρόσφατη δήλωση Ρώσου ναυάρχου περί πρόθεσης μόνιμης παρουσίας πέντε ή έξι πλοίων στη Μεσόγειο. Ο πόλεμος στη Συρία σημαίνει ρίσκο απώλειας της ναυτικής βάσης της Ρωσίας στην Ταρσό και η στενότερη σχέση με την Κύπρο θα μπορούσε να καλύψει αυτό την απώλεια, σημειώνεται. Πάντως αναφέρεται ότι ορισμένοι αναλυτές δε θεωρούν βάσιμη την ιδέα ρωσικού λιμανιού στην Κύπρο, «καθώς το μοναδικό λιμάνι για μεγάλης κλίμακας ναυτιλία είναι στην Αμμόχωστο και ελέγχεται από τους Τουρκοκυπρίους». Θα χρειάζονταν μεγάλες επενδύσεις για την ικανότητα υποδοχής ρωσικών πολεμικών πλοίων και υποβρυχίων στο ελεύθερο τμήμα του νησιού, εκτιμά η εφημερίδα.

Ακόμα και χωρίς λιμάνι πάντως, έχουν διατυπωθεί ανησυχίες για την παρουσία ρωσικών αρχών ασφαλείας στην Κύπρο, όπως για παράδειγμα από Βρετανούς διπλωμάτες που επισημαίνουν το ρόλο των βάσεων στις αεροπορικές επιχειρήσεις στο Ιράκ το 2003 και στη Συρία το 2011. Παρόλα αυτά υπάρχουν και εκείνοι που θεωρούν ότι η Κύπρος δε βρίσκεται πια στις κορυφαίες στρατηγικές προτεραιότητες της Ρωσίας. «Η Κύπρος είναι ήδη πεδίο κατασκοπείας όπου στελέχη των ρωσικών υπηρεσιών πληροφοριών συναναστρέφονται αξιωματούχους χωρών του ΝΑΤΟ», λέει δυτικός πρώην διπλωμάτης. «Η Ρωσία ήδη απεμπλέκεται όσο μπορεί από την Κύπρο», προσθέτει.

Νέα αναφορά γίνεται και στο ενδεχόμενο εξόδου της Κύπρου από την ευρωζώνη με τον οικονομικό συντάκτη-αναλυτή του Γκάρντιαν, Λάρι Έλιοτ να περιγράφει την πρακτική διαδικασία για μια τέτοια εξέλιξη από τη στιγμή λήψης της απόφασης εκτύπωσης κυπριακής λίρας. Αναφέρει ότι οι πιθανότητες για κάτι τέτοιο σύμφωνα με αναλυτές είναι μεγαλύτερες από όσο πριν τις τελευταίες εξελίξεις. «Πριν από λίγους μήνες θα έδινα πιθανότητες 1% στην έξοδο της Κύπρου από το ευρώ. Σήμερα θα έδινα περίπου 30%», δηλώνει ένας εξ αυτών.

Το κύριο άρθρο των Times
προειδοποιεί την ευρωζώνη ότι όσο και αν έχει δίκιο να ζητά από την Κύπρο ένα αξιόπιστο σχέδιο με αυστηρούς όρους, η έξοδός της από τη νομισματική ένωση θα μπορούσε έστω μακροπρόθεσμα να έχει συνέπειες ανάλογες με την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008.

Ο Economist
στο κύριο άρθρο του χαρακτηρίζει τις πολιτικές συνέπειες της κυπριακής κρίσης «τοξικές», σημειώνοντας ότι θα ήταν λάθος να θεωρηθεί ότι η Κύπρος είναι πολύ μικρή για να προκαλέσει συνέπειες αν αφεθεί να φύγει από την ευρωζώνη. Το χαρακτηριστικό εξώφυλλο του περιοδικού απεικονίζει την Κύπρο να βυθίζεται ενώ καραδοκούν καρχαρίες, με τον τίτλο που αναφέρεται στην ευρωζώνη να αναγράφει: «Πάνω που νόμιζες ότι ήταν ασφαλής». Σε άλλο άρθρο το περιοδικό επικρίνει τόσο τους Ευρωπαίους ηγέτες όσο και την Κύπρο, σχολιάζοντας ότι όπως συχνά γίνεται οι βραχυπρόθεσμες πολιτικές σκοπιμότητες έχουν επικρατήσει της λογικής διαχείρισης της κρίσης.

Το περιοδικό στρέφει επίσης την προσοχή του στο φυσικό αέριο, γράφοντας ότι υπάρχουν μεγάλες δυσκολίες στην αξιοποίησή του, τόσο από οικονομική άποψη όσο και από πολιτική και άποψη ασφαλείας, με αναφορά στις τουρκικές ενστάσεις. Τα εμπόδια αυτά, που περιλαμβάνουν την αβεβαιότητα συνεργασίας με το Ισραήλ για τη λειτουργία μιας μονάδας υγροποίησης αερίου στην Κύπρο, εξηγούν κατά το περιοδικό την εκτίμηση της Morgan Stanley για την αξία των κυπριακών κοιτασμάτων: «από 5 έως 32 δισεκατομμύρια ευρώ». Σημειώνεται επίσης ότι αν ισχύει το ενδιαφέρον της Gazprom για το κυπριακό αέριο και αν επένδυε σε αυτό, θα ήταν καλύτερα για τη ρωσική εταιρεία «να το άφηνε εκεί που βρίσκεται, διότι η εξαγωγή του στην Τουρκία ή την Ευρώπη θα υπονόμευε την ικανότητά της να χρεώνει φουσκωμένες τιμές».

Πηγή: Θανάσης Γκαβός, Λονδίνο