Εξηντάχρονος αστροναύτης (ξανα)ανεβαίνει στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό

Καθώς ο Ιταλός αστροναύτης Πάολο Νέσπολι επέστρεφε στην Γη από τον διεθνή διαστημικό σταθμό, στις 23 Μαΐου του 2011, κατέγραψε με την κάμερά του τη θέα από το παράθυρο της κάψουλας Σογιούζ, που τον μετέφερε με ασφάλεια πίσω στον πλανήτη.

Έξι χρόνια αργότερα, ο 60χρονος πλέον αστροναύτης, ολοκληρώνει αυτές τις ημέρες, τον νέο κύκλο εκπαίδευσής του, στο Σαρ Σιτι της Μόσχας, καθώς ετοιμάζεται για την τρίτη του επίσκεψη στον διεθνή διαστημικό σταθμό, στο πλαίσιο του προγράμματος Vita Mission.

Ο Νέσπολι θα αναχωρήσει πάλι για τον διεθνή διαστημικό σταθμό στις 28 Ιουλίου, από το Κοσμοδρόμιο Μπαϊκονούρ στο Καζακστάν, μαζί με τον κοσμοναύτη Σεργκέι Ριαζάνσκι και τον αστροναύτη της NASA Ράντι Μπρέσνικ. 

«Μετατρέπομαι σε εξωγήινο»


«Είναι αυτό που ονομάζω πλήρη μετατροπή σε εξωγήινο (…) όταν εγκαταλείπεις τα γήινα υπάρχοντά σου και δεν σε απασχολεί πλέον η βαρύτητα, δε νοιάζεσαι για το πάνω και το κάτω», σχολιάζει ο Νέσπολι. «Σκέφτεσαι μόνο πως πρέπει να τοποθετήσεις το κορμί σου καλύτερα, ώστε να κάνεις αυτό που έχεις στο μυαλό σου».

Ο Νέσπολι επισκέφθηκε για πρώτη φορά τον Διεθνή διαστημικό Σταθμό το 2007, φτάνοντας εκεί με την άκατο του Discovery. Τότε, η δεκαπενθήμερη επίσκεψή του τον προετοίμασε για την μετέπειτα πολύμηνη διαμονή του από τον Δεκέμβριο του 2010, έως τον Μάιο του 2011.

«Ήταν μία πρωτόγνωρη, εντυπωσιακή και ωφέλιμη εμπειρία, όπου δοκίμασα πολλά καινούργια πράγματα. Ένιωθα πραγματικά όμορφα. Σαν μικρό παιδί που επιχειρεί για πρώτη φορά να δοκιμάσει κάτι, επιστρατεύοντας την εφευρετικότητά του», σχολιάζει. 

Αυτή τη φορά, ο Νέσπολι θα παραμείνει εκ νέου στον σταθμό για πέντε μήνες, έχοντας αρκετό χρόνο για να ξανασυνηθίσει τις συνθήκες μικροβαρύτητας που επικρατούν στον ISS.

Ο Νέσπολι, που έκλεισε τα 60 τον Απρίλιο είναι μία ζωντανή απόδειξη ότι δεν υπάρχουν ηλικιακά όρια στην εξερεύνηση του διαστήματος: «Με τιμά που θα ξαναπετάξω στο διάστημα, είναι μία πολύ όμορφη εμπειρία».
 
Το ταξίδι της ομάδας από την Γη έως τον ISS, περίπου 400 χιλιόμετρα ψηλότερα, θα διαρκέσει συνολικά 7 ώρες - δηλαδή πενήντα πέντε λεπτά λιγότερο από την μέση πτήση Λονδίνο-Νέα Υόρκη. 

Πηγή: skai.gr - Δημήτρης Αϋφαντής / Πάνος Σάκκας