Bloomberg: Η Γερμανία να αναλάβει τις πρωτοβουλίες που της αναλογούν

Οι εκλογές της 6ης Μαΐου επιβεβαίωσαν τη θέση της Ελλάδας ως «τη χειρότερη μαθήτρια της ευρωτάξης». Οι ψηφοφόροι δεν έδωσαν λαϊκή εντολή σε οποιοδήποτε κόμμα προκειμένου να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, ενώ η πλειονότητα των ψήφων πήγε σε κόμματα των άκρων που απορρίπτουν τις δεσμεύσεις των Μνημονίων.

Ως αντίκτυπο του αντιμνημονικού κλίματος και τις πολιτικής αβεβαιότητας, είναι πλέον πολύ πιθανό η Αθήνα να μην μπορέσει να τηρήσει τις επιταγές του τελευταίου προγράμματος διάσωσης, που περιλαμβάνουν την περικοπή επιπλέον 11 δισεκατομμυρίων ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό έως τις αρχές Ιουνίου.

Από την πλευρά της άλλωστε, η τρόικα δεν προτίθεται να καταβάλει άλλες δόσεις προς την Ελλάδα σε περίπτωση ακύρωσης του Μνημονίου.

Το τοξικό αυτό περιβάλλον έχει αναβιώσει τη συζήτηση για πτώχευση της Ελλάδας και έξοδό της από το ευρώ, με τη Citigroup να εκτιμά ότι η πιθανότητα εγκατάλειψης του κοινού νομίσματος από τη χώρα μας κατά τους επόμενους 18 μήνες ανέρχεται σε 75%.

Σε αυτές τις συμπληγάδες, το ερώτημα του τι μέλλει γενέσθαι πρέπει να απαντηθεί από το Βερολίνο. Το πρόβλημα με τη Γερμανία, είναι ότι έως τώρα δεν έχει αποτολμήσει να αναλάβει τις γενναίες πρωτοβουλίες που θα ήταν απαραίτητες για την επίλυση της κρίσης που ταλανίζει την Γηραιά Ήπειρο.

Συνεχίζει να αντιστέκεται σθεναρά στην προοπτική ευρωομολόγων, με το σκεπτικό ότι θα αύξαναν το δικό της κόστος δανεισμού, ενώ πρωτοστάτησε στον ορισμό ενός χαμηλού δανειοδοτικού ορίου για τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς διάσωσης.

Στον απόηχο των ελληνικών εκλογών όμως, το πρόβλημα χτυπά εκ νέου την πόρτα της Καγκελαρίας. Υπάρχουν πλέον δύο απαντήσεις, σύμφωνα με τους συντάκτες του πρακτορείου Bloomberg: Μία είναι «να δοθεί στους έλληνες περισσότερος χρόνος [...] η άλλη είναι να επιμείνουμε στο σχέδιο της λιτότητας».

Υπό το δεύτερο σενάριο, η παροχή χρημάτων θα σταματούσε, υποχρεώνοντας τους έλληνες να αντιληφθούν τις συνέπειες του μοναχικού, αντιευρωπαϊκού δρόμου. Όταν θα προκηρύσσονταν νέες εκλογές, «έστω και υπό το φως των κεριών», το αποτέλεσμα θα ήταν, πιθανότατα, διαφορετικό.

Εάν οι πολίτες επέμεναν στην απόρριψη του Μνημονίου, η Ελλάδα θα χρεοκοπούσε και θα άφηνε το ευρώ, «ενισχύοντας το υπόλοιπο της ευρωζώνης».

Για το Bloomberg, αυτή η πολιτική της «σκληρής αγάπης» θα ήταν καταστροφική. «Το να αφεθεί η Ελλάδα να φύγει [από το ευρώ] θα αποτελούσε ένα απερίσκεπτο ρίσκο για το ενιαίο νόμισμα, εγείροντας την πιθανότητα πολιτικής αναταραχής με άγνωστες συνέπειες για το σύνολο του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος».

Η μπάλα βρίσκεται τώρα στο ταμπλό της Γερμανίας, και η απάντηση στο ερώτημα «τι κάνουμε με την Ελλάδα» μπορεί να υποχρεώσει το Βερολίνο σε δύσκολες αποφάσεις.

Ίσως, συνεχίζει το Bloomberg, να έχει έρθει η ώρα για την Γερμανία να «παραδεχτεί ότι θα πρέπει να διακινδυνεύσει περισσότερα συμφωνώντας σε μία μορφή ευρωομολόγων, ανεχόμενη λίγο υψηλότερο προϋπολογισμό, και δίνοντας σε Ελλάδα, Ισπανία και άλλους περισσότερο χρόνο να πετύχουν τους δημοσιονομικούς τους στόχους».
Πηγή: Επιμέλεια: Μαράκης Αλέξανδρος