Οι επιπτώσεις της κυβερνητικής αλλαγής

Τάση αποδόμησης του κομματικού συστήματος. Η σύγκλιση των δύο παλαιών κομμάτων διακυβέρνησης, που πραγματοποιείται για πρώτη φορά με παρόμοιους όρους, συνιστά αποφασιστικό σημείο καμπής και οδηγεί σε περαιτέρω εμβάθυνση της κρίσης της δικομματικής μορφής του. Με αθροιστική εκλογική επιρροή 48% (και κοινωνική μικρότερη από 30%), η σημερινή κρίση (3η κατά σειρά στη μεταπολιτευτική περίοδο έπειτα από εκείνες του 1996 και του 2008) αποδεικνύεται κατά τα φαινόμενα πορεία χωρίς επιστροφή.

Τι θα διαδεχθεί τον ελληνικό δικομματισμό δεν είναι βεβαίως ακόμη ορατό. Το φάσμα που εκτείνεται μεταξύ ενός νέου «διπολισμού» και ενός «κονιορτοποιημένου πολυκομματισμού» είναι ευρύ. Είναι όμως περισσότερο βέβαιο ότι οι προηγούμενες «δέκα ημέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο» της ελληνικής πολιτικής συνιστούν, ουσιαστικά, ιστορική ακύρωση της θεσμοθετημένης λειτουργίας του δικομματισμού, που παγιώθηκε με τις πολλαπλές εναλλαγές στην εξουσία μετά το 1981, γεγονός που με τη σειρά του αχρηστεύει -de facto- και τον υφιστάμενο εκλογικό νόμο, που θα αδυνατεί πλέον να «παράγει τα κατάλληλα πολιτικά αποτελέσματα». Εξ ου και η κυοφορούμενη αλλαγή του, που ξανατέθηκε την τελευταία στιγμή από τον απερχόμενο πρωθυπουργό.

Η άλλη όψη της προηγούμενης διαπίστωσης είναι ότι η παρατηρούμενη εδώ και καιρό κρίση εκπροσώπησης εντείνεται περαιτέρω. Και εάν το πρόσωπο του νέου πρωθυπουργού μπορεί, ενδεχομένως, να επιτύχει σε ένα βάθος χρόνου τη συσπείρωση των «από πάνω», δηλαδή των πολιτικά και οικονομικά κυρίαρχων κοινωνικών ομάδων, δεν είναι αυτονόητο το εάν και πώς θα εξασφαλιστεί η συναίνεση των «από κάτω», χωρίς μάλιστα τους κλασικούς «διαύλους» της εκλογικής διαδικασίας.

Θεαματική άνοδος της Αριστεράς. Στην παρούσα φάση, η πρωτοφανής αποδέσμευση ευρύτατων τμημάτων του εκλογικού σώματος από την ιδεολογική και πολιτική προσκόλληση στο ΠΑΣΟΚ οδηγεί στη θεαματική ενίσχυση της Αριστεράς, σε όλες τις υφιστάμενες εκδοχές της. Η αθροιστική εκλογική επιρροή της Αριστεράς υπερβαίνει σήμερα το 1/3 του δυνητικού εκλογικού σώματος. Παραπέμποντας στην κατοχική εποχή, υπερβαίνει ακόμη και την επιτυχία της προδικτατορικής ΕΔΑ στις εκλογές του 1958, πριν από τη συγκρότηση της Ενώσεως Κέντρου. Εάν η τάση εκλογικής κατάρρευσης του ΠΑΣΟΚ δεν ανακοπεί, είναι προφανές ότι εκτός από τις συνθήκες κοινωνικής πόλωσης που εντείνονται, θα τείνουν να διαμορφωθούν και συνθήκες πόλωσης της πολιτικής σκηνής, με ιδεολογική «καθαρότητα» μεγαλύτερη από την αντίστοιχη πόλωση της προδικτατορικής περιόδου, που συμπιέσθηκε λόγω της παρουσίας του προδικτατορικού Κέντρου.

Μείωση της αποχής και αίτημα εκλογών. Ενα άλλο στοιχείο που θυμίζει την προδικτατορική περίοδο, ιδίως την έκβαση των πολιτικών διενέξεων της δεκαετίας του '60, τηρουμένων φυσικά των αναλογιών, είναι η αυξανόμενη κοινωνική αποδοχή του αιτήματος για εκλογές (υπέρ τάσσεται σήμερα το 54%, αύξηση +15%, σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα). Το ιδιαίτερο βάρος και η σημασία της κοινοβουλευτικής ιδεολογίας στην ελληνική πολιτική, που έχει επισημανθεί αρκετές φορές, εξηγεί τις μορφές διεξόδου που λαμβάνει ιστορικά στην Ελλάδα (και ενδεχομένως θα μπορούσε να λάβει και σήμερα) η κοινωνική δυσαρέσκεια. Από την άποψη αυτή είναι εντυπωσιακή και η απότομη ανακοπή της τάσης «εξόδου από το εκλογικό σώμα». Η παρατηρούμενη μείωση της πρόθεσης αποχής (-7%) είναι ιδιαίτερα σημαντική (27%, έναντι 34% τον Οκτώβριο) και επανέρχεται στα προ του Μνημονίου επίπεδα.
Πηγή: skai.gr