Σήμα κινδύνου για την άνοια από τον Π.Ο.Υ.

Ο υγιεινός τρόπος ζωής μειώνει τον κίνδυνο άνοιας, τονίζει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), που εκτιμά ότι ο αριθμός των ανθρώπων που θα πάσχουν από αυτό το σύνδρομο, το οποίο προκαλείται κυρίως από τη νόσο Αλτσχάιμερ αναμένεται να τριπλασιαστεί έως το 2050.

Η άθληση, η μεσογειακή διατροφή, η αποφυγή του καπνίσματος, η μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ, ο έλεγχος του διαβήτη και της χοληστερίνης... με λίγα λόγια, ένας υγιεινός τρόπος ζωής περιορίζει τον κίνδυνο άνοιας, σύμφωνα με τον ΠΟΥ, ο οποίος όμως δεν κατάφερε να ορίσει το ποσοστό της μείωσης αυτής.


«Τα επιστημονικά στοιχεία που συλλέχθηκαν (...) επιβεβαιώνουν αυτό που υποψιαζόμασταν εδώ και κάποιο χρονικό διάστημα, ότι δηλαδή αυτό που είναι καλό για την καρδιά είναι καλό και για τον εγκέφαλο», επισημαίνει ο διευθυντής του ΠΟΥ δρ Τέντρος Αντχάνομ σε ανακοίνωση.

Ο ΠΟΥ εκτιμά ότι στο σύνολο του πληθυσμού, μεταξύ 5 και 8% των ατόμων ηλικίας 60 ετών και άνω εκδηλώνουν άνοια κάποια στιγμή.

Η άνοια αποτελεί ένα πρόβλημα δημόσιας υγείας που αναπτύσσεται γρήγορα λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, και που πλήττει σχεδόν 50 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις, ο αριθμός αυτός θα τριπλασιαστεί έως το 2050, για να πλήξει 152 εκατομμύρια ανθρώπους, προειδοποιεί ο ΠΟΥ.

Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι η πιο συνήθης αιτία της άνοιας και πιστεύεται ότι σε αυτήν οφείλεται το 60 με 70% των κρουσμάτων.

Η ηλικία είναι ο κύριος παράγοντας κινδύνου της έκπτωσης των νοητικών λειτουργιών αλλά η άνοια «δεν είναι μια φυσική ή αναπόφευκτη συνέπεια της γήρανσης», επισημαίνει ο ΠΟΥ.

«Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν παράγοντες κινδύνου για την άνοια που μπορούμε να αλλάξουμε», εξήγησε σε συνέντευξη Τύπου η δρ Νίρτζα Τσουρντάι του τμήματος Ψυχικής Υγείας του ΠΟΥ.

Διάφορες πρόσφατες μελέτες έχουν αποκαλύψει μια σχέση μεταξύ της ανάπτυξης διαταραχών των νοητικών λειτουργιών και της άνοιας και οι παράγοντες κινδύνου συνδέονται με τον τρόπο ζωής, όπως η έλλειψη σωματικής άσκησης, το κάπνισμα, η μη ισορροπημένη διατροφή και η βλαβερή κατανάλωση αλκοόλ, τονίζει η ειδική υπηρεσία του ΟΗΕ. Ορισμένες διαταραχές, όπως η υπέρταση, ο διαβήτης, η υψηλή χοληστερόλη, η παχυσαρκία και η κατάθλιψη, συνδέονται με έναν αυξημένο κίνδυνο άνοιας. Άλλοι τροποποιητικοί παράγοντες κινδύνου είναι η «κοινωνική απομόνωση και η έλλειψη πνευματικής άσκησης», διευκρινίζει ο ΠΟΥ απευθύνοντας έκκληση για εφαρμογή μιας δημόσιας στρατηγικής για την πρόληψη της νόσου.

Σχεδόν το 60% των ανθρώπων με άνοια ζουν σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, αλλά «αυτές οι χώρες είναι οι λιγότερο προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν αυτό το αυξανόμενο βάρος», επισημαίνει η δρ Τσουρντάι.

Η άνοια δημιουργεί πρόσθετα κόστη για τις οικογένειες, αλλά και για τις κυβερνήσεις, καθώς και απώλεια παραγωγικότητας για τις οικονομίες, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.

Το 2015, το παγκόσμιο κοινωνικό κόστος της άνοιας εκτιμάτο στα 818 δισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως, δηλαδή στο 1,1% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ). Αναμένεται να αυξηθεί στα 2 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2030.