«Μόνο μετά το Μνημόνιο μιλάμε για ελάφρυνση χρέους»

Πιστοί στη γραμμή τους μένουν οι εταίροι όσον αφορά την προοπτική ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, παρά το μήνυμα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ότι θέλει ευρωπαϊκές δεσμεύσεις για την υλοποίηση μέτρων απομείωσης.

Μιλώντας στο ισπανικό πρακτορείο EFE, ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Ρολφ Στράουχ τόνισε ότι περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους μπορεί να εξεταστεί μόνο μετά τη επιτυχημένη ολοκλήρωση του Μνημονίου – το καλοκαίρι του 2018 – και εφόσον κριθεί απαραίτητη για τη βιωσιμότητά του.

Σημείωσε ότι οι Ευρωπαίοι ήδη εφαρμόζουν βραχυπρόθεσμα μέτρα που μπορούν να μειώσουν το χρέος κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες έως το 2060, ενώ η συνολική «οικονομική επίδραση» των ευνοϊκών ρυθμίσεων που έχει ήδη υιοθετήσει ο ESM ισοδυναμεί με το 51% του ελληνικού ΑΕΠ 2015.

Το ΔΝΤ έχει κρίνει όλες τις επίμαχες παρεμβάσεις ανεπαρκείς και έχει καταστήσει σαφές ότι δεν θα προσφέρει νέα δάνεια στην Ελλάδα προτού οι Ευρωπαίοι συγκεκριμενοποιήσουν μέτρα σημαντικής ελάφρυνσης του χρέους και δεσμευθούν για την τήρησή τους. Διαφορετικά, εκτιμά πως το χρέος θα γίνει «εκρηκτικό» μετά το 2030, σκαρφαλώνοντας στο 275% του ΑΕΠ έως το 2060.

Ο κ. Στράουχ επισήμανε πάντως
ότι οι Ευρωπαίοι κάνουν «το καλύτερο» που μπορούν ώστε να εξασφαλίσουν τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, με δεδομένο ότι αυτό υπαγορεύεται από τους κανόνες του ίδιου του Μηχανισμού κι ότι αρκετά κράτη-μέλη του ευρώ επιμένουν στην εμπλοκή του Ταμείου.

Όσον αφορά τους δημοσιονομικούς στόχους, ο κ. Στράουχ δήλωσε ότι από την ευρωπαϊκή οπτική γωνία η Αθήνα έχει ήδη λάβει και υλοποιεί τα μέτρα που θα οδηγήσουν στο στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018.

Άφησε να εννοηθεί ότι οι μεταρρυθμίσεις σε ασφαλιστικό και φορολογικό – που εξετάζονται στις Βρυξέλλες – δεν αφορούν άμεσα το στόχο του 2018 και αποσκοπούν σε ένα πιο «ισορροπημένο και αναπτυξιακό» προϋπολογισμό, που θα επιτρέψει την εφαρμογή και κοινωνικών μέτρων.

Τέλος, ο επικεφαλής οικονομολόγος του ESM προειδοποίησε ότι η καθυστέρηση στην αξιολόγηση έχει αρνητικό κόστος για την οικονομία, καθώς καλλιεργεί περιβάλλον αβεβαιότητας για επενδυτές και καταναλωτές, ενώ εγείρει κίνδυνο και για συσσώρευση νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου.

«Η κυβέρνηση πρέπει να επιδείξει ιδιοκτησία των μεταρρυθμίσεων ώστε η Ελλάδα να επιστρέψει στις αγορές», είπε.
Πηγή: skai.gr - Αλέξανδρος Μαράκης