Κλείσιμο

Σόιμπλε: Ομάδες «προθύμων» - Επίτροπος προϋπολογισμού – κοινοβούλιο ευρωζώνης

Την αναθεώρηση βασικών δόμων της ΕΕ, με διαχωρισμό κρατών μελών σε «πρόθυμα» και μη, προτείνει με άρθρο του στους Financial Times ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, το οποίο συνυπογράφει με τον Καρλ Λάμερς (πρώην εκπρόσωπος της Ένωσης Χριστιανοδημοκρατών για θέματα εξωτερικής πολιτικής).

Ειδικότερα ο κ. Σόιμπλε ζητεί να δημιουργηθούν πυρήνες συνεργασίας μεταξύ πρόθυμων κρατών- μελών που θέλουν να προχωρήσουν στις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις. Προτείνει και πάλι Ευρωπαίο Επίτροπο Προϋπολογισμού και Κοινοβούλιο Ευρωζώνης, ενώ κάνει λόγο για έλλειψη εξειδικευμένου προσώπου στην Ευρώπη.

Αναλυτικά το άρθρο:

Ιδανικά, η Ευρώπη θα ήταν μία πολιτική ένωση. Ως τέτοια, θα ήταν άριστα τοποθετημένη για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του 21ου αιώνα με τρόπο που να εξυπηρετεί τα συμφέροντά της. Αυτή ήταν η αρχική ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Αυτές οι προσπάθειες εμποδίστηκαν ακόμη και από το 1954, όταν το γαλλικό κοινοβούλιο απέρριψε την Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότητα. Το αποτέλεσμα ήταν να ληφθεί η απόφαση για επικέντρωση στην οικονομική συνεργασία. Αυτή η πρωτοβουλία είχε νομιμοποίηση: οι λαοί της Ευρώπης δικαίως ανέμεναν βελτίωση της ευημερίας τους.

Έκτοτε, το σχέδιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ήταν μία διαδικασία στην οποία γίνονταν μόνο τα βήματα που ήταν εφικτά υπό τις συνθήκες της εποχής. Αυτή ήταν η κατάσταση και πριν 20 χρόνια, όταν προέκυψαν οι διαφωνίες για το εάν θα έπρεπε ή όχι να διευρυνθεί η ΕΕ.

Το 1994, όταν δημοσιεύσαμε τις «Σκέψεις για την Ευρωπαϊκή Πολιτική», υποστηρίξαμε ότι η Ευρώπη χρειαζόταν πρώτα ένα Σύνταγμα. Κατά δεύτερον υποστηρίξαμε ότι λόγω των διαφορετικών στόχων των κρατών-μελών, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα έπρεπε εφεξής να είναι ευέλικτη. Πειστήκαμε όμως, ότι στα πλαίσια αυτής της ευελιξίας, η Ευρώπη χρειαζόταν έναν ισχυρό πυρήνα που θα πιέσει στην κατεύθυνση της ολοκλήρωσης.

Αυτό έγινε πραγματικότητα με την ίδρυση της νομισματικής ένωσης το 1999. Είχε προηγηθεί μία τεράστια συζήτηση ως προς το τι έπρεπε να γίνει πρώτα: η πολιτική ή η νομισματική ένωση; Τότε είπαμε: Ας ξεκινήσουμε με τη νομισματική ένωση και να ολοκληρώσουμε ένα σύμφωνο σταθερότητας με κανόνες που θα πρέπει κάθε μέλος να ακολουθεί. Δυστυχώς, η Γερμανία και η Γαλλία υπονόμευσαν το Σύμφωνο το 2003, δίνοντας κακό παράδειγμα σε όλους τους άλλους. Όλοι γνωρίζουμε τι έγινε στη συνέχεια.

Σήμερα, μετά από τόσες προσπάθειες, βγαίνουμε από την κρίση βήμα, βήμα.
Καθήκον μας τώρα είναι να συνεχίσουμε να προχωρούμε σε αυτόν τον δρόμο. Αυτό περιλαμβάνει την επικέντρωση στον «πυρήνα» της Ευρώπης – με όλη τη σημασία της λέξης. Είναι αναγκαίο να προχωρήσουμε σε αναθεώρηση των βασικών κανόνων της Ευρώπης και να διανείμουμε αρμοδιότητες σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπου η εξουσία ανατίθεται σε εθνικό επίπεδο όπου είναι εφικτό – όπως ακριβώς υποστηρίξαμε και πριν 20 χρόνια. Σε αυτό το θέμα, αναμένουμε συγκεκριμένες προτάσεις και από την Βρετανία.

Πιστεύουμε πως η ΕΕ θα πρέπει να επικεντρωθεί σε συγκεκριμένους τομείς: μία δίκαιη και ανοιχτή εσωτερική αγορά, το εμπόριο, τις χρηματοοικονομικές και νομισματικές αγορές, το κλίμα, το περιβάλλον και την ενέργεια, την εξωτερική και αμυντική πολιτική. Σε αυτούς τους τομείς μπορεί να επιτευχθεί βιώσιμη επιτυχία μόνο εάν τα κράτη-μέλη ενεργούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Απαιτείται επίσης δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο και για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των δημογραφικών προκλήσεων και την ταυτόχρονη έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού. Εάν θέλουμε να παραμείνουμε ισχυροί και ανταγωνιστικοί, χρειαζόμαστε επαρκή αριθμό εξειδικευμένων εργαζομένων. Οι θεμελιώδεις ελευθερίες της ΕΕ θα μας βοηθήσουν να πετύχουμε αυτόν τον στόχο.

Χρειάζεται να διατηρήσουμε την ελευθερία της εγκατάστασης – το δικαίωμα ανθρώπων και επιχειρήσεων να εργάζονται όπου επιθυμούν. Ακόμη και σε αυτό το σημείο όμως, είναι ουσιώδες να θέσουμε τα σωστά κίνητρα ώστε να αποτρέψουμε τον «τουρισμό επιδομάτων» και το κύμα μετανάστευσης που θα καθοδηγείται από την φτώχεια. Τα επίπεδα της οικονομικής ευημερίας ακόμη παρουσιάζουν μεγάλες αποκλίσεις εντός της Ευρώπης. Για αυτό το λόγο, σε ότι αφορά τη νομοθεσία για την πρόσβαση στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, θα πρέπει να βρούμε λύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που να λαμβάνουν υπόψη αυτές τις διαφορές.

Από την στιγμή που η ευθύνη για αυτά τα θέματα θα ανατεθεί εκεί που η αντιμετώπισή τους μπορεί να είναι πιο αποτελεσματική, κάθε κυβερνητική βαθμίδα – τοπική, εθνική ή διακρατική – θα πρέπει να έχει τις κατάλληλες νομοθετικές αρμοδιότητες και την εξουσία για να εφαρμόζει τους κανόνες.

Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να αναθεωρήσουμε τους θεμελιώδεις θεσμούς και τις διαδικασίες της ΕΕ. Αναλογιστείτε δύο προτάσεις. Γιατί να μην έχουμε έναν Ευρωπαίο επίτροπο προϋπολογισμού που θα έχει την εξουσία να απορρίπτει τους εθνικούς προϋπολογισμούς εάν δεν ανταποκρίνονται στους κανόνες που συμφωνήσαμε από κοινού; Επίσης, υποστηρίζουμε ένα «κοινοβούλιο ευρωζώνης», που θα απαρτίζεται από τους βουλευτές των μελών της ευρωζώνης, ώστε να ενισχυθεί η δημοκρατική νομιμοποίηση των αποφάσεων που επηρεάζουν τη ζώνη του ενιαίου νομίσματος.

Παρόλα αυτά, τα περισσότερα κράτη – μέλη, είναι σήμερα απρόθυμα να μεταβιβάσουν περισσότερη εξουσία στην Ευρώπη. Και αυτό μας φέρνει πίσω στις θερμές συζητήσεις που είχαμε για την ευρωπαϊκή πολιτική το 1954 και το 1994. Τότε, όπως και τώρα, το συμπέρασμά μας είναι το ίδιο. Πρέπει να συνεχίσουμε να προωθούμε το ευρωπαϊκό σχέδιο χρησιμοποιώντας τα ατελή και ελλιπή όργανα και θεσμούς που έχουμε σήμερα.

Για τον σκοπό αυτό, οι προσπάθειες μας τα επόμενα χρόνια θα πρέπει να επικεντρωθούν σε τομείς πολιτικής που είναι αποφασιστικοί για την ώθηση της ανάπτυξης και της απασχόλησης. Αυτό σημαίνει εξασφάλιση υγιών δημοσιονομικών, διατήρηση της ρύθμισης των χρηματαγορών και μεταρρύθμιση στις αγορές εργασίας, εμβάθυνση της εσωτερικής αγοράς, ολοκλήρωση των διατλαντικών συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου και περιορισμό του επιβλαβούς φορολογικού ανταγωνισμού. Σημαίνει επίσης την οικοδόμηση μίας ενεργειακής ένωσης και μίας ψηφιακής ένωσης στην Ευρώπη.

Για να επιτευχθεί πρόοδος σε όλους αυτούς τους τομείς, θα πρέπει να συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε την προσέγγιση που απέδειξε την ισχύ της από το 1994: Να δημιουργηθούν πυρήνες συνεργασίας εντός της ΕΕ που δίνουν τη δυνατότητα σε μικρότερες ομάδες πρόθυμων κρατών- μελών να προχωρήσουν.
Πηγή: skai.gr