Κλείσιμο

Φελντστάιν: Αναβάλλοντας την αναπόφευκτη πτώχευση της Ελλάδας

Γράφει ο Martin Feldstein

Μπορεί το ελληνικό Κοινοβούλιο να έδωσε μια ανάσα στην Κυβέρνηση με την ψήφο εμπιστοσύνης, όμως η χρεοκοπία της Ελλάδας είναι αναπόφευκτη. Με ένα χρέος προς το ΑΕΠ μεγαλύτερο του 150%, τεράστια ετήσια ελλείμματα και επιτόκια υψηλότερα του 25%, το ερώτημα δεν είναι αν θα χρεοκοπήσει η Ελλάδα, αλλά πότε. Στην πραγματικότητα οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις δεν είναι παρά αναβολή της αναπόδραστης χρεοκοπίας.

Εάν η Ελλάδα ήταν η μοναδική αφερέγγυα ευρωπαϊκή χώρα θα ήταν προτιμότερο να χρεοκοπήσει σήμερα. Ο περιορισμός του χρέους στο μισό και η αντικατάσταση του τρέχοντος χρέους με ομόλογα χαμηλού επιτοκίου θα επέτρεπε στην Ελλάδα να εξυπηρετήσει το χρέος της χωρίς τους ανυπόφορους πόνους που θα έχει αν προσπαθήσει να εξυπηρετήσει το τρέχον χρέος της.

Ομως δεν είναι μόνο η Ελλάδα αφερέγγυα και ενδεχόμενη χρεοκοπία της θα μπορούσε να πυροδοτήσει την χρεοκοπία της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας και πιθανόν της Ισπανίας. Με ανυπολόγιστες ζημιές σε τραπεζικά κεφάλαια γερμανικών, γαλλικών και άλλων χωρών. Ενα τέτοιο ενδεχόμενο θα μπορούσε να απομυζήσει ολόκληρη την ευρωπαϊκή αγορά από χρηματοδοτικά κεφάλαια και να οδηγήσει στην κατάρρευση μεγάλες ευρωπαικές τράπεζες.

Αυτή η αναπόφευκτη "μεταδοτικότητα" και οι συνέπειές της στο ευρωπαϊκό χρηματοοικονομικό σύστημα είναι ο λόγος που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι αποφασισμένη να μην επιτρέψει αυτή την φορά την χρεοκοπία. Στην παρούσα φάση η πρόκληση για την ΕΚΤ είναι να βρει ένα τρόπο να αναβάλει την χρονικά χρεοκοπία δίνοντας αρκετό χρόνο στις τράπεζες να αντέξουν τις διαγραφές ομολόγων σε περίπτωση ταυτόχρονης χρεοκοπίας Ελλάδας, Πορτογαλίας και Ιρλανδίας.

Η διαδικασία περιπλέκεται από την θέση της γερμανικής Κυβέρνησης που υποστηρίζει την αύξηση της χρηματοδότησης υπό την προϋπόθεση της συμμετοχής ιδιωτών. Η ΕΚΤ επιμένει ότι η συμμετοχή των ιδιωτών θα πρέπει να είναι εθελοντική για να μην υπάρξει τεχνική χρεοκοπία.

Βασικό χαρακτηριστικό της όποιας λύσης επιλεγεί είναι η ύπαρξη «εθελοντικής» συμφωνίας μεταξύ των ομολογιούχων να κεφαλαιοποιήσουν στο τρέχον επιτόκιο και να παρέχουν νέα πολυετή δάνεια σε επιτόκια χαμηλότερα της αγοράς για να αντικαταστήσουν ομόλογα που λήγουν σύντομα. Αυτό θα ικανοποιούσε την γερμανική επιθυμία για συμμετοχή ιδιωτών δανειστών ενώ την ίδια στιγμή θα πληρούσε τις προϋποθέσεις περί εθελοντικής συμμετοχής που έχει θέσει η ΕΚΤ για αποφύγει τυχόν τεχνική χρεοκοπία.

Πως μπορείς όμως να υποχρεώσεις τους υπάρχοντες δανειστές να συμφωνήσουν με αυτούς τους όρους; Αν δεν τεθεί ως ζήτημα υποχρέωσης θα πρέπει να υπάρχει κάποιο όφελος. Τρία πράγματα θα μπορούσαν να κάνουν κάτι τέτοιο πιθανό:

Πρώτον, αν μια τράπεζα δεν κεφαλαιοποιήσει το επιτόκιο και προσφέρει νέο δάνειο, το παλαιό θα διαμαρτυρηθεί, μειώνοντας την λογιστική ικανότητα της τράπεζας και την ικανότητά της να δανειοδοτεί. Τράπεζες και άλλα πιστωτικά ιδρύματα θα προσπαθούσαν να αποφύγουν κάτι τέτοιο. Δεύτερον, η ΕΚΤ έχει τονίσει ότι αναδιαρθρωμένα χρέη που είναι αποτέλεσμα αδυναμίας πληρωμών δεν γίνονται δεκτά ως εγγύηση στην κεντρική τράπεζα, ενώ αντίθετα τα νέα δάνεια που θα παρέχονται εθελοντικά θα γίνονται δεκτά. Και τρίτον, θα υπάρξουν πιέσεις μεταξύ των τραπεζών και άλλων δανειστών να αναγνωριστεί ότι όλοι επωφελούνται από την αποφυγή χρεοκοπίας,

Η αποφυγή απωλειών λογιστικών κεφαλαίων, η διασφάλιση κεφαλαίων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως ενέχυρο στην κεντρική τράπεζα και η υπαναχώρηση στις πιέσεις του ανταγωνισμού ίσως να είναι αρκετές για να οδηγήσουν τις τράπεζες και άλλους πιστωτές στη δημιουργία νέων δανείων με ευνοϊκότερα επιτόκια. Αν όχι, θα χρειαστεί να δοθούν περισσότερα κίνητρα τόσο από την ΕΚΤ όσο και από την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Με τον καιρό πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοοικονομικοί οργανισμοί που υ διακρατούν τα χρέη της Ελλάδας της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας θα είναι σε θέση να πωλήσουν ή να μεταφέρουν με κάποιο άλλο τρόπο αυτά τα χρέη στην ΕΚΤ ή σε άλλους πιθανούς αγοραστές.

Όταν η ΕΚΤ διασφαλίσει ότι οι κύριοι πιστωτές της έχουν περιορίσει τη συμμετοχή τους σε χρέη και έχουν αυξήσει τα κεφάλαιά τους αρκετά για να είναι σε θέση να αντέξουν σημαντικές διαγραφές, τότε θα επιτρέψει στην Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία να χρεοκοπήσουν ταυτόχρονα και στη συνέχεια να αναδιαρθρωσουν τα χρέη τους σε επίπεδα που μπορούν με άνεση να εξυπηρετηθούν. Αυτό το σχέδιο είχε λειτουργήσει αποτελεσματικά με τα χρέη της Λατινικής Αμερικής το 80. Δεν υπάρχει βέβαια καμία εγγύηση ότι ένα τέτοιο σχέδιο θα μπορούσε να λειτουργήσει στους οφειλέτες της Ευρωζώνης.

Μια σημαντική αβεβαιότητα είναι εάν η Ισπανία θα χρειαστεί να αναδιαρθρώσει το χρέος της. Παρά το γεγονός ότι το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης της Ισπανίας φαίνεται διαχειρίσιμο, οι απομειωμένες αποταμιεύσεις της και τα χρέη των περιφερειών της ίσως να καταστήσουν αδύνατη την εξυπηρέτηση των υποχρεώσεων της Ισπανίας. Και τα εν δυνάμει χρέη της Ισπανίας είναι μεγαλύτερα από τα χρέη των υπολοίπων τριών κρατών μαζί (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία).

Υπάρχουν και άλλα προβλήματα που καθιστούν περίπλοκη την εφαρμογή της συγκεκριμένης στρατηγικής στην Ελλάδα. Οι διαφορετικές δημοσιονομικές πολιτικές που περιορίζουν την ζήτηση και το ΑΕΠ. Επιπλέον, οι οικονομίες των χωρών αυτών δεν μπορούν να καρπωθούν τα οφέλη της υποτίμησης τους νομίσματός τους, όπως έγινε στη Λατινική Αμερική.

Κοινώς, ακόμη κι αν διευθετηθούν τα χρέη των περιφερειακών χωρών Ευρωζώνης, τα τεράστια ελλείμματα που έχουν σήμερα οι συγκεκριμένες χώρες θα εξακολουθήσουν να τα έχουν και στο μέλλον.

• Ο Martin Feldstein είναι καθηγητής οικονομικών στο Harvard
Αναδημοσίευση από τους Financial Tines
Πηγή: skai.gr