Αντισύλληψη και κλιματική αλλαγή

Το αρνητικό κοινωνικό στίγμα που έχει αποκτήσει ο έλεγχος των γεννήσεων, τόσο στις αναπτυσσόμενες όσο και αναπτυγμένες χώρες, εμποδίζει την επίτευξη ζωτικής σημασίας προόδου στο ζήτημα της ενημέρωσης για θέματα αντισύλληψης τα οποία είναι εξαιρετικής σημασίας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής από τις πτωχές χώρες, σύμφωνα με τον ειδικό οικογενειακού σχεδιασμού Λίο Μπράιαντ.

Εξετάζοντας τα σχέδια προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή των κυβερνήσεων των σαράντα πιο πτωχών χωρών στον πλανήτη, ο κ. Μπράιαντ διαπίστωσε ότι, στην πλειοψηφία τους, συνδέεται η ταχύτατη αύξηση του πληθυσμού με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, αλλά ότι μόνον σε έξι από αυτά προβλέπεται η λήψη σχετικών μέτρων.

Ο ειδικός στον όμιλο οικογενειακού σχεδιασμού Marie Stopes International είπε στο Ρόιτερ ότι τουλάχιστον 200 εκατομμύρια γυναίκες σε όλον τον κόσμο θα επιθυμούσαν να κάνουν χρήση αντισυλληπτικών, αλλά δεν έχουν πρόσβαση σε αυτά. Η κάλυψη αυτής της ανάγκης θα επιβραδύνει τους ρυθμούς αύξησης του πληθυσμού και θα περιορίσει τη δημογραφική πίεση στο περιβάλλον.

Στη μελέτη, η οποία θα δημοσιευθεί στο ενημερωτικό δελτίο του μηνός Νοεμβρίου του ΠΟΥ, ο κ. Μπράιαντ και οι συνάδελφοι του υποστηρίζουν ότι πιθανότατα δεν θα συμβάλει σε σημαντικό βαθμό η πληθυσμιακή αύξηση στις πτωχές χώρες στην αύξηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη, καθώς οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου εκεί είναι χαμηλές. Σημειώνουν, ωστόσο, ότι ο υπερπληθυσμός, σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή, θα οδηγήσει σε επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης μέσω της υποβάθμισης των φυσικών πόρων.

Τα σχόλια του κ. Μπράιαντ απηχούν τα σχόλια στα οποία προέβη στις αρχές του μήνα ο επικεφαλής της βρετανικής Ακαδημίας Επιστημών κ. Μάρτιν Ρις. Κατά τον κ. Ρις, το αρνητικό κοινωνικό στίγμα το οποίο αποτρέπει τις γυναίκες από το να αποκτήσουν πρόσβαση στον έλεγχο των γεννήσεων πρέπει να απαλειφθεί για να ελαττωθεί η επίδραση της πληθυσμιακής αύξησης στην κλιματική αλλαγή.

Υπενθυμίζεται ότι με βάση τα στοιχεία του ΟΗΕ, ο πληθυσμός του πλανήτη προβλέπεται να αυξηθεί, μέχρι το 2050, κατά ένα τρίτο και να υπερβεί τα 9 δισεκατομμύρια, με το 95% αυτής της αύξησης να καταγράφεται στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Πηγή: skai.gr