Η Συλβί Γκιγιέμ αποχαιρετά το χορό στο Ηρώδειο

«Η τεχνική αρτιότητα είναι ανεπαρκής. Είναι ορφανή χωρίς την πραγματική ψυχή του χορευτή». H γαλλίδα χορεύτρια Συλβί Γκιλέμ αποφάσισε στα 50 να κρεμάσει τις πουέντ της. Η τελευταία της παράσταση θα είναι στο Ηρώδειο, μπροστά στο ελληνικό κοινό, που τόσο την αγάπησε. «Life in Progress» η ονομασία της παράστασης που θα ανοίξει τις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ Αθηνών, στο Ηρώδειο, (3-4 Ιουνίου).

Το θέμα απασχόλησε τον Τύπο, διεθνώς, με πρώτη τη Γαλλία, καθώς η Γκιλέμ, που φώτισε τη διεθνή χορευτική σκηνή εδώ και 39 χρόνια καταλύοντας τα σύνορα κλασικού και σύγχρονου χορού, παραμένει αγαπημένο «παιδί», ακόμη και για το ευρύ κοινό που δεν έχει «παραδοσιακά» σχέση με τον χορό.


Ανακοίνωσε την απόφασή της να αποσυρθεί από την ενεργό δράση, τον περασμένο Νοέμβριο. «Ήρθε ο καιρός να κάνω την τελευταία μου υπόκλιση. Το 2015 θα πάω μία αποχαιρετιστήρια παγκόσμια περιοδεία με μία ολοκαίνουργια παραγωγή για να πω αντίο. Με ευγνωμοσύνη και πολλή συγκίνηση…

Απόλαυσα κάθε στιγμή των τελευταίων 39 χρόνων που χορεύω και εξακολουθώ και σήμερα να το απολαμβάνω με τον ίδιο τρόπο. Τότε, γιατί σταματάω; Πολύ απλά, γιατί θέλω να τελειώσω την καριέρα μου όσο ακόμα νιώθω ευτυχία, κάνοντας αυτό που κάνω με περηφάνια και πάθος» εξήγησε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που έλαβε χώρα στο Λονδίνο. Μάλιστα, είπε αστειευόμενη πως είχε δώσει σε έναν φίλο της «την άδεια να τη σκοτώσει» εάν συνέχιζε να χορεύει για ακόμα υπερβολικά μεγάλο διάστημα. «Ειλικρινά, χαίρομαι που τον απαλλάσσω από αυτό το καθήκον» ανέφερε.


Αντισυμβατική και ασυμβίβαστη, η Συλβί Γκιλέμ δεν έπαψε ποτέ να εξελίσσεται. Η περίφημη «αύρα» της, η «απαράμιλλη τεχνική» της, η «ανατριχιαστική ευλυγισία» της, η «εξωπραγματική ταχύτητα και ισορροπία» αλλά και το χιούμορ και τα πασίγνωστα καπρίτσια της, δημιούργησαν γύρω από το όνομά της τον γνωστότερο σύγχρονο σκηνικό μύθο.

Γεννημένη το 1965 σε μία εργατική περιοχή του Παρισιού, από πατέρα μηχανικό αυτοκινήτων και μητέρα γυμνάστρια, η Συλβί Γκιλέμ έδειξε από νωρίς το ταλέντο της. Το 1976 εντάχθηκε στην εθνική ομάδα ενόργανης γυμναστικής της Γαλλίας για τους Ολυμπιακούς του Μόντρεαλ και την ίδια χρονιά, ως παιδί-θαύμα, μπήκε στη σχολή χορού της Όπερας του Παρισιού. Η εξαιρετική σωματική διάπλασή της έθεσε τις βάσεις για ένα δυναμικό ξεκίνημα. Αδύνατο σώμα, μακριά πόδια, ευελιξία, αρμονία και έκφραση, ήταν τα όπλα στη φαρέτρα της. Μόλις στα 19 της ανακηρύχθηκε πρίμα μπαλαρίνα στην Όπερα του Παρισιού από τον τότε καλλιτεχνικό διευθυντή και μέντορά της, Ρούντολφ Νουρέγεφ, ο οποίος, μετά την παρθενική της εμφάνιση στη Λίμνη των Κύκνων την έχρισε etoile.

Με τις πρωτόγνωρες δεξιότητές της που την καθιέρωσαν ταχύτατα και εκτόξευσαν τη φήμη της, η Γκιλέμ προσέδωσε άλλες διαστάσεις στους πρωταγωνιστικούς ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου, υπερβαίνοντας πολλές φορές τα τετριμμένα μοτίβα του και αλλάζοντας αμετάκλητα τα πρότυπά του. «Ο κλασικός χορός γεννά ακραία συναισθήματα, στα περισσότερα έργα αφηγείται τον έρωτα, την ελπίδα, την προσμονή, το θάνατο... Ομολογώ ότι λατρεύω να ερωτεύομαι και να πεθαίνω πάνω στην σκηνή κάθε βράδυ» μάς είχε αποκαλύψει η ίδια πριν ενάμιση χρόνο στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, κατά την τελευταία επίσκεψή της στη χώρα μας.

Σε ηλικία 23 χρόνων άφησε εμβρόντητο τον Νουρέγιεφ, όταν εγκατέλειψε το Μπαλέτο της Όπερας του Παρισιού για να ενταχθεί στο Βασιλικό Μπαλέτο του Λονδίνου. Ο τότε υπουργός Πολιτισμού, Ζακ Λανγκ, κλήθηκε να λογοδοτήσει γι' αυτό στο Κοινοβούλιο, ενώ η γαλλική εφημερίδα «Le Monde» αποκάλεσε την αναχώρησή της «εθνική καταστροφή».

Το πρόγραμμα της περιοδείας της «Life in Progress» περιλαμβάνει δύο νέα έργα των Άκραμ Καν και Ράσελ Μάλιφαντ, καθώς και ένα σόλο με τίτλο «Bye», γραμμένο ειδικά για την περίσταση από τον Ματς Εκ.

Πηγή: skai.gr