Κλείσιμο

Η Βρετανική Επιτροπή για την Επανένωση των Γλυπτών θα κλιμακώσει τις πιέσεις

Απάντηση στην απόφαση της βρετανικής πλευράς να απορρίψει την πρόταση διαμεσολάβησης της UNESCO για το μέλλον των Γλυπτών του Παρθενώνα που βρίσκονται στο Λονδίνο έδωσε μέσω του ΣΚΑΪ ο Πρόεδρος της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Μαρμάρων του Παρθενώνα, Έντι Ο’Χάρα.

Εξέφρασε τη βαθιά λύπη της Επιτροπής για τις σχετικές επιστολές του Βρετανικού Μουσείου και της βρετανικής κυβέρνησης, σημειώνοντας ότι περιλαμβάνουν κάποιες πολύ γνωστές θέσεις, τις οποίες αντικρούει η επιχειρηματολογία υπέρ της επανένωσης. Ενδεικτικά επισήμανε την αναφορά της επιστολής του Προέδρου του Δ.Σ. του Μουσείου σε παρουσία τμημάτων των Γλυπτών του Παρθενώνα σε διάφορα μουσεία. Ο κ. Ο’ Χάρα τόνισε ότι η αναφορά αυτή αποκρύπτει το γεγονός πως σχεδόν τα μισά από τα Γλυπτά βρίσκονται στην Αθήνα και σχεδόν τα άλλα μισά στο Λονδίνο. Υπό αυτή την έννοια η αναφορά στα υπόλοιπα μουσεία είναι παραπλανητική, σχολίασε.

Παραπλανητική χαρακτήρισε επίσης την αναφορά περί έξι εκατομμυρίων επισκεπτών που βλέπουν τα Γλυπτά στο Λονδίνο. Έξι εκατομμύρια είναι οι επισκέπτες που περνούν την πύλη του Βρετανικού Μουσείου, σημείωσε ο Πρόεδρος της Επιτροπής, χωρίς όλοι να επισκέπτονται και τα Γλυπτά, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στο Μουσείο Ακρόπολης.

Ο κ. Ο’ Χάρα, επί δεκαετίες βουλευτής των Εργατικών, επισήμανε και τη συνέχιση της διάκρισης που επιχειρεί η βρετανική πλευρά μεταξύ Μουσείου και κυβέρνησης, όπως γίνεται με αναφορά στις επιστολές σε νόμο που δεσμεύει τους εφόρους του Βρετανικού να μην αφαιρούν από το Μουσείο συλλογές του. Ο Έντι Ο’Χάρα σημείωσε ότι πρόκειται για νόμο που έχει επιβληθεί από την κυβέρνηση και επομένως μπορεί να αλλάξει από την κυβέρνηση.

Όσον αφορά την επίκληση της αδυναμίας αποκατάστασης των Γλυπτών στην ολότητά τους, ο κ. Ο’Χάρα παρατήρησε ότι αρκεί η ολότητα των γλυπτών που έχουν επιβιώσει. «Από πότε», αναρωτήθηκε, «απαγορεύεται η έκθεση ενός ενιαίου έργου τέχνης αν δεν είναι πλήρες;»

Ως προς το γεγονός ότι δεν μπορούν να επανατοποθετηθούν τα γλυπτά στον Παρθενώνα, σχολίασε ότι και σε πολλές άλλες περιπτώσεις ανά τον κόσμο έργα τέχνης έχουν μεταφερθεί σε προστατευόμενο χώρο για να αποφευχθεί η περιβαλλοντική τους φθορά – τουλάχιστον στην Αθήνα, είπε, τα Γλυπτά εκτίθενται σε ένα μουσείο κατασκευασμένο έτσι ώστε να βρίσκεται σε ευθεία και άμεση οπτική επαφή με τον χώρο δημιουργίας τους.

Δεν άφησε ασχολίαστο το γεγονός ότι οι επιστολές εστάλησαν την ημέρα έναρξης της νέας έκθεσης εντός του Βρετανικού Μουσείου για το σώμα στην αρχαιοελληνική τέχνη, κάτι που χαρακτήρισε προβλέψιμο. Είπε ότι η έκθεση, που περιλαμβάνει έξι εκθέματα από τα Γλυπτά του Παρθενώνα, είναι η νεότερη γραμμή άμυνας του Βρετανικού Μουσείου, μία ακόμα άσκηση «πολιτιστικής διπλωματίας», της οποίας πρόγευση ήταν ο δανεισμός του αγάλματος του ποτάμιο θεού Ιλισσού στο Ερμιτάζ.

«Συγχαίρουμε το Μουσείο για την έκθεσή του, αλλά η συμπερίληψη Γλυπτών του Παρθενώνα δεν ήταν αναγκαία και αγνοεί την αρχή επί της οποίας επιχειρηματολογούμε, ότι δηλαδή τα Γλυπτά στην Αθήνα και αυτά στο Λονδίνο είναι μία καλλιτεχνική ενότητα και ως τέτοια πρέπει να επανενωθούν», δήλωσε ο κ. Ο’Χάρα.

Στη συνέχεια υπενθύμισε πως η ελληνική πλευρά είχε προσφέρει ως αντάλλαγμα για την αποκατάσταση των Γλυπτών του Παρθενώνα ένα συνεχές πρόγραμμα δανεισμού άλλων αυθεντικών αρχαιοτήτων.

«Του χρόνου συμπληρώνονται 200 χρόνια από την αγορά της συλλογής από τη βρετανική κυβέρνηση και αν έχουμε κάποιον ρόλο σε αυτό τότε θα πρέπει να προβλέπεται κλιμάκωση των προσπαθειών για την επανένωση. Με τις κινήσεις του το Βρετανικό Μουσείο επιχειρεί τακτικής περισπασμού», κατέληξε ο Πρόεδρος της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Μαρμάρων του Παρθενώνα.

Την έλλειψη διάθεσης για συνεργασία και διάλογο και τον αρνητισμό της Βρετανικής πλευράς επισημαίνει σε δήλωσή του ο αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού Νίκος Ξυδάκης.
Πηγή: Θανάσης Γκαβός, Λονδίνο