Κλείσιμο

Επιχειρήματα υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα από Βρετανό κριτικό τέχνης

Υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο στο Νέο Μουσείο Ακρόπολης τάσσεται ακόμα μία γνωστή στη Βρετανία προσωπικότητα, ο δημοσιογράφος και κριτικός τέχνης Τζόναθαν Τζόουνς, συνεργάτης της εφημερίδας Guardian εδώ και 15 χρόνια.

Στη στήλη του για την εφημερίδα ο κ. Τζόουνς αρχίζει την επιχειρηματολογία του αναφέροντας πως τα συγκεκριμένα γλυπτά αποτελούν «την πιο όμορφη τέχνη στον κόσμο». Όπως σχολιάζει, υπάρχει μόνο μια χούφτα άλλων έργων τέχνης σε συγκρίσιμο επίπεδο δημιουργίας – έργα του Ντα Βίντσι ή του Μιχαήλ Αγγέλου.

Ωστόσο, τα γλυπτά του Παρθενώνα δημιουργήθηκαν 2.000 πριν από τα αριστουργήματα της Αναγέννησης, υπενθυμίζει ο Βρετανός κριτικός και προσθέτει πως «έχουν μια ζωή, ενέργεια, ηρεμία και μεγαλοπρέπεια ξεχωριστή».

Στη συνέχεια θέτει το ερώτημα αν θα εκτιμούσαμε το ίδιο τις τοιχογραφίες της Καπέλα Σιξτίνα αν είχαν αφαιρεθεί από την οροφή τους και είχαν τοποθετηθεί σε κάποιον τοίχο στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου. Ο ίδιος απαντά «όχι», τονίζοντας ότι το περιβάλλον μέσα στο οποίο βλέπουμε κάτι είναι το παν.

«Η λυπηρή αλήθεια», συνεχίζει ο Τζόναθαν Τζόουνς, «είναι ότι στο Βρετανικό Μουσείο δεν εισπράττουμε την εμπειρία των γλυπτών του Παρθενώνα με τον καλύτερο τρόπο». Επισημαίνει το γκρίζο νεοκλασικό περιβάλλον της αίθουσας που τα φιλοξενεί στο Λονδίνο, το οποίο δεν κάνει επαρκεί αντίθεση με τα γλυπτά, «τα κατασιγάζει αντί να τα αναδεικνύει».

Επομένως, κατά την άποψή του, το Βρετανικό Μουσείο πρέπει είτε να βρει τα χρήματα για να τα εκθέτει με σύγχρονο τρόπο ή να τα επιστρέψει στην Ελλάδα, όπου τα γλυπτά μπορούν να ιδωθούν ως ένα σύνολο, με θέα μάλιστα τον Παρθενώνα.

Ο Τζόναθαν Τζόουνς παραδέχεται ότι αρχικά έβρισκε τα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών ως υπέρμετρα εθνικιστικά, θεωρώντας ότι δεν αποδιδόταν επαρκής σημασία στην καλλιτεχνική αξία τους και στη σημασία τους ως ενιαίο έργο τέχνης.

Για το λόγο αυτό μάλιστα, όπως υπενθυμίζει, είχε πάρει μέρος σε πανεπιστημιακό αγώνα επιχειρηματολογίας τασσόμενος κατά της επιστροφής των Γλυπτών στην Αθήνα. Σημειώνει επίσης ότι η ελληνική πλευρά πρέπει να αναγνωρίσει ότι τα γλυπτά έχουν συντηρηθεί καλά στο Βρετανικό Μουσείο, σε αντίθεση με τα γλυπτά που είχαν απομείνει εκτεθειμένα στη ρύπανση της αττικής ατμόσφαιρας.

«Όμως αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Τη δεκαετία του 1970 όταν ο ίδιος ο Παρθενώνας διαβρωνόταν από τον κακό αέρα, τα γλυπτά ήταν ασφαλέστερα στο Λονδίνο. Σήμερα ανήκουν στο Μουσείο Ακρόπολης», είναι το τελικό συμπέρασμά του.

«Εθνικιστική ή όχι, η Ελλάδα έχει αποδείξει πως αγαπάει αυτή την τέχνη και την αντιμετωπίζει ως αυτό που είναι. Είναι η Ελλάδα και όχτο το Βρετανικό Μουσείο που αξίζει να είναι ο κηδεμόνας της σπουδαιότερης τέχνης, για τον κόσμο. Και για την τέχνη», καταλήγει ο Τζόναθαν Τζόουνς του Guardian.
Πηγή: Θανάσης Γκαβός, Λονδίνο